Η «διπλωματία των γενεθλίων» και το τίμημα για τα «ήρεμα νερά» στο Αιγαίο
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Από τη «διπλωματία των σεισμών» περνάμε στη φάση της «διπλωματίας των γενεθλίων», καθώς οι Κυριάκος Μητσοτάκης και Ταγίπ Ερντογάν, μη έχοντας κάτι άλλο να προβάλουν στην υποτιθέμενη διαδικασία επαναπροσέγγισης των δύο χωρών, αντάλλαξαν τηλεφωνικές ευχές για τα γενέθλιά τους, τα οποία εορτάζουν με διαφορά λίγων ημερών.
Tα γραφεία των δύο ηγετών φρόντισαν, μάλιστα, να δημοσιοποιήσουν την ανταλλαγή ευχών, θέλοντας ίσως να δείξουν ότι πλέον οι Κυριάκος Μητσοτάκης και Ταγίπ Ερντογάν έχουν αναπτύξει και… προσωπική σχέση, κάτι που θα λειτουργήσει υπέρ της προσέγγισης.
Η πραγματικότητα είναι ότι πράγματι διανύουμε μια περίοδο κατά την οποία, για λόγους που είναι γνωστοί, υπάρχει μηδενική παράνομη δραστηριότητα της Τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας στο Αιγαίο, κάτι που είναι σημαντικό, καθώς εκλείπουν οι αφορμές για ένα ατύχημα που θα μπορούσε να προκαλέσει κρίση στις σχέσεις των δύο χωρών.
Όμως, όπως όλοι παραδέχονται, αυτή η περίοδος ηρεμίας στο Αιγαίο είναι προσωρινή, καθώς όχι μόνο δεν έχουν αλλάξει ούτε στο ελάχιστο οι τουρκικές διεκδικήσεις εναντίον της χώρας μας, αλλά, αντιθέτως, σε κάθε ευκαιρία προβάλλεται όλη η αναθεωρητική ατζέντα της Τουρκίας.
Και κανείς φυσικά δεν μπορεί να παραβλέπει το γεγονός ότι, παρά τα «χρόνια πολλά» που ανταλλάσσουν οι ηγέτες των δύο χωρών, στον ΟΗΕ παραμένουν κατατεθειμένες οι επίσημες επιστολές της Τουρκίας, που «οριοθετούν» τη «Γαλάζια Πατρίδα», που συνδέουν την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών με την ελληνική κυριαρχία. αμφισβητώντας ευθέως την ελληνική κυριαρχία στα νησιά, ενώ συγχρόνως παραμένει σε πλήρη ισχύ το casus belli.
Μάλιστα, προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι η Αθήνα έχει επιλέξει είτε να μην απαντά είτε η απάντησή της να είναι τόσο «στρογγυλεμένη», που να μη συνιστά απόκρουση των τουρκικών αμφισβητήσεων. Το τελευταίο διάστημα, συστηματικά, όπως έχουμε επισημάνει εδώ και καιρό στο «ΠΑΡΟΝ», η Τουρκία επαναβεβαιώνει όλο το πλαίσιο των διεκδικήσεών της μέσα από την έκδοση NOTAMs και NAVTEXs που αφορούν είτε δικές της ασκήσεις στα διεθνή ύδατα και στον εναέριο χώρο του Αιγαίου είτε ελληνικές ασκήσεις.
Έτσι, η Τουρκία δηλώνει ότι η Ελλάδα «δεν έχει δικαίωμα να συμπεριλαμβάνει στον σχεδιασμό ασκήσεων τα νησιά που έχουν (δήθεν) υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης», αλλά ούτε καν να χρησιμοποιεί για τέτοιους λόγους και τα χωρικά ύδατά τους των 6 ν.μ. Επίσης, αμφισβητείται ευθέως ο ελληνικός εναέριος χώρος των 10 ν.μ., με την Τουρκία να δηλώνει ότι αναγνωρίζει ελληνικό εναέριο χώρο 6 ν.μ. και ότι θεωρεί την περιοχή μεταξύ 6 και 10 ν.μ. ως διεθνή εναέριο χώρο, όπου τα μαχητικά της μπορούν να εισέρχονται ελεύθερα, τηρώντας, υποτίθεται, τους κανονισμούς του ICAΟ, ενώ αρνείται κατάθεση σχεδίων πτήσης. Η Τουρκία αμφισβητεί, επίσης, την περιοχή ευθύνης της Ελλάδας για έκδοση NAVTEX που συμπίπτει με το FIR Αθηνών και διεκδικεί αυθαίρετα ως δική της περιοχή ευθύνης έκδοσης NAVTEX σε όλη την έκταση της «Γαλάζιας Πατρίδας» στην Ανατολική Μεσόγειο και σχεδόν μέχρι το μέσο του Αιγαίου. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τις περιοχές ευθύνης για έρευνα και διάσωση.
Η Αθήνα βέβαια, μετά τα συνεχή δημοσιεύματα, υποχρεώθηκε να κάνει ρηματική διακοίνωση στην Άγκυρα για ΝΑVTEX η οποία αμφισβητούσε την περιοχή ελληνικής ευθύνης, αλλά όλες οι άλλες ενέργειες της Τουρκίας μένουν αναπάντητες προκειμένου να μη διαταραχθεί το… κλίμα.
Σοβαρό θέμα, όμως, έχει προκύψει με την έγερση μειονοτικού ζητήματος στη Θράκη, καθώς η κυβέρνηση αποφεύγει συστηματικά να απαντήσει σε δηλώσεις αλλά και κινήσεις που έχουν στόχο τη Θράκη. Πιθανόν γιατί είναι ένα θέμα για το οποίο δείχνει προσωπικό ενδιαφέρον ο Ταγίπ Ερντογάν αλλά και γιατί συνδέεται και με τις εσωτερικές πολιτικές ισορροπίες, εν όψει και ευρωεκλογών.
Όμως, συστηματικά η Άγκυρα, και με δηλώσεις αξιωματούχων αλλά και με πυκνά δημοσιεύματα του κρατικού πρακτορείου ειδήσεων, προβάλλει την «παραβίαση των δικαιωμάτων της ‘‘τουρκικής μειονότητας’’ στη Θράκη», έχοντας επιτύχει σε μεγάλο βαθμό να εμπεδωθεί και σε ευρωπαϊκό επίπεδο ότι οι μουσουλμάνοι πολίτες στη Θράκη ζουν σε καθεστώς… απαρτχάιντ. Όλο αυτό το διάστημα, η Τουρκία επιτυγχάνει, με την απουσία εντάσεων στα ελληνοτουρκικά, να βελτιώσει τις σχέσεις της με την ΕΕ, εξαλείφοντας ένα μεγάλο εμπόδιο στην προώθηση των σχέσεών της με τις Βρυξέλλες.
Αυτό βεβαίως είναι κάτι που αποδυναμώνει την ελληνική θέση και όλο το πλέγμα της διασύνδεσης των ελληνοτουρκικών και του Κυπριακού με τις ευρωτουρκικές σχέσεις. Διότι, χωρίς να έχει αλλάξει στο ελάχιστο ο αναθεωρητισμός της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας, οι εταίροι θεωρούν πλέον ότι δεν πρέπει η Ελλάδα να θέτει προσκόμματα στην ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας. Αρκετοί, μάλιστα, ζητούν να υπάρξουν και κίνητρα για να μείνει η Τουρκία κοντά στην ΕΕ. Τα κίνητρα αυτά δεν θα είναι μόνο οικονομικά, αλλά θα αφορούν και ανταλλάγματα σχετικά με τα ελληνοτουρκικά και με το Κυπριακό…
Συγχρόνως, η Τουρκία κλείνει μέτωπα με περιφερειακές δυνάμεις, έχοντας πια ένα μόνο μεγάλο ανοικτό μέτωπο, αυτό με το Ισραήλ, και ρίχνει το βάρος της στην περαιτέρω ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας της. Αυτό είναι ένα μεγάλο στοίχημα για τον Ερντογάν, καθώς πλέον όχι μόνο η τουρκική Αμυντική Βιομηχανία εξασφαλίζει αυτάρκεια σε πολεμικό υλικό για τις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις, αλλά χρηματοδοτείται σε σημαντικό βαθμό από εξαγωγές και δίνει την ευκαιρία στην Τουρκία να αναπτύξει τη λεγόμενη «διπλωματία των drones».
Το επόμενο διάστημα θα εξελιχθεί η δεύτερη φάση αυτής της διαδικασίας επαναπροσέγγισης, με τον πολιτικό διάλογο στις 11 Μαρτίου, στην Άγκυρα, μεταξύ των υφυπουργών Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου και Μπουράκ Ακσαπάρ, τη θετική ατζέντα, την οποία έχει αναλάβει ο υφυπουργός Κώστας Φραγκογιάννης, και τη συνάντηση για τα ΜΟΕ, πριν πραγματοποιηθεί η επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Άγκυρα, τον Μάιο, για μια ακόμη συνάντηση με τον Ταγίπ Ερντογάν.
Η διαδικασία αυτή προσεγγίζει τα όριά της, καθώς δεν διαφαίνεται πρόοδος στο μεγάλο θέμα της οριοθέτησης της ΑΟΖ, και έτσι η επιδίωξη θα είναι η διατήρηση αυτής της «ηρεμίας» στο Αιγαίο. Αυτή, όμως, είναι και η μεγάλη παγίδα για την Αθήνα, καθώς η Τουρκία θεωρεί ότι η διατήρηση της ηρεμίας στο Αιγαίο εξαρτάται από την αποχή της Ελλάδας από την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της, κάτι που βίωσε και πάλι η χώρα μας με τη Συμφωνία της Μαδρίτης και το casus belli. Γιατί είναι προφανές ότι εάν η Τουρκία επιβάλει αυτήν την αντίληψή της και η Ελλάδα απέχει από την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων για να διατηρηθεί δήθεν το κλίμα ηρεμίας, το αποτέλεσμα δεν θα είναι διαφορετικό από την απόλυτη επιτυχία της τουρκικής πολιτικής του casus belli και των «γκρίζων ζωνών».