Θ. Ξανθόπουλος στο “Π”: Το μεταπολιτευτικό συμβόλαιο κινδυνεύει…

Θ. Ξανθόπουλος στο “Π”: Το μεταπολιτευτικό συμβόλαιο κινδυνεύει…

Του
ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΥ
Βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ Δράμας,
Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου


Το έγκλημα των Τεμπών εδώ και έναν χρόνο σκιάζει τη δημόσια ζωή της χώρας μας και αποτελεί πεδίο μαζικής κοινωνικής αντιπολίτευσης αλλά και έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης. Η κυβέρνηση εξαρχής επέλεξε το πεδίο του «ανθρώπινου λάθους» για να περιορίσει, κατά το δυνατόν, τις πολιτικές και ενδεχομένως ποινικές ευθύνες των μελών της, εκδοχή που η κοινωνία αντιμετώπισε με επιφύλαξη.

Η σύσταση της Εξεταστικής Επιτροπής, με ευθύνη της κυβερνητικής πλειοψηφίας, κατέληξε στη συνήθη διαδικασία της έκδοσης πολλών πορισμάτων, γεγονός που επέτεινε την κοινωνική δυσαρέσκεια, η δε συζήτηση του πορίσματος της πλειοψηφίας στη Βουλή, απουσία του πρωθυπουργού αλλά και του άμεσα εμπλεκόμενου υπουργού Κ. Καραμανλή, ήταν αποκαλυπτική των κυβερνητικών επιλογών.

Και ενώ όλα έβαιναν σύμφωνα με τις κυβερνητικές προβλέψεις, την Κυριακή 24 Μαρτίου το «Βήμα», η ναυαρχίδα της μιντιακής υπεροπλίας της ΝΔ, με πρωτοσέλιδο άρθρο του επιβεβαίωσε τα όσα κατήγγειλαν εξαρχής οι εργαζόμενοι στον σιδηρόδρομο. Ότι, δηλαδή, οι συνομιλίες μεταξύ του μοιραίου σταθμάρχη και των μηχανοδηγών των αμαξοστοιχιών, που δημοσιεύθηκαν την επόμενη μέρα της σύγκρουσης, ήταν χαλκευμένες, προϊόν «κοπτοραπτικής», και ενίσχυαν την κυβερνητική επιχειρηματολογία περί «ανθρώπινου λάθους»!

Η εξέλιξη αυτή έβαλε φωτιά στο πολιτικό σκηνικό. Είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει δεκτό ακριβώς γιατί αποδεικνύει την καθεστωτική αντίληψη που διακατέχει τα κυβερνητικά στελέχη. Αντίληψη που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το Κράτος Δικαίου, το οποίο πλέον και με τη βούλα του Ευρωκοινοβουλίου βρίσκεται σε κρίση. Η κυβέρνηση πρωταγωνιστεί σε συνεχή επεισόδια καταστρατήγησης των αρχών του Κράτους Δικαίου, προβάλλοντας ως μόνο επιχείρημα το εκλογικό αποτέλεσμα, το περίφημο 41%.

Ο ολισθηρός δρόμος άνοιξε με το μέγα σκάνδαλο των υποκλοπών, συνεχίσθηκε με την επίθεση στις Ανεξάρτητες Αρχές, επεκτάθηκε με τη διαρροή προσωπικών δεδομένων πολιτών στην κ. Ασημακοπούλου και ως επιστέγασμα ήλθε η νόθευση των συνομιλιών των πρωταγωνιστών της τραγικής σύγκρουσης.

Η θεσμική αντίδραση υπήρξε ακαριαία, ενωτική, και γι’ αυτό ελπιδοφόρα. Η πρόταση δυσπιστίας που κατατέθηκε με πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ και υποστηρίχθηκε από όλα τα κόμματα της προοδευτικής αντιπολίτευσης, του ΚΚΕ μη εξαιρουμένου, με το δικό του, διακριτό στίγμα, δημιούργησε νέα πολιτικά δεδομένα. Κατ’ αρχάς, η κυβέρνηση επί τρεις ημέρες προσπάθησε να εξηγήσει τα ανεξήγητα και να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Διότι στο καθαυτό έγκλημα των Τεμπών προστέθηκε και το –σύνηθες για αυτήν– έγκλημα της συγκάλυψης. Και είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποκρουσθεί η ομοβροντία των πυρών της αντιπολίτευσης. Βεβαίως, υπάρχει και το αντεπιχείρημα ότι η πρόταση δυσπιστίας ωφελεί την κυβέρνηση, καθώς θα τη συσπειρώσει απέναντι στον αντίπαλο και στο τέλος θα βγει αναβαπτισμένη, ωφελημένη και κερδισμένη από την τριήμερη κοινοβουλευτική μάχη.

Κατά τη γνώμη μου, δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Στην πολιτική δεν κρίνονται τα πάντα εκ του αποτελέσματος. Η πρόταση μομφής δεν είχε μοναδικό στόχο την απώλεια της δεδηλωμένης και την πτώση της κυβέρνησης. Δεν είναι τυχαίο το ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ Στ. Κασσελάκης ζήτησε την «ήρεμη παραίτηση» του Κυρ. Μητσοτάκη και την προσφυγή σε εκλογές, και μάλιστα παρουσία διεθνών παρατηρητών. Η πρόταση δυσπιστίας στόχο είχε να καταστήσει την κυβέρνηση απολογούμενη για σωρεία αντιθεσμικών παρεμβάσεων, να συνθέσει τις διαφορετικές απόψεις της αντιπολίτευσης, να λειτουργήσει ενωτικά για τον προοδευτικό χώρο και, κυρίως, να δείξει στον λαό ότι η κυβέρνηση του Κυρ. Μητσοτάκη «βλάπτει σοβαρά τη Δημοκρατία».

Το μεταπολιτευτικό συμβόλαιο που είχαμε κατακτήσει ως χώρα κινδυνεύει. Η τακτική της συντηρητικής παράταξης, ομολογημένη και από τον κ. Βορίδη, που συνίσταται στη στρατηγική «να μην κυβερνήσει ξανά η Αριστερά», γυρίζει την πατρίδα μας σε εποχές που όλοι μας (και οι συντηρητικοί πολίτες) θέλουμε να πιστεύουμε ότι έχουμε αφήσει οριστικά πίσω μας. Και η καθεστωτική αντίληψη της Νέας Δημοκρατίας είναι κάτι που διεγείρει τα δημοκρατικά αντανακλαστικά του ελληνικού λαού, ο οποίος είναι ο τελικός κριτής όλων μας και θα δώσει την απάντησή του.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ