Ευρωεκλογές 2024 (Μέρος ΙΙ) – Το Κράτος Δικαίου στην Ελλάδα – Του Ν. Στραβελάκη


Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών


Στο σημερινό, δεύτερο μέρος της τριλογίας των ευρωεκλογών είχαν την πρόθεση να γράψω για την κλιματική και διατροφική κρίση στην Ευρώπη, υπό το πρίσμα των μεγάλων αγροτικών κινητοποιήσεων σε ολόκληρη την ΕΕ. Η πρόταση δυσπιστίας, όμως, που κατέθεσε σύσσωμη σχεδόν η αντιπολίτευση για το έγκλημα των Τεμπών φέρνει στην επιφάνεια το πολυσήμαντο ζήτημα του Κράτους Δικαίου γενικά και του Κράτους Δικαίου στην Ελλάδα ειδικότερα.

Τους τελευταίους μήνες, η Ελλάδα έχει βρεθεί σε αρκετές περιπτώσεις στο μικροσκόπιο της διεθνούς κοινότητας για θέματα που άπτονται του Κράτους Δικαίου. Αρκετοί θεωρούσαν ότι η αποστροφή του Τζόζεφ Στίγκλιτς στο Συνέδριο του Economist στην Αθήνα (24/10/2023) ήταν απλώς έκφραση της ευαισθησίας ενός διανοούμενου απέναντι σε φαινόμενα περιορισμού των ατομικών ελευθεριών. Να θυμίσω ότι ο κ. Στίγκλιτς είχε χαρακτηρίσει τους περιορισμούς στην ελευθερία του Τύπου και στις ατομικές ελευθερίες ως έναν από τους πέντε βασικούς λόγους ανησυχίας του για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας. Ήρθε, όμως, το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις 7/2/2024 να δείξει ότι τα σκάνδαλα των τηλεφωνικών υποκλοπών, των ποινικών διώξεων και των εξοντωτικών προστίμων σε δημοσιογράφους, της περιφρόνησης διεθνών θεσμών, όπως της Επιτροπής του Ευρωκοινοβουλίου για τη Δημοκρατία, το Κράτος Δικαίου και τα Θεμελιώδη Δικαιώματα (DRFMG), και των εγκλημάτων των Τεμπών και της Πύλου δεν έχουν «παραγραφεί».

Μάλιστα, η κατακλείδα τού εν λόγω ψηφίσματος εξηγεί και τη διασύνδεση των ανωτέρω ζητημάτων με την οικονομία και συνακόλουθα με τις ανησυχίες του κ. Στίγκλιτς. Το ψήφισμα καταλήγει, μεταξύ άλλων, στην ακόλουθη αποστροφή (σημείο 27):

Το Κοινοβούλιο «καλεί την Κομισιόν να χρησιμοποιήσει πλήρως τα εργαλεία που διαθέτει για να αντιμετωπίσει τις παραβιάσεις των αξιών που κατοχυρώνονται στο άρθρο 2 της Ευρωπαϊκής Συνθήκης στην Ελλάδα. Ζητεί, ειδικότερα, αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τον Χάρτη Δικαιωμάτων κατά τη διάθεση των … κονδυλίων της ΕΕ, όπως απαιτείται από τον Κανονισμό και τις κοινές διατάξεις. Ζητεί από την Κομισιόν αξιολόγηση των συνεπειών της αδυναμίας εφαρμογής των σχετικών αποφάσεων από τα ευρωπαϊκά δικαστήρια βάσει του Κανονισμού περί όρων Κράτους Δικαίου».

Στην ουσία, το ψήφισμα είναι μια παραδοχή τού ότι η Ελλάδα αποκλίνει από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε θέματα φτώχειας, δημοκρατίας και προστασίας ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων, όπως είναι οι ανήλικοι, οι γυναίκες, οι μειονότητες και οι μετανάστες. Ακολουθώντας, μάλιστα, τη λογική της ορθόδοξης οικονομικής θεωρίας σε αυτές τις περιπτώσεις, θεωρεί ότι οι αποκλίσεις αυτές αντανακλούν την αδυναμία της καθολικής εφαρμογής των Κανόνων Δικαίου. Στις περιπτώσεις αυτές, η ορθόδοξη οικονομική θεωρία και πρακτική προστάζουν ότι οι οικονομικές κυρώσεις, στην προκειμένη περίπτωση ο περιορισμός στη διάθεση κονδυλίων, είναι ο τρόπος συμμόρφωσης της χώρας στο κανονιστικό πλαίσιο.

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν έδειξε να καταλαβαίνει αυτή την παράμετρο. Θεώρησε ότι η νίκη της στις εκλογές του 2023 τής επέτρεπε να κάνει πρακτικά ό,τι θέλει. Αυτό κρύβεται πίσω από το προκλητικό πόρισμα για τα Τέμπη, που έβγαλε λάδι τον αρμόδιο υπουργό Κώστα Αχιλλέα Καραμανλή. Την αγανάκτηση του κόσμου, τις σχεδόν 1,5 εκατ. υπογραφές για προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και τις διαδηλώσεις στο κέντρο της Αθήνας διαδέχθηκε η δήλωση της Ευρωπαίας Εισαγγελέως ότι οι Ελληνικές Αρχές τούς εμποδίζουν να φτάσουν στην αλήθεια. Έτσι οδηγηθήκαμε στην πρόταση δυσπιστίας.

Συνολικά, η ανάδειξη των ζητημάτων δημοκρατίας στην Ελλάδα από τις ευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις και θεσμούς είναι πολυδιάστατη. Περιέχει την προσπάθεια αποστασιοποίησης του ευρωπαϊκού status quo από τις εγκληματικές πολιτικές των Μνημονίων αλλά και την επιδίωξη να εμφανιστεί η ΕΕ ως εγγυητής της δημοκρατίας στη χώρα. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι παραβιάσεις του Κράτους Δικαίου δεν είναι υπαρκτές και σημαντικές, όμως η υπεράσπιση των δικαιωμάτων είναι δουλειά του λαϊκού κινήματος και όχι της κάθε υπερεθνικής γραφειοκρατίας.

Σε κάθε περίπτωση, η διαφαινόμενη αντιπαράθεση της ελληνικής αστικής τάξης και του κόμματος της Δεξιάς με σημαντικό τμήμα του ευρωπαϊκού status quo συνιστά ένα νέο πολιτικό δεδομένο, που ξεπερνά τις επικείμενες ευρωεκλογές και θα παίξει ρόλο το επόμενο διάστημα.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ