Γ. Στουρνάρας (ΤτΕ): «Πρέπει να εναρμονιστούν τα εθνικά συστήματα εγγύησης καταθέσεων»

Γ. Στουρνάρας (ΤτΕ): «Πρέπει να εναρμονιστούν τα εθνικά συστήματα εγγύησης καταθέσεων»

«Καμία τράπεζα δεν θα πρέπει να της επιτρέπεται να μετακυλήσει το κόστος της δικής της κακοδιαχείρισης στον φορολογούμενο μόνο και μόνο επειδή θεωρείται «πολύ μεγάλη για να αποτύχει» είπε ο Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, στο συνέδριο στην Τράπεζα της Ελλάδος με τίτλο “Banking Resolution at Ten: Experiences and Open Issues”.

«…θα πρέπει να λειτουργούμε σε ένα περιβάλλον όπου οι τράπεζες δεν μπορούν να αποτυγχάνουν ή ότι οι χρεωκοπημένες τράπεζες θα πρέπει να διασωθούν με χρήματα των φορολογούμενων. Οι τράπεζες αυτές θα πρέπει να μπορούν να εξέρχονται της αγοράς. Και σε καμία τράπεζα δεν θα πρέπει να της επιτρέπεται να μετακυλήσει το κόστος της δικής της κακοδιαχείρισης στον φορολογούμενο μόνο και μόνο επειδή θεωρείται «πολύ μεγάλη για να αποτύχει» σημέιωσε.

Ακολουθεί η ομιλία :
(πηγή TτΕ)

Αξιότιμοι ομιλητές,

Κυρίες και κύριοι,

Η Τράπεζα της Ελλάδος σας καλωσορίζει στο σημερινό Συνέδριο σχετικά με τα διεθνή και ευρωπαϊκά θεσμικά πλαίσια για την εξυγίανση των τραπεζών, την εμπειρία από την εφαρμογή τους την τελευταία δεκαετία και τις τρέχουσες συζητήσεις για τις αναγκαίες αναθεωρήσεις αυτών.

Χαίρομαι που βρίσκομαι σήμερα μαζί σας, και που θα μοιραστώ κάποιες σκέψεις για το θέμα αυτό, το οποίο θεωρώ ότι είναι ύψιστης σημασίας για το μέλλον του τραπεζικού κλάδου και του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου, ειδικότερα.

Το συνέδριο αυτό πραγματοποιείται στην δέκατη επέτειο από την υιοθέτηση της Οδηγίας για την Ανάκαμψη και Εξυγίανση των Πιστωτικών Ιδρυμάτων και όχι τυχαία. Η Οδηγία αυτή, η οποία υιοθετήθηκε κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2014, υιοθέτησε για πρώτη φορά ένα εναρμονισμένο πανευρωπαϊκό πλαίσιο για την αντιμετώπιση κρίσεων τραπεζών που εγείρουν συστημικούς κινδύνους – ένα πλαίσιο συνεπές με τις νέες ιδέες και πρακτικές που υιοθετήθηκαν στον απόηχο της Παγκόσμιας Χρηματοπιστωτικής Κρίσης, αρχικά σε εθνικό επίπεδο και αμέσως μετά σε επίπεδο των G20, με αποκορύφωμα την ανάπτυξη από το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (FSB) των διεθνών αρχών για την εξυγίανση των συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

Ειδικότερα, ενώ οι αλλαγές που επέφερε η Βασιλεία ΙΙΙ αποσκοπούσαν στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού συστήματος με τη σημαντική ενίσχυση των προτύπων προληπτικής εποπτείας για τις τράπεζες, τα νέα πλαίσια για την εξυγίανση είχαν σκοπό να παράσχουν ένα συνεκτικό, πιο εξελιγμένο και διεθνώς συνεπές πλαίσιο για την αντιμετώπιση της πτώχευσης των τραπεζών, ιδίως αυτών που εγείρουν συστημικό κίνδυνο.

Οι τράπεζες διαδραματίζουν ένα σημαντικό ρόλο στην οικονομία, παρέχοντας χρηματοδότηση στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις, ενώ διασφαλίζουν ότι οι καταθέτες θα συνεχίσουν να έχουν πρόσβαση στα κεφάλαιά τους. Οποιαδήποτε διατάραξη που θα μπορούσε να δημιουργηθεί από τη μη συντεταμένη κατάρρευση μιας τράπεζας θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομία, ακόμα και να προκαλέσει οικονομική ύφεση, όπως παρατηρήθηκε κατά την περίοδο της Παγκόσμιας Χρηματοπιστωτικής Κρίσης. Αυτό δε σημαίνει, ωστόσο, ότι θα πρέπει να λειτουργούμε σε ένα περιβάλλον όπου οι τράπεζες δεν μπορούν να αποτυγχάνουν ή ότι οι χρεωκοπημένες τράπεζες θα πρέπει να διασωθούν με χρήματα των φορολογούμενων. Οι τράπεζες αυτές θα πρέπει να μπορούν να εξέρχονται της αγοράς. Και σε καμία τράπεζα δεν θα πρέπει να της επιτρέπεται να μετακυλήσει το κόστος της δικής της κακοδιαχείρισης στον φορολογούμενο μόνο και μόνο επειδή θεωρείται «πολύ μεγάλη για να αποτύχει».

Ωστόσο, η έξοδος μιας τράπεζας από την τραπεζική αγορά θα πρέπει να πραγματοποιείται με συντεταγμένο τρόπο, να μην διαταράσσει την παροχή κρίσιμων λειτουργιών, να μη θέτει σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος συνολικά και να αποτρέπει την περιττή απομείωση αξίας.

Υπό το πρίσμα αυτών των προβληματισμών, τα πλαίσια που υιοθετήθηκαν μετά την κρίση επιδιώκουν να συνδυάσουν τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της συνέχειας παροχής των κρίσιμων λειτουργιών με την διασφάλιση της πειθαρχίας της αγοράς και την αποφυγή της διάσωσης των τραπεζών με κρατικούς πόρους. Αυτή είναι και η κύρια ιδέα πίσω από την Οδηγία για την Ανάκαμψη και Εξυγίανση των Πιστωτικών Ιδρυμάτων.

Στην Ευρώπη, η υιοθέτηση της Οδηγίας για την Ανάκαμψη και Εξυγίανση των Πιστωτικών Ιδρυμάτων, η οποία εισήγαγε ένα εναρμονισμένο σύνολο κανόνων για την εξυγίανση των τραπεζών στην Ένωση, ακολουθήθηκε από την υιοθέτηση, δύο μήνες αργότερα, ενός συγκεκριμένου εργαλείου που στόχευε ιδίως στην ζώνη του ευρώ, τον Κανονισμό που ίδρυσε τον δεύτερο πυλώνα της Τραπεζικής Ένωσης, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Εξυγίανσης.  Ο πρώτος πυλώνας της Τραπεζικής Ένωσης, ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός, συμβάλλει σημαντικά στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας των τραπεζών με την εφαρμογή πολύ υψηλών κανόνων εποπτείας με ένα συνεπή τρόπο σε όλα τα εποπτευόμενα ιδρύματα που λειτουργούν στην ευρωζώνη, μειώνοντας τον κίνδυνο για το σύστημα. Ωστόσο, παρά την ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου και της εποπτείας, είναι αδύνατον να αποφευχθεί πτώχευση κάποιων τραπεζών. Την ευθύνη για την προετοιμασία και την διαχείριση αυτής της κρίσης έχει αναπόφευκτα ο δεύτερος πυλώνας, ο Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης. Όπως όλοι γνωρίζουμε, αυτός είναι ένας πολυεπίπεδος διοικητικός μηχανισμός που περιλαμβάνει ένα κεντρικό φορέα, το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης που έχει την έδρα του στις Βρυξέλλες, καθώς και τις εθνικές αρχές εξυγίανσης των κρατών μελών της Τραπεζικής Ένωσης (περιλαμβανομένης, παρεμπιπτόντως  και της Τράπεζας της Ελλάδος). Ο Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης είναι υπεύθυνος τόσο για την προετοιμασία των πλάνων εξυγίανσης όσο και για την εφαρμογή των μέτρων εξυγίανσης εφόσον η τράπεζα αξιολογηθεί ότι τελεί υπό καθεστώς αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης αφερεγγυότητας. Για την χρηματοδότηση των μέτρων εξυγίανσης, έχει ιδρυθεί το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης που έχει χρηματοδοτηθεί εκ των προτέρων με εισφορές του τραπεζικού τομέα.

Η ίδρυση του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης ήταν ένα τολμηρό και αποφασιστικό βήμα προς την ολοκλήρωση των ευρωπαϊκών τραπεζικών αγορών.

Μεταγενέστερα γεγονότα, συμπεριλαμβανομένου του χειρισμού των πτωχεύσεων της Banco Popular και της Sberbank, επιβεβαίωσαν την αξία του εν λόγω Μηχανισμού. Ταυτόχρονα, μέσω των προσπαθειών του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης, οι τράπεζες στην Ένωση έχουν καταστεί πιο εξυγιάσιμες και, ως εκ τούτου, ασφαλέστερες. Όχι μόνο έχουν αυξήσει την ικανότητά τους να απορροφούν ζημίες, αλλά επίσης έχουν αναπτύξει τις δεξιότητές τους σε όλες τις πτυχές ώστε να συμβάλουν στη δυνατότητα εξυγίανσης. Επιπλέον, το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης έχει επιτύχει το ποσό στόχο του, καθώς έχει χρηματοδοτηθεί πλήρως και έχει αμοιβαιοποιήσει τα σχετικά κεφάλαια.

Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να επαναπαυθούμε.

Όπως έδειξαν τα ατυχή γεγονότα του περασμένου έτους στις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ελβετία, δεν υπάρχει περιθώριο εφησυχασμού. Αντ’ αυτού, οι αρχές θα πρέπει να παραμείνουν σε εγρήγορση και να αξιοποιήσουν τα διδάγματα που αντλήθηκαν. Όπως κατέληξε το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στην επανεξέταση των περιπτώσεων αυτών, οι πτωχεύσεις τραπεζών του 2023 υπογράμμισαν τα πλεονεκτήματα του διεθνούς πλαισίου εξυγίανσης. Ωστόσο, εντοπίστηκαν διάφορα θέματα στα οποία θα πρέπει να υπάρξουν βελτιώσεις. Επιτρέψτε μου να επισημάνω μερικά:

Αρχικά, ιδίως οι περιπτώσεις στις ΗΠΑ ανέδειξαν ότι το πλαίσιο θα πρέπει να είναι αρκετά ευέλικτο ώστε να επιτρέπει στις αρχές να λαμβάνουν μέτρα εξυγίανσης για την αντιμετώπιση της πτώχευσης μεσαίων ή ακόμη και μικρών τραπεζών. Η πραγματικότητα είναι ότι το πλαίσιο ανάκαμψης και εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων σχεδιάστηκε πρωτίστως για την αντιμετώπιση της πτώχευσης σημαντικών ιδρυμάτων. Και ενώ η χρήση διαδικασιών αφερεγγυότητας μπορεί να αποτελεί αξιόπιστη λύση για τις μικρές ή μεσαίες τράπεζες, ενδέχεται να υπάρχουν περιπτώσεις, όπως παρατηρήθηκε και στις ΗΠΑ, όπου η προοπτική απομείωσης ή η απομείωση των καταθέσεων μπορεί να οδηγήσει σε μαζικές αναλήψεις από τους μη καλυπτόμενους καταθέτες σε άλλες τράπεζες που θεωρούνται παρόμοιες με τις προβληματικές τράπεζες, δημιουργώντας συστημικό πρόβλημα.

Δεύτερον, θα πρέπει να διασφαλίσουμε την ευελιξία στη χρήση στρατηγικών εξυγίανσης για την αντιμετώπιση διαφορετικών σεναρίων, συμπεριλαμβανομένων των κρίσεων ρευστότητας. Στο πλαίσιο αυτό, ίσως χρειαστεί να εξετάσουμε κατά πόσον τα εργαλεία μεταφοράς ή ένας συνδυασμός στρατηγικών μπορεί να είναι καταλληλότερος από την εφαρμογή του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα (bail-in).

Τρίτον, η διασφάλισης επαρκούς ρευστότητας κατά την εξυγίανση είναι υψίστης σημασίας. Οι αρχές θα πρέπει να είναι έτοιμες να παράσχουν ρευστότητα, όπως συνέβη στις ΗΠΑ και την Ελβετία. Από την άλλη, οι αρχές εξυγίανσης και οι αρμόδιες εποπτικές αρχές θα πρέπει σε συνεργασία με τις τράπεζες για να διασφαλίσουν ότι οι τελευταίες μπορούν να κινητοποιούν γρήγορα εξασφαλίσεις όταν αυτό είναι αναγκαίο.

Κατανοώ ότι αυτά τα θέματα θα συζητηθούν λεπτομερώς σήμερα.

Όσον αφορά την Ευρώπη, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί στον τομέα της εξυγίανσης βάσει των δύο καινοτόμων νομοθετημάτων που υιοθετήθηκαν πριν από δέκα χρόνια, της Οδηγίας για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων και του Κανονισμού για τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης, η πραγματική εφαρμογή του ευρωπαϊκού πλαισίου εξυγίανσης ανέδειξε ορισμένες ελλείψεις και εκκρεμότητες που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν.

Ευτυχώς, οι προτάσεις μεταρρύθμισης του ευρωπαϊκού πλαισίου διαχείρισης κρίσεων και ασφάλισης καταθέσεων (crisis management and deposit insurance framework) που κατέθεσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Απρίλιο του 2023 κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση. Αυτή η δέσμη νομοθετικών προτάσεων, η οποία συζητείται επί του παρόντος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, υπόσχεται να εισαγάγει πολλές αναγκαίες βελτιώσεις.

Ειδικότερα, οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με:

α. την επέκταση της εφαρμογής του πλαισίου εξυγίανσης στις μεσαίες ή μικρές τράπεζες, διευκολύνοντας τη χρηματοδότηση της πώλησης επιλεγμένων στοιχείων ενεργητικού και παθητικού μέσω της χρήσης των πόρων MREL και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μέσω των συστημάτων εγγύησης καταθέσεων,

β. την υιοθέτηση της ενιαίας προνομιακής μεταχείρισης των καταθετών έναντι των άλλων πιστωτών στην κατάταξη των απαιτήσεων στην ειδική εκκαθάριση, δηλαδή στη σειρά με την οποία ικανοποιούνται οι διάφορες υποχρεώσεις μιας τράπεζας σε περίπτωση αφερεγγυότητας, επιτυγχάνοντας έτσι μεγαλύτερη εναρμόνιση της ιεραρχίας των πιστωτών σε ολόκληρη την Ένωση και διευκολύνοντας τη χρήση των κεφαλαίων του συστήματος εγγύησης καταθέσεων για τη χρηματοδότηση των μέτρων εξυγίανσης,

γ. την εναρμόνιση των προϋποθέσεων για τη χρηματοδότηση από τα συστήματα εγγύησης καταθέσεων προληπτικών και εναλλακτικών μέτρων που αποσκοπούν στη διασφάλιση της συνέχειας των δραστηριοτήτων μιας προβληματικής τράπεζας, ως εναλλακτική της απλής πτώχευσης της τράπεζας και στη συνέχεια της αποζημίωσης των καταθετών. Εάν η πρόταση αυτή εγκριθεί όπως έχει προταθεί, αυτό θα διευκολύνει τη χρήση τέτοιων προληπτικών και εναλλακτικών μέτρων, πάντα υπό τον περιορισμό του ελάχιστου κόστους, το οποίο απαγορεύει τη χρηματοδότηση τέτοιων μέτρων εάν η εφαρμογή τους θα εξέθετε το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων σε μεγαλύτερες ζημίες σε σύγκριση με την αποζημίωση των καταθετών στην εκκαθάριση.

δ. τη διασφάλιση, στο μέγιστο βαθμό, ίδιων συνθηκών μεταξύ των κρατών μελών στα σχετικά θέματα.

Πριν από τρεις εβδομάδες, στις 24 Απριλίου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ολοκλήρωσε την πρώτη ανάγνωση των προτεινόμενων νομοθετικών κειμένων σχετικά με τη διαχείριση κρίσεων και την ασφάλιση των καταθέσεων. Τα κείμενα που ενέκρινε το Κοινοβούλιο δείχνουν την υποστήριξή του προς τη γενική κατεύθυνση που προτείνει η Επιτροπή. Η κύρια διαφορά σχετίζεται με την πρότασή του για την υιοθέτηση δύο βαθμίδων έναντι ενιαίας βαθμίδας για τους καταθέτες στην κατάταξη των απαιτήσεων στην ειδική εκκαθάριση.

Αναμένουμε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να επιδείξει φιλοδοξία και να καταλήξει σύντομα σε συμφωνία σχετικά με τη γενική προσέγγιση.

Είναι εξαιρετικά σημαντικό οι νομοθετικές προτάσεις να προχωρήσουν γρήγορα και η τρέχουσα ενιαία προσέγγιση να αντικατασταθεί από μια πιο ευέλικτη. Αυτό θα επιτρέψει στις αρχές να χρησιμοποιούν κατάλληλα τα εργαλεία που έχουν στη διάθεσή τους, να προσαρμόζουν τη χρήση τους στις ιδιαιτερότητες των πραγματικών πτωχεύσεων τραπεζών και να αποφεύγονται οι συστημικές επιπτώσεις.

Τέλος, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι οι υφιστάμενες προτάσεις της Επιτροπής εξακολουθούν να μην αντιμετωπίζουν το σημαντικότερο στοιχείο που λείπει από το πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων των ευρωπαϊκών τραπεζών. Πρόκειται για τη δημιουργία του τρίτου πυλώνα της Τραπεζικής Ένωσης, του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εγγύησης Καταθέσεων (EDIS), το οποίο εξακολουθούν να μην υποστηρίζουν ορισμένα κράτη μέλη. Ελπίζουμε, ωστόσο, ότι η εναρμόνιση του ρόλου και των αρμοδιοτήτων των εθνικών συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων στο πλαίσιο της εν εξελίξει μεταρρύθμισης θα μπορούσε επίσης να χρησιμεύσει ως βάση για την πρόοδο του φακέλου EDIS στο εγγύς μέλλον. Αυτό, μεταξύ άλλων, θα είναι ένα βήμα προς την ορθή κατεύθυνση της εξάλειψης του κατακερματισμού στον τραπεζικό τομέα στην Ευρώπη, επιτρέποντας πιο φιλόδοξες διασυνοριακές συναλλαγές μεταξύ τραπεζών (για παράδειγμα, συγχωνεύσεις και απορροφήσεις) και τελικά επιτυγχάνοντας οικονομίες κλίμακας και υψηλότερη αποτελεσματικότητα.

Για άλλη μια φορά θα ήθελα να σημειώσω ότι είμαι πολύ χαρούμενος για τη διοργάνωση της σημερινής εκδήλωσης στην Τράπεζα της Ελλάδος και ελπίζω ότι θα απολαύσετε τη συζήτηση καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας.

Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας.


Σχολιάστε εδώ