Κίνδυνος εγκλωβισμού της χώρας στο Σκοπιανό
–Από την προεκλογική εκμετάλλευση των Πρεσπών από την κυβέρνηση
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Εγκλωβισμένη στα μικροπολιτικά παιχνίδια με το θέμα της Βόρειας Μακεδονίας βρίσκεται η κυβέρνηση, η οποία θεωρεί ότι μπορεί να εκμεταλλευθεί ένα μείζονος σημασίας ζήτημα της εξωτερικής πολιτικής για να ανακόψει τις διαρροές του κόμματος προς τα δεξιά, ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα και στη Μακεδονία, προσφέροντας τελικά επιχειρήματα υπέρ της άλλης πλευράς.
Έχοντας εγκαταλείψει στην τύχη τους τις σχέσεις με τη Βόρεια Μακεδονία για σχεδόν πέντε χρόνια, η κυβέρνηση έδωσε την ευκαιρία στην άλλη πλευρά να ξεφύγει από την υποχρέωση εφαρμογής των θετικών στοιχείων της Συμφωνίας και να καλλιεργηθεί το έδαφος για την αναβίωση του εθνικισμού και του αλυτρωτισμού μέσω του VMRO-DPMNE, το οποίο παρεμπιπτόντως είναι ομογάλακτο κόμμα της ΝΔ, ενώ και τα δύο κόμματα συμμετέχουν στο ΕΛΚ.
Συγχρόνως αφέθηκε η δυνατότητα να διολισθήσει η εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών και να δημιουργηθεί ένα τετελεσμένο σε ό,τι αφορά την εκμετάλλευση από την άλλη πλευρά του άρθρου 7 της Συμφωνίας, που επιτρέπει τη χρήση των όρων «Μακεδονία» και «Μακεδόνες» για «την επικράτεια, τη γλώσσα, τον πληθυσμό και τα χαρακτηριστικά τους», με την επισήμανση ότι αφορά «τη δική τους ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά, διακριτώς διαφορετικά από αυτά που αφορούν την Ελλάδα και τον ελληνικό πολιτισμό»…
Η Συμφωνία των Πρεσπών ήρθε να λύσει το θέμα της συνταγματικής ονομασίας, η οποία είναι υποχρεωτική για το κράτος και τους κρατικούς θεσμούς και φορείς, όμως, δυστυχώς, επέβαλε μια ετεροβαρή ισορροπία, καθώς πρακτικά αναγνωρίζεται «μακεδονικό» έθνος, «μακεδονικός» λαός, «μακεδονική» επικράτεια από την ίδια την Ελλάδα. Και αυτή ήταν η τραγική υποχώρηση στη Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία επιχείρησε να κουκουλώσει τον «μακεδονικό» αλυτρωτισμό κάτω από την ταμπέλα της νέας συνταγματικής ονομασίας «Βόρεια Μακεδονία».
Όλο το προηγούμενο διάστημα είχε διαπιστωθεί η απροθυμία των Σκοπίων για εφαρμογή της Συμφωνίας (διαβατήρια, πινακίδες αυτοκινήτων, εμπορικά σήματα…), με τη διαφορά ότι οι διάδοχοι του κ. Ζάεφ στο κυβερνών μέχρι τις εκλογές SDSM είχαν κρατήσει χαμηλά τους τόνους, αποφεύγοντας τις αντιπαραθέσεις με την Ελλάδα. Όμως, η κυβέρνηση, υπό τον φόβο και τις απειλές του Αντώνη Σαμαρά και μιας σημαντικής μερίδας βουλευτών, που αρνούνταν να αποδεχθούν τον όρο «Βόρεια Μακεδονία» και όσα απέρρεαν από το άρθρο 7 και απειλούσαν ότι δεν επρόκειτο να ψηφίσουν οτιδήποτε ερχόταν στη Βουλή με τη νέα συνταγματική ονομασία του κράτους, δεν έφερε ποτέ προς ψήφιση στη Βουλή τα τρία μνημόνια. Η κυβέρνηση έτσι υπέκυψε στις πιέσεις και έβαλε στο ράφι τις σχέσεις με τη Βόρεια Μακεδονία, τη στιγμή που θα έπρεπε με όλες τις δυνάμεις της να πείσει και την κοινή γνώμη της γειτονικής χώρας ότι το ευρωπαϊκό μέλλον της χώρας και οι καλές σχέσεις με την Ελλάδα προϋποθέτουν την πιστή εφαρμογή στο γράμμα και στο πνεύμα της Συμφωνίας. Και κυρίως ότι η επιστροφή στον αδιέξοδο εθνικισμό και στην αντιπαράθεση με την Ελλάδα δεν οδηγεί πουθενά.
Έτσι, σήμερα η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση, για την οποία ευθύνεται η ίδια όσο και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που υπέγραψε την προβληματική Συμφωνία των Πρεσπών.
Οι σύμβουλοι του Μεγάρου Μαξίμου θεωρούν ότι αυτή η νέα κατάσταση που δημιουργείται με την επικράτηση του VMRO-DPMNE στις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές της γειτονικής χώρας μπορεί να αντιστραφεί και από μειονέκτημα να μετατραπεί σε πλεονέκτημα, ώστε επικοινωνιακά να κλείσουν οι τρύπες διαρροής ψηφοφόρων, ειδικά στη Μακεδονία, προς την κατεύθυνση της Ελληνικής Λύσης και της Νίκης.
Έτσι, πήρε το παιχνίδι πάνω του ο ίδιος ο πρωθυπουργός, που εστιάζει συστηματικά στις περιοδείες του στη Μακεδονία, εκτοξεύοντας προειδοποιήσεις προς τα Σκόπια για την τήρηση και την εφαρμογή της Συμφωνίας.
Όμως, στις προεκλογικές αυτές ομιλίες λέγονται πολλά τα οποία καταγράφονται και προφανώς δεν είναι μόνο η Ελλάδα που θα παρουσιάσει φάκελο με δηλώσεις και παραβιάσεις της Συμφωνίας, εάν και όταν έρθει αυτή η ώρα. Οι δηλώσεις του πρωθυπουργού ότι η Συμφωνία των Πρεσπών κατοχυρώνει «μακεδονική» εθνότητα είναι κάτι που ικανοποιεί τη νέα ηγεσία της Βόρειας Μακεδονίας. Και αυτό διότι θα μπορούν πλέον να ισχυριστούν ότι υπάρχει και από την Ελλάδα, η οποία φυσικά λέει ότι σέβεται τη Συμφωνία των Πρεσπών, παραδοχή περί ύπαρξης «μακεδονικού» έθνους.
Μπορεί η Ελλάδα να συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία για παραβιάσεις της Συμφωνίας από τη γειτονική χώρα, με πρώτη αυτή της ορκωμοσίας της νέας Προέδρου Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα στη «Δημοκρατία της Μακεδονίας», όμως δύσκολα θα μπορέσει να αποδείξει ότι οι αναφορές και της νέας Προέδρου και του νικητή των εκλογών Κρίστιαν Μίτσκοσκι σε «Μακεδονία», «μακεδονικό» λαό κ.ο.κ συνιστούν παραβίαση της Συμφωνίας, καθώς, σύμφωνα με την ερμηνεία του άρθρου 7, προβλέπονται από την ίδια τη Συμφωνία. Και συγχρόνως στη λίστα της άλλης πλευράς θα βρεθεί και η μη κύρωση των τριών μνημονίων αλλά και οι κωλυσιεργίες της Αθήνας για τη συγκρότηση και λειτουργία των δύο επιτροπών για τα σχολικά βιβλία και τα εμπορικά σήματα.
Δυστυχώς, η κυβέρνηση της ΝΔ απέφυγε να ανοίξει τη συζήτηση για τα σχολικά βιβλία, τα οποία στη Βόρεια Μακεδονία βρίθουν αλυτρωτικών αναφορών, από τον φόβο των εσωτερικών αντιδράσεων, καθώς σύμφωνα με τις προσεγγίσεις της επιτροπής που είχε συσταθεί μετά την υπογραφή της Συμφωνίας και η άλλη πλευρά απαιτούσε αλλαγές στα ελληνικά σχολικά βιβλία. Και, δυστυχώς, αυτό ήταν ένα ακόμη μελανό σημείο της Συμφωνίας, που αντιμετώπισε τη διαφορά ως πρόβλημα μεταξύ του «μακεδονικού» και του «ελληνικού» εθνικισμού και δεν φρόντισε μέσα από την ίδια τη Συμφωνία και εξ υπαρχής να επιλύσει τέτοια ζητήματα που αφορούσαν τον αλυτρωτισμό των Σκοπίων.
Το ίδιο ακριβώς συνέβη και με τα εμπορικά σήματα, αφού η επιτροπή δεν συνεδρίασε ποτέ, με αποτέλεσμα τώρα να μπορεί οποιοσδήποτε από τη γειτονική χώρα να χρησιμοποιεί ακόμη όρους όπως «μακεδονικό» κρασί, προκαλώντας σύγχυση και διαιωνίζοντας έτσι την προσπάθεια οικειοποίησης των όρων «Μακεδονία» και «μακεδονικός» για εμπορικές χρήσεις. Και μόνο όσοι έλληνες παραγωγοί είχαν φροντίσει να διασφαλίσουν μέσω κατοχύρωσης την επωνυμία προέλευσης των προϊόντων τους είναι σχετικά ασφαλείς, αν και στον ανταγωνισμό στις ευρωπαϊκές και ξένες αγορές θα έχουν απέναντί τους προϊόντα με σχεδόν ίδια επωνυμία, π.χ., «μακεδονικό» κρασί, «μακεδονικό» τυρί, όπου το μεν ένα θα έχει χώρα προέλευσης την Ελλάδα, το δε άλλο τη Βόρεια Μακεδονία.
Σε αυτό το δύσκολο πραγματικά σκηνικό που διαμορφώνεται, η κυβέρνηση οφείλει να σταματήσει τη μικροπολιτική εκμετάλλευση του θέματος εν όψει ευρωεκλογών και να διαμορφώσει μια αποτελεσματική στρατηγική, η οποία θα υποχρεώσει την άλλη πλευρά να τηρήσει τα στοιχειώδη της Συμφωνίας και να αποφύγει να εκμεταλλευθεί ερμηνείες και τρύπες της Συμφωνίας των Πρεσπών, που θα οδηγήσουν στην αναβίωση της βασικής διαφοράς μεταξύ των δύο χωρών, του «μακεδονικού» αλυτρωτισμού. Και η άσκηση βέτο στην ευρωπαϊκή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας είναι φυσικά μια επιλογή, αλλά θα πρέπει να υπάρχει διαμορφωμένο πλαίσιο του τι ακριβώς ζητά και τι επιδιώκει η Ελλάδα. Γιατί η πλήρης εφαρμογή της Συμφωνίας, που η ίδια η κυβέρνηση θεωρεί ότι δεν προστατεύει τα εθνικά συμφέροντα, θα οδηγήσει σε νέο αδιέξοδο.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: Eurokinissi