Αγώνας για επιστροφή στη σπηλιά του Κύκλωπα

Αγώνας για επιστροφή στη σπηλιά του Κύκλωπα

–Ο παράδοξος αγώνας της Ελληνικής πλευράς στην Κύπρο για επανέναρξη των Διακοινοτικών Συνομιλιών


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Θεώρησα σκόπιμο να επανέλθω στο θέμα της Κύπρου, μετά τα όσα έλαβαν και λαμβάνουν χώρα, σε σχέση με την επανέναρξη των διακοινοτικών συνομιλιών, «από το σημείο που έμειναν στην Πενταμερή Διάσκεψη του Κραν Μοντανά», και η οποία έχει αναχθεί από την Ελληνική πλευρά σε στρατηγικό στόχο, για να «σπάσει», υποτίθεται, το σημερινό αδιέξοδο.

Η Τουρκική πλευρά, μετά το ναυάγιο της Πενταμερούς, για το οποίο έχει η ίδια ακέραιη την ευθύνη, με την αδιαλλαξία της στα θέματα κυρίως των εγγυήσεων και της παρουσίας ξένων στρατευμάτων στην Κύπρο μετά τη λύση, μετακινήθηκε σε νέα, πιο ακραία ακόμη θέση.


Θέλουν λύση «ίσης κυριαρχίας και δύο κρατών»

Ζητά τώρα όχι λύση διζωνικής ομοσπονδίας, που είναι δικό της εφεύρημα, με συμβουλές Κίσινγκερ, αλλά λύση «ίσης κυριαρχίας και δύο κρατών». Ζητά, ακόμη, προκαταρκτική αναγνώριση ίσου διεθνούς καθεστώτος όχι μόνο από την Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά από τον διεθνή παράγοντα, στη συγκεκριμένη περίπτωση από τον ΟΗΕ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, πριν από οποιαδήποτε συμμετοχή σε διακοινοτικές συνομιλίες.

Προφανώς, σε μια τέτοια περίπτωση, θα έπαιρνε προκαταβολικά την αποαναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την αναγνώριση στη θέση της δύο ισοτίμων και ισοκυριάρχων κρατών, σε συσκευασία συνομοσπονδίας, που, για λόγους σκοπιμότητας για την Ελληνική πλευρά, θα μπορούσε να αποκαλείται και ομοσπονδία. Οι διακοινοτικές συνομιλίες, σε μια τέτοια περίπτωση, θα είχαν χαρακτήρα συζητήσεως των τεχνικών λεπτομερειών.



Ελληνική πλευρά πιστεύει ότι η επανάληψη των διακοινοτικών συνομιλιών πάνω στην ίδια βάση του Κραν Μοντανά διατηρεί για τις συνομιλίες την ίδια πολιτική βάση της διζωνικής ομοσπονδίας και όχι του χωριστού κράτους, όσο δυσδιάκριτη και αν γίνεται η διαφορά μεταξύ τους με τις συνεχείς διολισθήσεις και παραχωρήσεις της Ελληνικής πλευράς. Στο Κραν Μο­ντανά, π.χ., ο τότε Πρόεδρος Αναστασιάδης, μετά από ψευδείς και παραπλανητικές διαβεβαιώσεις του Νορβηγού ειδικού εκπροσώπου του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ Άιντα, έδωσε ως νέα παραχώρηση την «πολιτική ισότητα» που διεκδικούσε η Τουρκική πλευρά, με υποτιθέμενο αντάλλαγμα Τουρκική υποχώρηση στο θέμα των εγγυήσεων και της Τουρκικής στρατιωτικής παρουσίας μετά τη λύση.

Η Τουρκική υποχώρηση δεν έγινε, αλλά ο Πρόεδρος Αναστασιάδης δεν ανεκάλεσε την παραχώρηση που έκανε έναντι ψευδών βεβαιώσεων του ειδικού α­ντιπροσώπου του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ. Αντιθέτως, μετά την κατάρρευση της Διασκέψεως, η Τουρκοκυπριακή πλευρά απέσυ­ρε την πρόταση που είχε υποβάλει, υπό καθεστώς απορρήτου, στον ΟΗΕ, για το εδαφικό, για το ποιες δηλαδή περιοχές θα επέστρεφε στην Ελληνική πλευρά, στο πλαίσιο της λύσεως.

Τατάρ: “Να μας δώσει η διεθνής κοινότητα μόνιμη και ανέκκλητη λύση χωρίς την άδεια της Κυπριακής Δημοκρατίας “

Ο Τατάρ, ο σημερινός Τουρκοκύπριος ηγέτης, δηλώνει απροκάλυπτα: «Αν θα εισέλθουμε σε μια νέα διαπραγματευτική διαδικασία, πρέπει, οπωσδήποτε, να πάρω κάτι… Πρέπει να αρθεί η απομόνωση, να αρχίσουν απευθείας πτήσεις, να αρθεί η νοοτροπία που μας εμποδίζει να συναντιόμαστε με τους συνομιλητές μας. Αν επιτευχθούν αυτά, θα αρχίσουμε μια νέα διαδικασία συνομιλιών».

Ο ίδιος Τουρκοκύπριος ηγέτης διευκρινίζει σε άλλες δηλώσεις του ότι αυτά που ζητά «πρέπει να υλοποιηθούν με υπόσχεση που θα μας δώσει η διεθνής κοινότητα κατά τρόπο μόνιμο και ανέκκλητο. Δεν πρέπει να είναι με την άδεια της Κυπριακής Δημοκρατίας». Με άλλα λόγια, ο Τατάρ ζητά χωριστή διεθνή αναγνώριση από τη διεθνή κοινότητα, που θα αναιρούσε, ντε φάκτο, τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, με τα οποία καταδικάσθηκε το ψευδοκράτος.

Ο ίδιος, επίσης, ισχυρίζεται ότι «ξένοι κύκλοι» ασκούν πιέσεις στον Κύπριο Πρόεδρο Χριστοδουλίδη και τον παροτρύνουν «να αλλάξει προσέγγιση». Οι ισχυρισμοί αυτοί δεν φαίνεται να είναι τόσο αβάσιμοι, εάν κρίνει κανείς από όσα συζητά παρασκηνιακά με Ελληνοκύπριους ηγέτες και παράγοντες η σημερινή ειδική εκπρόσωπος του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ Μαρία Άνχελα Ολγκίν Κουεγιάρ.

Η τελευταία, σύμφωνα με πολύ αξιόπιστες πληροφορίες, σε συναντήσεις με ηγέτες κομμάτων αποφαίνεται ότι «οι πρόσφυγες έχουν κτίσει σπίτια, έχουν αποκατασταθεί και δεν θέλουν να γυρίσουν στο παλιό τους σπίτι». Άρα, με τη λογική αυτή, δεν υπάρχει ουσιαστικά προσφυγικό πρόβλημα, που συνδέεται άμεσα με το εδαφικό. Ερωτά, επίσης, τους Κύπριους ηγέτες τι είναι διατεθειμένοι να δώσουν στους Τουρκοκύπριους για να «πεισθούν» να συμμετάσχουν σε νέο γύρο διακοινοτικών, υπονοώντας υποχωρήσεις της Ελληνικής πλευράς στα θέματα που θέτει και ο Τατάρ, για να αρθεί δήθεν η «απομόνωση» των Τουρκοκυπρίων.

Το πρόβλημα όμως, δυστυχώς, δεν προέρχεται μόνο από εξωτερικές πιέσεις. Υπάρχουν απαράδεκτες πιέσεις και υποχωρήσεις και από κόμματα του εσωτερικού μετώπου. Την περασμένη εβδομάδα, π.χ., ο Γ. Γραμματέας του ΑΚΕΛ Στέφανος Στεφάνου είχε συνάντηση με τον ηγέτη Τουρκοκυπριακού κόμματος, που πρόσκειται στο Τουρκικό Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, που με ηγέτη τον Ετσεβίτ πραγματοποίησε την εισβολή στην Κύπρο.

«Εμείς, με τους Τουρκοκύπριους αριστερούς», δήλωσε σε συνέντευξή του σε Τουρκοκυπριακή εφημερία ο Στεφάνου, «συμφωνήσαμε για την επανέναρξη των διακοινοτικών». Απαρίθμησε, στη συνέχεια, τις «αρχές» και τα κύρια σημεία της συμφωνίας:
• διζωνική ομοσπονδία, με πολιτική ισότητα,
• μία, τουλάχιστον, θετική Τουρκοκυπριακή ψήφος για κάθε απόφαση στο Υπουργικό Συμβούλιο,
• εκ περιτροπής Προεδρία,
• συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων στο φυσικό αέριο (που εντοπίστηκε στην ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου).

«Ασκούμε πιέσεις», τόνισε ο Γ. Γραμματέας του ΑΚΕΛ, «στον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη να κάνει κινήσεις στο ενεργειακό». Οι κινήσεις τις οποίες υπονοεί ο ΓΓ του ΑΚΕΛ περιλαμβάνουν και αγωγό φυσικού αερίου μεταξύ Τουρκίας και Κύπρου, για την εξαγωγή όχι μόνο του Κυπριακού φυσικού αερίου αλλά και άλλου φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου.

Ένα Τουρκοκυπριακό κόμμα, που υπεστήριξε κατ’ εξοχήν την Τουρκική εισβολή και υποστηρίζει σήμερα την Τουρκική κατοχή, εισπράττει εύσημα «αριστερού» κόμματος από το ΑΚΕΛ. Η «ευθυκρισία» του ΑΚΕΛ κρίθηκε και πολύ παλαιότερα, το 1973, όταν ήρθε στις βουλευτικές εκλογές πρώτο κόμμα στην Τουρκία το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό κόμμα του Ετσεβίτ. Το ΑΚΕΛ χαιρέτισε τότε τη νίκη του Ετσεβίτ ως νίκη των αριστερών πολιτικών δυνάμεων στην Τουρκία, που θα είχε θετικές επιπτώσεις και στο Κυπριακό.

Ακόμα και η χούντα του Παπαδόπουλου είχε διαγνώσει τους κινδύνους που αντιπροσώπευε για την Ελληνική πλευρά η εκλογική Ετσεβίτ, γιατί ήταν γνωστό ότι δεν υπεστήριζε την πολιτική βάση των διακοινοτικών συνομιλιών, που ήταν το ενιαίο κράτος, αλλά υπεστήριζε την ομοσπονδία, που είναι το ψευδώνυμο της διχοτομήσεως.

Αντιλαμβανόμενη η χούντα το επερχόμενο επικίνδυνο αδιέξοδο στις διακοινοτικές συνομιλίες, με προφανή κίνδυνο Ελληνοτουρκικής κρίσεως, έσπευσε να κλείσει το μέτωπο με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, αποκηρύσσοντας την ΕΚΟΑ Β’ και τον Γρίβα. Ένας πρόσθετος λόγος γι’ αυτό ήταν και η πολιτικοποίηση του καθεστώτος που είχε ήδη δρομολογηθεί.

Το κακό θα ήταν μικρό εάν το ΑΚΕΛ ήταν μόνο του σ’ αυτού του είδους τις ανεδαφικές και επικίνδυνες προσεγγίσεις. Δυστυχώς, όμως, χωρίς ποτέ αυτό να χάνει την «πρωτοπορία» του, στην οποία προσδίδει, ως ιδεολογικό άλλοθι, την «προσέγγιση» με τους Τουρκοκυπρίους, έχει στο πλευρό του, ως εφάμιλλους ζηλωτές και ανταγωνιστές, την ηγεσία του ΔΗΣΥ. Αν κρίνει κανείς από τις περιοδικές δηλώσεις της Προέδρου του ΔΗΣΥ Αννίτας Δημητρίου, που είναι και Πρόεδρος της Βουλής, οι θέσεις της ηγεσίας του ΔΗΣΥ δεν απέχουν, δυστυχώς, πολύ από τις παραπάνω θέσεις της ηγεσίας του ΑΚΕΛ.



 

Η συνάντηση, άλλωστε, του ηγέτη του ΑΚΕΛ με τον ομόλογό του του υποτιθέμενου «αριστερού» Τουρκοκυπριακού κόμματος και η διακήρυξη των θέσεων που αναφέρθηκαν δεν είναι τυχαία. Έγινε τη στιγμή κατά την οποία κορυφώνονται οι προσπάθειες και οι πιέσεις του ξένου παράγοντα για την «εξεύρεση κοινού εδάφους» για την επανέναρξη των διακοινοτικών συνομιλιών. Προφανώς, η διακήρυξη των παραπάνω θέσεων, χωρίς καμία μνεία ούτε στην υπάρχουσα κατοχή, ούτε στο εδαφικό, ούτε στα θέματα των εγγυήσεων και της στρατιωτικής παρουσίας της Τουρκίας μετά τη λύση, έχει την έννοια της πιέσεως προς την Κυπριακή πλευρά να εμμείνει σ’ αυτές τις θέσεις και να προβεί σε ανάλογες υποχωρήσεις και στο φυσικό αέριο. Έχει επίσης ως στόχο την προαγωγή των θέσεων αυτών, ως δήθεν μονόδρομου, στην Ελληνική κοινή γνώμη.

Αυτά είναι τα επίχειρα μιας αυτοκαταστροφικής πολιτικής στο Κυπριακό, που συνεχίζεται, δυστυχώς, επί δεκαετίες, με τη μάταιη προσδοκία ότι θα εξευρεθεί δήθεν αποδεκτή και βιώσιμη λύση στο Κυπριακό. Στην πραγματικότητα, με τις συνεχείς και ατέρμονες διακοινοτικές συνομιλίες, συντελείται η μετατροπή του θέματος από εισβολή και κατοχή σε διακοινοτικό θέμα. Αντί να καταγγέλλεται η Τουρκική κατοχή, αναγνωρίζεται ατύπως η κατοχή ως δήθεν επικράτεια των Τουρκοκυπρίων.

Ο αγώνας για επανάληψη των διακοινοτικών συνομιλιών μοιάζει με α­γώνα για επιστροφή στη σπηλιά του Κύκλωπα. Μόνη λύση είναι η επανατοποθέτηση του Κυπριακού ως θέματος εισβολής και κατοχής.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: politis.com.cy


Σχολιάστε εδώ