Νέο πολιτικό τοπίο μετά τις Ευρωεκλογές στην Ελλάδα, στην Κύπρο και στην Ευρώπη
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Η θεαματική πτώση της Νέας Δημοκρατίας κάτω από το 30%, που είχε τεθεί επισήμως ως όριο πολιτικής επιτυχίας στις Ευρωεκλογές, είναι το σημαντικότερο στοιχείο που ανατρέπει το κυρίαρχο αφήγημα μιας ασυννέφιαστης πολιτικής κυριαρχίας του κυβερνώντος κόμματος.
Το ίδιο καλλιεργούσε, μ’ επιμονή, την ιδέα ότι οι υποτιθέμενες «ρήξεις» που είχε αναλάβει, όπως ο γάμος των ομοφυλοφίλων, αλλά και το τίμημα για την ενδημική ακρίβεια, το έγκλημα των Τεμπών και την ακολουθούμενη κατευναστική και ενδοτική πολιτική στα εθνικά θέματα, δεν θα είχαν σημαντικό κόστος για το κυβερνητικό κόμμα, γιατί θα υπερφαλαγγίζονταν από το αίσθημα της σταθερότητας, που ισχυρίζεται ότι αντιπροσωπεύει η σημερινή κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός της.
Τα δύο άλλα συστημικά κόμματα της αντιπολιτεύσεως, ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ και το ΠΑΣΟΚ, δεν εισέπραξαν, σε σημαντικό βαθμό, τη λαϊκή δυσαρέσκεια και την κυβερνητική φθορά. Τα εκλογικά τους κέρδη είναι οριακά. Η θέση του σημερινού αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ ανακουφίζεται, όμως, από το γεγονός ότι το κόμμα του μπόρεσε τελικά να έρθει δεύτερο, κατοχυρώνοντας τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως. Ανακουφίζεται επίσης από την έκδηλη αδυναμία της Νέας Αριστεράς να εξασφαλίσει ένα σημαντικό ποσοστό αποδοχής από το εκλογικό σώμα της παραδοσιακής Αριστεράς.
Η αποτυχία του ΠΑΣΟΚ να εκμεταλλευθεί την ευνοϊκή συγκυρία και να κάνει ένα άλμα στα ποσοστά του προκαλεί δυσαρέσκεια στο εσωτερικό του και αμφισβητήσεις. Γιατί όμως να πιστεύει κανείς ότι μπορούσε να το επιτύχει; Το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της Γερμανίας, που προβάλλεται ως ιδεολογική αναφορά του ΠΑΣΟΚ, ηττήθηκε στις εκλογές και ήρθε τρίτο, μετά το Εναλλακτικό Κόμμα της Γερμανίας.
Οι βασικές πολιτικές του, εμπνεόμενες από τη Σημιτική μετάλλαξη του ΠΑΣΟΚ, δεν διαφέρουν ουσιαστικά από εκείνες της Νέας Δημοκρατίας και έχουν ως κοινό παρονομαστή τις Ευρωπαϊκές πολιτικές, που οι ίδιες εμπνέονται από την παγκοσμιοποίηση και τη λεγόμενη woke culture.
Τα μεγάλα κόμματα της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως συμπλέουν επομένως, με λιγότερο ή περισσότερο έκδηλο τρόπο, με τις Ευρωπαϊκές πολιτικές, που προάγουν τη λαθρομετανάστευση και τα ανοικτά σύνορα, τον άκρατο δικαιωματισμό και την πολιτική ορθότητα, την ανομολόγητη υπόσκαψη του εθνικού κράτους και της εθνικής ταυτότητας, με πρόσχημα την Ευρωπαϊκή ενοποίηση και τη γεωπολιτική υποδουλεία της Ευρώπης στις ΗΠΑ, με κοινό παρονομαστή τον υποδαυλιζόμενο κοινό Ρωσικό κίνδυνο, που εκδηλώνεται τώρα επιθετικά στην Ουκρανία.
Μέσα στο κλίμα αυτό ήταν φυσικό να επωφεληθούν τα μικρά κόμματα της αντιπολιτεύσεως, αυτά κυρίως που προτάσσουν τον πατριωτικό λόγο και αντιτάσσονται σε πολιτικές άκρατου δικαιωματισμού, εθνομηδενισμού, λαθρομεταναστεύσεως και ενδοτικής πολιτικής στα εθνικά θέματα.
Επωφελήθηκε επίσης οριακά το Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο βελτίωσε τα ποσοστά του, με κύριο άξονα την κριτική του για τα κοινωνικά και οικονομικά θέματα, παρά το γεγονός ότι υποσκελίσθηκε στο ποσοστό του από την Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου.
Στην Κύπρο, η μεγάλη έκπληξη προήλθε από την εκλογή ενός άγνωστου ουσιαστικά και εκτός πολιτικού συστήματος νέου 24 ετών, ο οποίος, αξιοποιώντας το διαδίκτυο και το TikTok, κατόρθωσε να επιτύχει ένα αδιανόητο ποσοστό 19,5%, μία μονάδα περίπου λιγότερη από το ποσοστό του ΑΚΕΛ.
Εξαιτίας της απροσδόκητης αυτής επιτυχίας του νεαρού Φειδία Παναγιώτου, το ΑΚΕΛ δεν μπόρεσε να επανεκλέξει τον Τουρκοκύπριο Γκιζί Γκιουρέκ και έχασε τον έναν από τους δύο ευρωβουλευτές που είχε. Φανερά χολωμένος από την αποτυχία αυτή και τη σημαντική πτώση των ποσοστών του κόμματος, ο Γενικός Γραμματέας του, Στεφάνου, εξεφράσθη με σκληρά λόγια για την εκλογή ενός απολίτικου νέου ως ευρωβουλευτή, σε αντίθεση με τον συγκροτημένο και υπεύθυνο πολιτικό λόγο ενός κόμματος, όπως το ΑΚΕΛ.
Ποιος είναι όμως ο συγκροτημένος και υπεύθυνος πολιτικός λόγος του ΑΚΕΛ; Η εκλογή ως Κύπριου ευρωβουλευτή ενός δήθεν «αριστερού» Τουρκοκύπριου, που χρησιμοποιούσε τη θέση του στις Βρυξέλλες για να προάγει ουσιαστικά τα Τουρκικά συμφέροντα και μια δήθεν «λύση» βασισμένη στα τετελεσμένα γεγονότα;
Η παράδοξη και απρόσμενη εκλογή του Φειδία Παναγιώτου δείχνει πόσο εύθραυστο είναι το πολιτικό σύστημα και πόσο το πολιτικό παιχνίδι των κομμάτων έχει αποκοπεί από τα πραγματικά προβλήματα και έχει χάσει την αξιοπιστία του.
Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο των Ευρωεκλογών στην Κύπρο είναι η σημαντική ενίσχυση του εθνικιστικού ΕΛΑΜ, το οποίο κατέλαβε την τρίτη θέση, υποσκελίζοντας το ΔΗΚΟ, που έχει ως Πρόεδρο τον γιο του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου. Το ΕΛΑΜ κατόρθωσε, με την επίδοση αυτή, να εκλέξει ευρωβουλευτή. Η ΕΔΕΚ του αείμνηστου Βάσου Λυσσαρίδη περιορίσθηκε στο 5% και δεν εξέλεξε ευρωβουλευτή.
Επίκεντρο των εξελίξεων στην Ευρώπη, σε σχέση με τις Ευρωεκλογές, έγινε η Γαλλία και κατά δεύτερο λόγο η Γερμανία, οι δύο δηλαδή μεγαλύτερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Στη Γαλλία, το κόμμα του Προέδρου Μακρόν περιορίσθηκε στο 15% περίπου έναντι 31% του κόμματος της Μαρίν Λεπέν. Αποτιμώντας τη νέα πολιτική κατάσταση, ο Πρόεδρος Μακρόν διέλυσε την Εθνοσυνέλευση και προκήρυξε εκλογές στις 30 Ιουνίου. Ο Γάλλος Πρόεδρος ελπίζει ότι θα μπορέσει να δημιουργήσει ένα πλειοψηφικό μέτωπο κατά της Λεπέν στον δεύτερο γύρο των εκλογών. Διαφορετικά, δεν θα έχει άλλη επιλογή από τη λεγόμενη συγκατοίκηση. Την ανάθεση, δηλαδή, της πρωθυπουργίας στο κόμμα της αντιπάλου του, με δεδομένο ότι το σύνταγμα της Γαλλίας επιφυλάσσει ως προνόμιο του Προέδρου την εξωτερική και την αμυντική πολιτική. Υπάρχουν ήδη έντονες ζυμώσεις στην πολιτική κατάσταση της Γαλλίας, με αναζήτηση συμμαχιών και με δηλώσεις ότι, εφόσον ηττηθεί το κυβερνητικό κόμμα, η αξιωματική αντιπολίτευση μπορεί να ζητήσει παραίτηση του Προέδρου.
Ο ίδιος όμως ο Πρόεδρος Μακρόν δήλωσε ότι δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να παραιτηθεί και σ’ αυτό καλύπτεται από το Ντεγκωλικό σύνταγμα, που υπολαμβάνει τον Πρόεδρο ως άξονα σταθερότητας του πολιτικού συστήματος και παραπέμπει στην αλλαγή του πρωθυπουργού όταν προκύπτει δυσαρμονία μεταξύ κυβερνήσεως και λαϊκού αισθήματος.
Η νέα αυτή πολιτική κατάσταση στη Γαλλία πλήττει σαφώς την εικόνα αλλά και τις πολιτικές του Γάλλου Προέδρου, ιδιαίτερα σε σχέση με την Ουκρανία και την αντιπαράθεση με τη Ρωσία.
Δεινό πλήγμα δέχθηκε από τις Ευρωεκλογές και ο Γερμανός Πρόεδρος Σολτς, το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα του οποίου ήρθε τρίτο στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων μετά το AfD. Πολύ σημαντική πτώση παρουσίασε και ο κυβερνητικός του εταίρος, το κόμμα των Πρασίνων.
Συμπερασματικά, παρατηρούμε ότι στις τρεις μεγαλύτερες χώρες της ΕΕ, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία, ενισχύονται τα κόμματα που αυτοπροσδιορίζονται ως εθνικά και πατριωτικά και τα οποία αντιτάσσονται σε πολιτικές όπως η λαθρομετανάστευση, ο άκρατος δικαιωματισμός, η άκριτη υποστήριξη στον Ζελένσκι και ο νέος ψυχροπολεμισμός με αφορμή την Ουκρανία. Είναι ελπιδοφόρες εξελίξεις μέσα σε μια γενικότερα ανησυχητική κατάσταση.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ