Π. Σκουρλέτης στο “Π”: Αναζητείται μια νέα ριζοσπαστική αναπτυξιακή στρατηγική

Π. Σκουρλέτης στο “Π”: Αναζητείται μια νέα ριζοσπαστική αναπτυξιακή στρατηγική

Του
ΠΑΝΟΥ ΣΚΟΥΡΛΕΤΗ
Στελέχους της Νέας Αριστεράς, πρώην Υπουργού


Τα τελευταία λουκέτα των εργοστασίων Γιούλα, Sonoco, Tupperware και άλλων, καθώς και η αδυναμία να διασωθεί η καταταλαιπωρημένη και μοναδική για τη χώρα μας ΛΑΡΚΟ, ξαναφέρνουν στην επιφάνεια το κρίσιμο θέμα της ισχνής παραγωγικής βάσης της οικονομίας μας. Μόνο που αυτήν τη φορά η συρρίκνωση της βιομηχανίας στη χώρα μας δεν συμβαίνει σε συνθήκες ύφεσης αλλά ανάκαμψης της οικονομίας. Η έλλειψη ενός εγχώριου σχεδίου στήριξης του δευτερογενούς τομέα, σε συνδυασμό με την εκτίναξη του ενεργειακού κόστους, οδηγεί στην επιτάχυνση της συρρίκνωσής του.

Αλήθεια, δεν θα μπορούσαν να στηριχθούν βιώσιμες κατά τα άλλα βιομηχανίες στον τομέα της μεταποίησης των τροφίμων ώστε να αποκτήσουν βάθος και να καταστούν πιο ανταγωνιστικές και πιο εξωστρεφείς; Δεν θα μπορούσε ένα μέρος των υλικών που επενδύονται στις ΑΠΕ να κατασκευάζεται στην Ελλάδα; Δεν θα μπορούσε ένα μέρος του εξοπλισμού των τουριστικών μονάδων να παράγεται στη χώρα μας; Όλα αυτά, βέβαια, έχουν μια βασική προϋπόθεση: την ύπαρξη ενός στοχευμένου αναπτυξιακού σχεδίου εκ μέρους της Πολιτείας, που θα υλοποιούσε μια τέτοια κατεύθυνση. Οι έννοιες, όμως, των κλαδικών – τομεακών πολιτικών, της αξιοποίησης των εγχώριων συγκριτικών πλεονεκτημάτων και των αντίστοιχων εργαλείων στήριξης σπανίζουν στον οικονομικό σχεδιασμό της χώρας τις τελευταίες δεκαετίες.

Έτσι, η μεγέθυνση για την οποία υπερηφανεύεται η κυβέρνηση είναι μια μεγέθυνση από τα παλιά. Αναπαράγει όλες τις παθογένειες του εγχώριου παραγωγικού μοντέλου και δεν συνιστά απάντηση στο διαχρονικό παραγωγικό έλλειμμα της χώρας. Γι’ αυτό και το μέγεθος της οικονομίας που χτυπάει κόκκινο και μας προειδοποιεί για αυτά που έρχονται είναι το έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών της χώρας, που έφθασε τα τελευταία χρόνια σε ύψος-ρεκόρ. Μπορεί, λοιπόν, να επαίρεται η κυβέρνηση για τις επενδύσεις, μόνο που αυτές αφορούν κατά κύριο λόγο εξαγορές «κόκκινων» τραπεζικών δανείων από τα funds, εξαγορές επιχειρήσεων και επενδύσεις σε ακίνητα. Η πολυπόθητη διεύρυνση της εγχώριας παραγωγικής βάσης παραμένει άπιαστος στόχος.

Αυτού του τύπου η ανάπτυξη, που δεν δημιουργεί νέες, καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας και στηρίζεται στη φθηνή εργασία, δεν αυξάνει την παραγωγικότητα και υποβαθμίζει πέραν της εργασίας και την οικονομία της χώρας γενικότερα.

Η πραγματικότητα αυτή αποτυπώνεται στη μείωση της συμμετοχής των αμοιβών της εργασίας ως ποσοστού του ΑΕΠ έναντι των κερδών, επιφέροντας ρεκόρ εικοσαετίας, υπέρ των κερδών βεβαίως. Η πραγματικότητα που διαμορφώνεται στη χώρα μας σήμερα οδηγεί στη διεύρυνση των οικονομικών ανισοτήτων και στην αναπαραγωγή ενός θνησιγενούς μοντέλου. Έτσι, η αγοραστική δύναμη των μισθωτών έχει κατρακυλήσει και η Ελλάδα είναι δεύτερη από το τέλος στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ, με όρους αγοραστικής δύναμης, πάνω από τη γειτονική μας Βουλγαρία.

Η υπέρβαση αυτής της κατάστασης δεν μπορεί να υπηρετηθεί με μισόλογα, με πολιτικές προτάσεις μέσου όρου και χωρίς μέτωπα απέναντι στα συμφέροντα που λυμαίνονται τον πλούτο της χώρας και την καθηλώνουν στη μιζέρια και στις τελευταίες θέσεις. Χρειάζεται ένα ριζοσπαστικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης για μια νέα πορεία της οικονομίας, που θα βασίζεται στην αναβάθμιση της εργασίας και θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εποχής μας. Ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο φιλικό στο περιβάλλον, που θα έχει τη δυνατότητα να παρέχει ουσιαστική ασφάλεια και φροντίδα στους πολίτες της χώρας μας.

Δυστυχώς, η πολιτική βούληση, οι προτάσεις και η στρατηγική τόσο του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ όσο και του ΠΑΣΟΚ δεν μας δείχνουν ότι κινούνται σε μια τέτοια κατεύθυνση. Αντιθέτως, κινούνται σε μια λογική νεοφιλελεύθερης διαχείρισης. Όσο για το απόλυτα προβλέψιμο ΚΚΕ, αρκείται στην αυτοαναφορικότητά του. Ο ρόλος του καταλύτη, που θα γονιμοποιήσει νέες διεργασίες και εξελίξεις, πέφτει στο εγχείρημα της Νέας Αριστεράς. Εγχείρημα δύσκολο αλλά ελπιδοφόρο και κυρίως αναγκαίο.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ