Γρ. Κωνσταντέλλος στο “Π”: Σαφής και ρεαλιστικός πρέπει να είναι ο νέος κώδικας δήμων και περιφερειών
Του
ΓΡΗΓΟΡΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΕΛΛΟΥ
Αντιπροέδρου Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος (ΚΕΔΕ),
Δημάρχου Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης
Μετά την εγκατάσταση των νέων δημοτικών αρχών, όπως προέκυψαν από τις εκλογές του προηγούμενου Οκτωβρίου, ολοκληρώθηκε στις 2 Μαρτίου και η εκλογή των διοικήσεων στα όργανα που εκπροσωπούν την τοπική αυτοδιοίκηση α’ βαθμού της χώρας, τις Περιφερειακές Ενώσεις Δήμων (ΠΕΔ) και την Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδος (ΚΕΔΕ).
Ο θεσμός της τοπικής αυτοδιοίκησης βρίσκεται σε μια δύσκολη αλλά και κομβική περίοδο, καθώς καλείται να αντιμετωπίσει πληθώρα θεμάτων ζωτικής σημασίας, τα οποία αφορούν την ασάφεια των αρμοδιοτήτων, την υποστελέχωση και την υποχρηματοδότηση, που έχουν γιγαντωθεί σε βαθμό που πλέον οι περισσότεροι δήμοι της χώρας αδυνατούν να εκτελέσουν αποτελεσματικά τα βασικά καθήκοντά τους.
Όσοι, λοιπόν, έχουμε την τιμή να εκπροσωπούμε τον θεσμό μετά την εκλογή μας στα όργανα που προανέφερα οφείλουμε, χωρίς να έχουμε την πολυτέλεια να καθυστερήσουμε ούτε μία ημέρα, να ασχοληθούμε εντατικά με τη διεκδίκηση των απαραίτητων πόρων για την αντιμετώπιση των άμεσων αναγκών μας και, παράλληλα, να συμμετέχουμε ενεργά στη δημιουργία ενός νέου θεσμικού πλαισίου, για τη βιώσιμη και αποτελεσματική λειτουργία του θεσμού.
Στο πλαίσιο αυτό, ήδη στην πρώτη τακτική συνεδρίαση του νέου διοικητικού συμβουλίου της ΚΕΔΕ φιλοξενήσαμε τον αναπληρωτή υπουργό Εσωτερικών, αρμόδιο για θέματα που αφορούν την τοπική αυτοδιοίκηση κ. Θεόδωρο Λιβάνιο για μια πρώτη ουσιαστική συζήτηση σχετικά με το μέλλον του θεσμού.
Βασικό θέμα της συζήτησης ήταν η σύνταξη ενός νέου, ολοκληρωμένου κώδικα για τη λειτουργία των δήμων και των περιφερειών της χώρας, ο οποίος θα περιγράφει συνολικά το θεσμικό πλαίσιο, τις αρμοδιότητες, τα οικονομικά, την εποπτεία, τη στελέχωση και γενικότερα όλα τα θέματα που σήμερα περιγράφονται ελλιπώς σε τρία βασικά νομοσχέδια, τον Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων του 2006, τον νόμο «Καλλικράτη» του 2010 και τον νόμο «Κλεισθένη» του 2018, μαζί με δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες τροπολογίες σε άσχετα νομοσχέδια που έχουν ψηφιστεί τα τελευταία 20 περίπου χρόνια.
Είναι κατανοητό πως με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο υπάρχει πολυνομία, οι αρμοδιότητες των δήμων σε κάποιες περιπτώσεις περιγράφονται με ασάφεια, ενώ σε άλλες περιγράφονται σε περισσότερα του ενός νομοθετήματα, που συχνά συγκρούονται μεταξύ τους, με αποτέλεσμα οι δήμοι να πνίγονται σε έναν γραφειοκρατικό κυκεώνα, που δεν τους επιτρέπει να λειτουργήσουν.
Τα βασικά ζητήματα που καλείται να αντιμετωπίσει ο νέος κώδικας μπορούν να περιγραφούν σε οκτώ βασικούς άξονες, όπως ανέφερε ο κ. Λιβάνιος στο ΔΣ της ΚΕΔΕ, οι οποίοι, μεταξύ άλλων, θα έχουν θέμα το ξεκαθάρισμα των αρμοδιοτήτων, τα οικονομικά, την ανάπτυξη, τη διοικητική αυτοτέλεια της τοπικής αυτοδιοίκησης, την καταστατική θέση των αιρετών, το ανθρώπινο δυναμικό, την εποπτεία και την ανάπτυξη. Ο υπουργός εξήγγειλε πως για τον κάθε άξονα ξεχωριστά θα συσταθεί μια ομάδα εργασίας, με τη συμμετοχή και εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης, προκειμένου, με χρονικό ορίζοντα το τέλος του 2024, να έχουν ολοκληρωθεί οι εργασίες και να έχει ψηφιστεί το νέο νομοσχέδιο.
Επί της αρχής, η τοπική αυτοδιοίκηση συμφωνεί με τον προγραμματισμό και τις εξαγγελίες της κυβέρνησης. Στην κατεύθυνση αυτή, άλλωστε, έχει ήδη στείλει πληθώρα προτάσεων για το νέο νομοσχέδιο, με την ευθύνη και την επιμέλεια της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της ΚΕΔΕ, Επιτροπής της οποίας έχω την τιμή να είμαι πρόεδρος.
Σημειώνουμε ότι οποιαδήποτε νομοθετική πρωτοβουλία, για να έχει νόημα και να είναι βιώσιμη και λειτουργική, πρέπει να συνταχθεί με τη συμμετοχή και τη σύμφωνη γνώμη των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης σε όλα τα βήματά της και μόνο όταν έχει πάρει ισχυρή έγκριση να εισαχθεί για συζήτηση και ψήφιση από το Ελληνικό Κοινοβούλιο. Παράλληλα, πρέπει να θεσμοθετηθούν οι όροι που θα διασφαλίζουν πως οποιαδήποτε τροποποίηση των βασικών αρχών του νομοσχεδίου μελλοντικά θα πρέπει υποχρεωτικά να ακολουθεί τις αντίστοιχες διαδικασίες ουσιαστικής διαβούλευσης και διαλόγου με τους άμεσα ενδιαφερόμενους φορείς, τους εκπροσώπους των δήμων της χώρας.
Η τοπική αυτοδιοίκηση α’ βαθμού είναι η εγγύτερη στην κοινωνία βαθμίδα διακυβέρνησης και μόνο αυτή μπορεί να εκπληρώσει αποτελεσματικά την επιταγή του άρθρου 102 του Συντάγματος της Ελλάδας, που αναφέρει: «Η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού. Υπέρ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης συντρέχει τεκμήριο αρμοδιότητας για τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων».
Μένει να δούμε αν η Πολιτεία έχει πραγματικές και ειλικρινείς προθέσεις να συμμορφωθεί, ίσως για πρώτη φορά, με το Ελληνικό Σύνταγμα και να δώσει στην τοπική αυτοδιοίκηση την οικονομική και διοικητική αυτοτέλεια που οφείλει να έχει.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ