Αναβολή της «τελικής απόφασης» – Του Ν. Στραβελάκη

Αναβολή της «τελικής απόφασης» – Του Ν. Στραβελάκη

–Αυτό είναι το δόγμα της εξωτερικής πολιτικής της ΝΔ


Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών


Μπορεί η οικονομία, η λιτότητα, η ακρίβεια, η εισοδηματική ανισότητα και το περιβάλλον να βρίσκονται έξω από τη συζήτηση για τις ευρωεκλογές, όμως οι σημαντικές γεωστρατηγικές ανακατατάξεις που συντελούνται στα Βαλκάνια, στην Ανατολική Μεσόγειο και στην Ανατολική Ευρώπη δεν μπορούν να αποσιωπηθούν.

Στο σημερινό άρθρο μας θα αναφερθούμε στις άμεσες εξελίξεις στα Βαλκάνια, στην Ανατολική Μεσόγειο και στη γενοκτονία που συντελείται στη Λωρίδα της Γάζας. Οι εξελίξεις καθιστούν σαφές ότι οι Αμερικανοί, πρωτίστως, και οι Ευρωπαίοι, δευτερευόντως, επιχειρούν να ανοίξουν όλα τα μέτωπα στην περιοχή μας, επιδιώκο­ντας την κλιμάκωση της έντασης.

Συγκεκριμένα, μαζί με τη γενοκτονία στη Γάζα, έχουμε την αναβίωση των διαπραγματεύσεων για την οριοθέτηση ΑΟΖ στο Αιγαίο και στην Κύπρο με την επίσκεψη Μητσοτάκη στην Άγκυρα, ενώ ανοίγει για τα καλά και το θέμα της αυτονομίας του Κοσσυφοπεδίου. Το τελευταίο δημιουργεί αλυσιδωτές αντιδράσεις στην Αλβανία, στη Βόρεια Μακεδονία και στη Σερβία. Παντού ενισχύονται τα εθνικιστικά στοιχεία. Στην Αλβανία αναβιώνουν τα όνειρα της «Μεγάλης Αλβανίας», στη Βόρεια Μακεδονία ανήλθε στην κυβέρνηση το εθνικιστικό VMRO, ενώ στη Σερβία έχουμε συχνές ένοπλες συμπλοκές, τόσο στο Κόσοβο όσο και στο Βελιγράδι, μεταξύ Αστυνομίας και παραστρατιωτικών οργανώσεων. Η ένταση ενισχύει τα ακραία στοιχεία του δεξιού συνασπισμού που κυβερνά τη χώρα.

Απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις η Ελλάδα συνεχίζει μια μονοδιάστατη πολιτική, που την απομονώνει από τις υπόλοιπες χώρες της περιοχής. Με την Αλβανία ο κ. Μητσοτάκης έχει φέρει τις σχέσεις μας σε οριακό σημείο με την επιλογή της συμμετοχής του ακροδεξιού εκλεγμένου δημάρχου Χειμάρρας και καταδικασμένου από την Αλβανική Δικαιοσύνη Φρέντι Μπελέρη στο ευρωψηφοδέλτιο της ΝΔ. Οι παραδοσιακά καλές σχέσεις με τη Σερβία έχουν διαρραγεί μετά την υπερψήφιση της εισήγησης της κ. Μπακογιάννη για ένταξη του Κοσόβου στο Συμβούλιο της Ευρώπης, ενώ την ίδια ώρα στη Βόρεια Μακεδονία η αδράνεια των Αθηνών και η εθνικιστική ρητορική του VMRO κινδυνεύουν να τινάξουν στον αέρα τη Συμφωνία των Πρεσπών.

Στο μέτωπο των ελληνοτουρκικών σχέσεων τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Είναι σαφές ότι οι Αμερικανοί «έδωσαν» στον Πρόεδρο Ερντογάν τη δυνατότητα ενός «διαλόγου» που δεν αποκλείει αναθεώρηση των συνθηκών. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι ο διάλογος θα καταλήξει κάπου. Στην ουσία, αυτό που εξυπηρετεί ο διάλογος για τους Αμερικανούς είναι ο έλεγχος της δράσης της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή μέσω κάποιων «ανταλλαγμάτων», που όλο και θα πλησιάζουν, αλλά ποτέ δεν θα έρχονται. Η Τουρκία, από την άλλη, γνωρίζει ότι ο αναβαθμισμένος ρόλος της απέναντι στον αραβικό κόσμο και στη Ρωσία τής δίνει αυξημένες διαπραγματευτικές δυνατότητες αλλά και οικονομικά οφέλη, ακόμα κι αν δεν καταλήξει σε συμφωνία με την Ελλάδα για τις ΑΟΖ στο ορατό μέλλον.

Η μόνη που μοιάζει να βαδίζει χωρίς πυξίδα είναι η Ελλάδα. Έχει χάσει οριστικά τα ερείσματά της στον αραβικό κόσμο με την ανοιχτή και απροκάλυπτη στήριξη που παρέχει στο Ισραήλ, ενώ έχει αποκοπεί και από τα κινήματα αλληλεγγύης στον παλαιστινιακό λαό, που ογκώνονται σε Αμερική και Ευρώπη. Την ίδια ώρα, έχει χάσει και τα ερείσματά της στα Βαλκάνια. Ο μόνος σύμμαχος που έχει απομείνει στον κ. Μητσοτάκη είναι ο κ. Νετανιάχου, αφού και σημαντικό μέρος των εβραίων κατοίκων του κράτους του Ισραήλ μοιάζει να αποστρέφεται τις εγκληματικές πολιτικές του τελευταίου.

Στους υποστηρικτές του κ. Μητσοτάκη δεν συγκαταλέγονται ούτε οι Αμερικανοί, αφού βασικός τους στόχος είναι ο έλεγχος της Τουρκίας και όχι η αναβάθμιση του ρόλου της Ελλάδας. Στην Αθήνα τόσο η κυβέρνηση όσο και η αστική τάξη δεν δείχνουν να ενδιαφέρονται για όλα αυτά. Η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας αλλά και τα επιχειρηματικά συμφέροντα μοιάζουν να ακολουθούν προσωπικές στρατηγικές, που δεν συγκλίνουν σε κάποιον κεντρικό στόχο ή επιδίωξη. Φαίνονται να ακολουθούν ένα γενικευμένο «δόγμα Μολυβιάτη», μόνο που αυτήν τη φορά δεν προσπαθούν να αναβάλουν την «τελική διαπραγμάτευση» αλλά την «τελική απόφαση».

Είναι μια αδιέξοδη και επικίνδυνη πολιτική, που μόνον η ελληνική κοινωνία και η αλληλεγγύη των λαών μπορούν να την περιορίσουν. Αυτός είναι ένας ακόμη λόγος που η πραγματική Αριστερά πρέπει να βγει ενισχυμένη από την κάλπη των ευρωεκλογών.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ