Ευρωεκλογές και Ευρώπη

Ευρωεκλογές και Ευρώπη


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Οι ευρωεκλογές του 2024 συμπίπτουν μ’ ένα μεγάλο προβληματισμό και σκεπτικισμό για την Ευρώπη. Τι είναι τελικά η Ευρώπη, πού πάει και ποιο ρόλο φιλοδοξεί να παίξει στον κόσμο;

Η δημιουργία της Ευρώπης περιεβλήθη με πολλές μυθολογίες για εκπληκτικούς ρόλους που διεδραμάτισαν ορισμένοι εξαιρετικά προικισμένοι άνθρωποι και οραματιστές, ως διαχειριστές ενός ονείρου που προϋπήρχε, για Ευρωπαϊκή ενοποίηση. Στην πραγματικότητα, όμως, ο ισχυρότερος παράγων που λειτούργησε ως καταλύτης για τη δημιουργία της Ενωμένης Ευρώπης ήταν οι γεωπολιτικοί προβληματισμοί των ΗΠΑ για τον ρόλο της Ευρώπης, σε σχέση με την πρώην Σοβιετική Ένωση και μετέπειτα Ρωσία, στο παιχνίδι της παγκόσμιας ηγεμονίας.

Οι ΗΠΑ ήθελαν μια ενωμένη αλλά όχι ανεξάρτητη Ευρώπη, που να εντάσσεται ως εταίρος στο γεωπολιτικό παιχνίδι των ΗΠΑ, μέσα από τους λεγόμενους Ευρω-Ατλαντικούς θεσμούς, το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η οικονομική δυναμική της Ευρώπης ωθούσε φυσιολογικά, κατά πρώτο λόγο, στη διαμόρφωση διακριτών Ευρωπαϊκών οικονομικών συμφερόντων. Κατά δεύτερο λόγο, σε συνεργασία με τον απέραντο και πλούσιο σε πρώτες ύλες Ευρω-Ασιατικό χώρο, στον οποίο είχε ηγεμονική παρουσία η Σοβιετική Ένωση και, στη συνέχεια η Ρωσία.

Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενώσεως, η οποία προήλθε από εσωτερικούς λόγους και αντιφάσεις του πολιτικο-οικονομικού συστήματος και όχι από κάποια εξωτερική ήττα, παρουσιάσθηκε από τους Αμερικανούς ανταγωνιστές ως δική τους νίκη, που δικαιολογούσε μια νέα έξαρση του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού και μια νέα προέλαση του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη, που θα παγίωνε σταθερά τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις που είχαν επέλθει.

Η χαώδης Ρωσική μετάβαση προς μια νέα οικονομική και κοινωνική τάξη και η κυριαρχία ιδίως του Γιέλτσιν για μια ολόκληρη περίοδο αποδυνάμωσαν δραματικά τον ρόλο του Ρωσικού παράγοντα, ευνόησαν ανεξαρτητοποιήσεις και αυτονομήσεις και έθρεψαν ιδέες και φιλοδοξίες στο εξωτερικό για μόνιμη αποδόμηση της Ρωσικής ισχύος και υποβιβασμό της Ρωσίας από παγκόσμια δύναμη και γεωπολιτικό ανταγωνιστή των ΗΠΑ σε απλή περιφερειακή δύναμη.

Οι εξελίξεις συνέπεσαν και συνδυάσθηκαν με την παγκοσμιοποίηση στις ΗΠΑ, που παρουσιάσθηκε ως κάτι αναπόφευκτο, που υπαγορευόταν από τις οικονομικές και τις τεχνολογικές εξελίξεις. Η παγκοσμιοποίηση, έλεγε ο Πρόεδρος Κλίντον σε ομιλία του στο Βιετνάμ, είναι σαν τη βροχή. Έρχεται, ανεξάρτητα αν τη θέλεις ή όχι. Η παρουσίαση αυτή βασίζεται σε μια επιτήδεια και σκόπιμη σύγχυση μεταξύ τεχνικής και πολιτικής παγκοσμιοποίησης.

Κανείς δεν έχει αντίρρηση γιατί, μέσα από την τηλεόραση, π.χ., μαθαίνει, σε ακαριαίο χρόνο, τι γίνεται σ’ όλο τον κόσμο. Το ίδιο ισχύει για όλες τις τεχνολογίες που ενοποιούν και παγκοσμιοποιούν τον κόσμο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι τεχνικές και τεχνολογικές αυτές δυνατότητες ενοποιούν πολιτικά τον κόσμο. Έχουν, ασφαλώς, επιπτώσεις και επιρροές. Το θέμα όμως της κυριαρχίας των λαών, της δημοκρατίας και των κυριαρχικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν υποκαθίσταται από καμιά τεχνολογία και παγκοσμιοποιημένη υπερεθνική εξουσία, που εκφράζει μια διεθνή ολιγαρχία και ηγεμονική δύναμη.

Οι ελπίδες ότι η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενώσεως, του τείχους του Βερολίνου και το υποτιθέμενο τέλος του Ψυχρού Πολέμου θα άνοιγαν ένα νέο κεφάλαιο ειρήνης στον κόσμο και διεθνούς συνεργασίας διαψεύσθηκαν, μετά από μια μεταβατική περίοδο που έδινε πολλές υποσχέσεις.

Η Ευρώπη, που είδε την επανένωση της Γερμανίας, τη δημιουργία κοινού νομίσματος και τη μεγάλη διεύρυνση, ταυτίσθηκε με την παγκοσμιοποίηση και την Ατλαντική πολιτική. Ένα δείγμα της πολιτικής αυτής είναι η αλόγιστη επέκταση προς ανατολάς του ΝΑΤΟ, που εξερράγη ως βόμβα στην Ουκρανία.

Μεγάλες χώρες, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, που υπεστήριζαν άλλοτε μια ιδέα σχετικής αυτονομίας της Ευρώπης και συνεργασίας με τη Ρωσία, πρωταγωνιστούν σήμερα σε Ατλαντισμό και αντι-Ρωσισμό, με αφορμή την Ουκρανία. Με το ίδιο πρόσχημα του Ρωσικού κινδύνου, υποδαυλίζεται η αναγέννηση του μιλιταρισμού, ιδιαίτερα στη Γερμανία, που είναι γνωστή για τις επιδόσεις της στο παρελθόν.

Αντί δηλαδή η Ευρώπη να εξελιχθεί σε μια νέα δύναμη, που θα παίζει έναν ρόλο θετικό για την ειρήνη και τη διεθνή συνεργασία και ανάπτυξη, επιβεβαιώνεται, με τις πολιτικές της, ως γεωπολιτική προέκταση και παράρτημα των ΗΠΑ. Σε μια περίοδο μάλιστα που η πολιτική κατάσταση στις ΗΠΑ δεν εμπνέει καμία εμπιστοσύνη ούτε για τους προσανατολισμούς της ούτε για τη σοφία της. Η παθητική σύμπλευση της Ευρώπης ακυρώνει τον ρόλο της ως διεθνούς παράγοντος που θα μπορούσε να επηρεάσει θετικά τις διεθνείς εξελίξεις και να αναχαιτίσει ακραίες πολιτικές, που θα μπορούσαν να ωθήσουν τον κόσμο ακόμη και σ’ έναν Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τον εφιάλτη της πυρηνικής καταστροφής να παραμονεύει.

Επιπλέον, με αφορμή την Ουκρανία και τον υποτιθέμενο Ρωσικό κίνδυνο, η Ευρωπαϊκή Ένωση επιχειρεί να επιταχύνει τον βηματισμό της για πολιτική ενοποίηση πάνω στην ίδια, νόθα βάση που ακολούθησε μέχρι τώρα και η οποία αποβλέπει ουσιαστικά στην παράκαμψη του ζωτικού θέματος της εθνικής κυριαρχίας.

Το θέμα αυτό επαναφέρει το ζωτικό ερώτημα. Τι είναι η Ευρώπη; Συμπολιτεία λαών και εθνών ή υπερεθνικό υπερκράτος, που υπολαμβάνει ως πολιτικό υποκείμενο έναν δήθεν Ευρωπαϊκό λαό; Ένας τέτοιος λαός δεν υπάρχει.

Προκαλεί, γι’ αυτό, κατάπληξη η θέση των συστημικών κομμάτων της χώρας, που, κατά άκριτο και άβουλο τρόπο, υποστηρίζουν απροκάλυπτα την κατάργηση της ομοφωνίας και του βέτο στη λήψη αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και πώς θα υπερασπίσουν τις Ελληνικές θέσεις είτε σε σχέση με τα Σκόπια και την Αλβανία του κάθε Ράμα είτε σε σχέση με την Τουρκία; Προεξοφλούν ότι θα μας καλύψει η Γερμανική πολιτική;

Οι ευρωεκλογές του 2024 είναι κρίσιμες, όχι γιατί παίζει κάποιο σημαντικό ρόλο το Ευρωκοινοβούλιο, αλλά γιατί είναι μια ευκαιρία να αναδειχθούν νέοι πολιτικοί συσχετισμοί στην Ευρώπη. Αυτοί είναι σημαντικοί τόσο σε σχέση με την Ευρώπη των λαών και των εθνών όσο και για τον ρόλο της Ευρώπης και τους κινδύνους που επικρέμανται σήμερα πάνω από τον Ευρωπαϊκό ορίζοντα.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ