Η λάθος διπλωματία έναντι της Αλβανίας εγκλώβισε την Αθήνα στα κόλπα του Έντι Ράμα

Η λάθος διπλωματία έναντι της Αλβανίας εγκλώβισε την Αθήνα στα κόλπα του Έντι Ράμα

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


Ιστορία επαναλαμβανόμενων λαθών αποτελεί τουλάχιστον τα τελευταία 30 χρόνια η ελληνική εξωτερική πολιτική έναντι της Αλβανίας.

Το πώς, με λάθη και της Αθήνας, το άνοιγμα των συνόρων οδήγησε στη μετακίνηση του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού από τις προγονικές εστίες του στην Ελλάδα, κάτι που αποτελούσε πάγιο στόχο του αλβανικού εθνικισμού, το πώς την εποχή που η επιβίωση και του τελευταίου Αλβανού εξαρτιόταν από τα εμβάσματα από την Ελλάδα η Αθήνα δεν μπόρεσε να αποκαταστήσει μια λειτουργική σχέση που θα διασφάλιζε τα εθνικά συμφέροντα και το πώς τα τελευταία χρόνια η αλβανική ηγεσία εμπαίζει την Ελλάδα, συμμαχεί με την Τουρκία και επιβάλλει τετελεσμένα περιγράφουν τη θλιβερή ιστορία των ελληνοαλβανικών σχέσεων.

Tα τελευταία χρόνια, και με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, όπου ιδεολογικές εμμονές επέτρεψαν στον Έντι Ράμα να επιβάλει τη δική του ατζέντα, αλλά και με την κυβέρνηση ΝΔ, που υπέκυψε στη «γοητεία» του αλβανού πρωθυπουργού, διαμορφώθηκε ένα προβληματικό πλαίσιο στις διμερείς σχέσεις. Κορυφαίο δείγμα ο χειρισμός της υπόθεσης του Φρέντι Μπελέρη, που προφανώς δεν είναι θέμα προσώπου, αλλά αφορά την ίδια τη μειονότητα και το πώς τα Τίρανα βλέπουν και αντιμετωπίζουν την Ελλάδα.



Η Ελλάδα αντέδρασε έντονα, και ορθώς, πριν από σχεδόν έναν χρόνο, όταν, με τρόπο που ταιριάζει μάλλον στην «παράδοση Χότζα», ο αλβανός πρωθυπουργός, για λόγους κυρίως οικονομικούς, καθώς αφορούσε την επένδυση εκατοντάδων εκατομμυρίων από σκοτεινά κυκλώματα στην «τουριστική ανάπτυξη» της Χειμάρρας, επιχείρησε να εξοντώσει πολιτικά τον εκλεγμένο δήμαρχο. Έτσι, καθώς υπήρξε και μεγάλη πίεση από την κοινή γνώμη, υποχρεώθηκε να ανακοινώσει ότι μπλοκάρει την ενταξιακή πορεία της Αλβανίας. Έκτοτε ακολουθήθηκε μια εντελώς αντιφατική πολιτική, η οποία έδωσε την ευκαιρία στον Έντι Ράμα να συνεχίσει την εφαρμογή του σχεδίου του, που στόχο είχε πρωτίστως να υφαρπάξει τον Δήμο Χειμάρρας και συγχρόνως να ταπεινώσει την Ελλάδα με κινήσεις επίδειξης ισχύος έναντι της χώρας μας.

Έτσι, η κυβέρνηση αρκέστηκε στο μπλοκάρισμα ορισμένων κινήσεων στο επίπεδο των ευρωαλβανικών σχέσεων, χωρίς να λάβει μέτρα και σε διμερές επίπεδο, τα οποία θα είχαν πιο άμεσες συνέπειες για τον Έντι Ράμα και θα ήταν ανεξάρτητα από τις πιέσεις που ασκούν Ευρωπαίοι και Αμερικανοί, ώστε να μην υπάρχουν προσκόμματα στην ευρωπαϊκή πορεία των Δυτικών Βαλκανίων, με το γνωστό και πάλι φόβητρο ότι θα αφεθούν έτσι έρμαια της ρωσικής επιρροής.

Το ίδιο διάστημα, ο κ. Ράμα, βλέποντας τα συγκεχυμένα μηνύματα από την Αθήνα, προώθησε ακόμη περισσότερο τις σχέσεις του με την Τουρκία και τον Ταγίπ Ερντογάν, με αποτέλεσμα η Αλβανία να έχει μετατραπεί σε προκεχωρημένο φυλάκιο της Τουρκίας στα βόρεια σύνορά μας, ενώ πλέον έχει στη διάθεσή της και τουρκικά drones Bayraktar.

Καθώς η πίεση της Αθήνας χαλάρωνε και υπήρχε η εικόνα ότι απέδιδαν οι πιέσεις των Ευρωπαίων και Αμερικανών προς την ελληνική κυβέρνηση, ο Έντι Ράμα αψήφησε όλες τις απειλές και πλέον οδηγεί προς ολοκλήρωση το σχέδιό του, που δεν είναι άλλο από την ακύρωση των εκλογών της Χειμάρρας και την καθαίρεση του εκλεγμένου δημάρχου. Λίγο μετά τα Χριστούγεννα η Αθήνα είχε στείλει το λάθος μήνυμα, ότι ναι μεν πρέπει να γίνει δίκαιη δίκη για τον Μπελέρη, αλλά ήταν «θετικό» ότι η Αλβανία δήθεν αναγνώριζε ότι πρέπει να φύγει από τον Δήμο Χειμάρρας ο πρώην δήμαρχος και χαμένος των εκλογών Γιώργος Γκόρος και ότι θα ήταν θετικό αν αναλάμβανε κάποιος μειονοτικός προσωρινά τον δήμο.

Έτσι, πριν από λίγες ημέρες διαπιστώσαμε ότι ο Έντι Ράμα, εντελώς… συμπωματικά, διόρισε περιφερειάρχη Αυλώνας το γνωστό στέλεχος της μειονότητας και πρώην βουλευτή του Σοσιαλιστικού Κόμματος και του LSI Βαγγέλη Τάβο. Ο Βαγγέλης Τάβος, ιστορικό στέλεχος του Σοσιαλιστικού Κόμματος, δεν είχε ποτέ σχέση με τη μειονοτική οργάνωση της Ομόνοιας, ενώ πριν από μερικά χρόνια είχε προσχωρήσει στο κόμμα της συζύγου του πρώην Πρόεδρου της χώρας Ιλίρ Μέτα.

Όμως, στις τελευταίες εκλογές δεν μπόρεσε να εκλεγεί. Τώρα επιστρέφει στο… μα­ντρί του Έντι Ράμα ως περιφερειάρχης. Κίνηση που, εκτός του ότι επιδιώκει να προσφέρει την πολιτική επιβίωση στον Βαγγέλη Τάβο και την πιθανή επανεκλογή του ως βουλευτή (του Σοσιαλιστικού Κόμματος όμως αυτήν τη φορά), μπορεί να βοηθήσει ώστε να ακυρωθούν οι ελληνικές αντιδράσεις στο θέμα της Χειμάρρας. Ο Βαγγέλης Τάβος, ο οποίος έχει υποστηρίξει παλιότερα τα θέματα της μειονότητας, ως περιφερειάρχης Αυλώνα έχει την ευθύνη και για τον Δήμο Χειμάρρας.

Η απομάκρυνση του χαμένου των εκλογών Γιώργου Γκόρο και η τοποθέτηση ενός άλλου μειονοτικού στον δήμο ως προσωρινού δημάρχου θα μπορούσε να εξουδετερώσει τις ελληνικές αντιδράσεις, καθώς κ. Ράμα θα μπορούσε να ισχυρισθεί ότι το θέμα δεν έχει σχέση με τη μειονότητα και ότι ο ίδιος ακολουθεί φιλομειονοτική πολιτική. Παραβλέποντας, βεβαίως, το γεγονός ότι διορίζει στον δήμο κάποιο πρόσωπο της επιλογής του, προκειμένου να καθαιρέσει τον εκλεγμένο δήμαρχο, εκπρόσωπο της Ομόνοιας και της μειονότητας. Η Αθήνα οφείλει τώρα να ξεκαθαρίσει τη θέση της και να επισημάνει ότι δεν πρόκειται να αποδεχθεί τίποτα λιγότερο από το να ορκιστεί ο Φρέντι Μπελέρης και να αναγνωρισθεί έτσι το αποτέλεσμα των εκλογών.



Όσο για τις πληροφορίες ότι εξετάζεται η τοποθέτησή του στο ψηφοδέλτιο της ΝΔ για τις ευρωεκλογές, είναι προφανές ότι θα ήταν μια απάντηση στην Αλβανία, καθώς ο Φρέντι Μπελέρης από το Ευρωκοινοβούλιο θα υπερασπίζεται τα δικαιώματα του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού και της Χειμάρρας, όμως αυτό δεν θα πρέπει να αποτελέσει το άλλοθι ώστε να γίνουν αποδεκτά τα τετελεσμένα του Έντι Ράμα.

Επίσης, η ελληνική κυβέρνηση οφείλει πλέον να συνδέσει συνολικά τα προβλήματα του Ελληνισμού στη Βόρειο Ήπειρο αλλά και το μείζον θέμα της συμφωνίας για παραπομπή στη Χάγη της οριοθέτησης της ΑΟΖ μεταξύ των δυο χωρών με το κάθε βήμα της Αλβανίας προς την ΕΕ και να κάνει χρήση όλων των μέτρων που μπορεί να εφαρμόσει διμερώς έναντι της Αλβανίας.

Διαφορετικά, η Ελλάδα δεν θα έχει μόνο αφήσει έρμαιο τον Ελληνισμό της Χειμάρρας στις διαθέσεις του κάθε Ράμα, αλλά θα εμφανιστεί ως μια χώρα που δεν μπορεί να επιβληθεί έναντι των τετελεσμένων και των προκλήσεων μιας πολύ λιγότερο ισχυρής χώρας, όπως η Αλβανία… Με ό,τι σημαίνει αυτό για το διπλωματικό και πολιτικό κύρος αλλά και για την αποτρεπτική δύναμη της χώρας μας στα Βαλκάνια.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ