Φανεροί και άδηλοι στόχοι της Δύσης στο Ουκρανικό – Ορατοί οι κίνδυνοι μιας ενεργής ανάμειξης του ΝΑΤΟ

Φανεροί και άδηλοι στόχοι της Δύσης στο Ουκρανικό – Ορατοί οι κίνδυνοι μιας ενεργής ανάμειξης του ΝΑΤΟ


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Όταν ξεσπάει ένας πόλεμος, τοπικός ή γενικευμένος, κανείς δεν είναι σε θέση να προβλέψει τη διάρκειά του. Κυρίως γιατί στις εμπόλεμες καταστάσεις υπεισέρχονται και απρόβλεπτοι παράγοντες που περιπλέκουν τη ροή των πραγμάτων ή θολώνουν τον ορθό λογισμό εκείνων που αποφασίζουν για τη συνέχιση του πολέμου ή την έναρξη διαπραγματεύσεων για ειρήνευση.

Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, ο οποίος προκάλεσε το τέλος του μεγαλείου της Αθηναϊκής Δημοκρατίας και της Κλασικής Ελλάδος, διήρκεσε 27 συναπτά έτη (431 – 404 π.Χ.), ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος μία πενταετία (1914 – 1918) και ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος από το 1939 έως το 1945. Πόσο θα διαρκέσει ο ρωσοουκρανικός πόλεμος; Ουδείς τολμάει να κάνει συγκεκριμένες προβλέψεις για το τέλος του, με τις μάχες να συνεχίζονται στο ουκρανικό έδαφος και τη χώρα να καταστρέφεται.

Ο ουκρανικός λαός έχει επιδείξει αφάνταστη αντοχή και εξακολουθεί να προβάλλει ηρωική αντίσταση, αλλά υπάρχει προβληματισμός για το αν θα μπορέσει να συνεχίσει να ανθίσταται στην αναμέτρηση με τις υπέρμετρες ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις, ακόμη και αν η συνδρομή και βοήθεια των χωρών της Δύσης παραμείνει αμείωτη. Πολύ σωστά οι δυτικές χώρες καταδίκασαν τη ρωσική εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου 2022, αφού συνιστούσε κατάφωρη παραβίαση των Αρχών των Ηνωμένων Εθνών και του Διεθνούς Δικαίου, που αναφέρονται στο σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών και χωρών-μελών του διεθνούς οργανισμού.

Οι δυτικές χώρες –συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδος– δεν πρόσφεραν μόνο ηθική και πολιτική στήριξη στην Ουκρανία, αλλά και πολεμικό υλικό, που συνετέλεσε στην αποτροπή κατάληψης ολόκληρης της ουκρανικής επικράτειας από τις ρωσικές δυνάμεις εισβολής, κάτι που, αν συνέβαινε, θα σήμαινε και το τέλος του πολέμου, με άγνωστες συνέπειες για το μέλλον του ουκρανικού κράτους και την ευρύτερη περιοχή. Μετά το τέλος κάθε πολέμου, ιστορικοί και άλλοι αναλυτές των διεθνών σχέσεων προβαίνουν σε αναλύσεις για τα αίτια των πολέμων, τους λόγους που τους προκαλούν και σε εκτιμήσεις για τις συνέπειες βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Γνωστή και κοινή επωδός η ευχή να μην ξανασυμβούν. Γνωστή είναι, άλλωστε, η ρήση «ποτέ πιά». Και όμως οι πόλεμοι εξακολουθούν να συμβαίνουν και να ταλαιπωρούν τους λαούς που τους υφίστανται, για να επιβεβαιωθεί ο μεγάλος ιστορικός της αρχαιότητος Θουκυδίδης, σύμφωνα με τον οποίο ο άνθρωπος τείνει να επαναλαμβάνει τα ίδια σφάλματα και να μη διδάσκεται τίποτα από τα παθήματά τους.

Γιατί έγινε ο ρωσοουκρανικός πόλεμος και, επιπλέον, γιατί συνεχίζεται; Και τα δύο ερωτήματα αλληλοσχετίζονται και αλληλοσυμπληρώνονται. Θα σταθούμε περισσότερο στο δεύτερο ερώτημα, επειδή η συνέχιση του πολέμου ενέχει σοβαρούς κινδύνους επέκτασης και γενίκευσης, ενώ εκφράζονται φόβοι να οδηγηθούμε και σε έναν Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Εκείνο που εκπλήσσει και προκαλεί σοβαρή ανησυχία είναι η έλλειψη μεσολαβητικών προσπαθειών για κατάπαυση του πυρός και έναρξη διαπραγματεύσεων για ειρήνευση και επίλυση των διμερών διαφορών. Στις πολιτικές ηγεσίες των χωρών της Δύσης φαίνεται να έχει εδραιωθεί η πεποίθηση ότι η Ρωσία επιδιώκει όχι μόνο να αποτρέψει την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ή να προστατεύσει τη ρωσική μειονότητα στις ανατολικές περιοχές, αλλά να καταστήσει όμηρο την Ουκρανία και να τη θέσει υπό τον έλεγχό της. Ορατοί και θεμιτοί οι στόχοι των δυτικών, με την πολιτική και έμπρακτη βοήθεια που παρέχεται στον Ζελένσκι, για τη διαφύλαξη της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας και την αποτροπή της υποταγής της στη Ρωσία. Όμως αυτή η εξήγηση ισχύει εν μέρει. Και οι επιφυλάξεις για την ορθότητά της ενισχύονται και από το γεγονός ότι δεν σημειώνονται διαμεσολαβητικές προσπάθειες για τερματισμό της εμπόλεμης κατάστασης.

Ο συνεχιζόμενος πόλεμος, προφανώς, έχει και άλλα αίτια, αφού εξυπηρετεί και στρατηγικούς στόχους ιδιαίτερα των ΗΠΑ και άλλων δυτικών χωρών. Στοχεύει στην ενοχοποίηση της Ρωσίας –που φέρει και πλήρη ευθύνη της δημιουργηθείσας κατάστασης– και στην περιθωριοποίησή της από την Ευρώπη και τον δυτικό κόσμο γενικότερα. Οι ευρωπαϊκές χώρες και οι πολιτικές ηγεσίες τους συντάσσονται πλήρως με τις επιλογές των ΗΠΑ, επιβεβαιώνοντας την εκτίμηση ότι η Ευρώπη έχει απόλυτη ανάγκη τη διατήρηση στενών δεσμών και συνεργασίας με την πέρα του Ατλαντικού υπερδύναμη. Συνδετικός κρίκος, πέραν, ασφαλώς, της κοινής ιστορικής προέλευσης, των κοινών κοινωνικών και πολιτικών αξιών, η Νατοϊκή Συμμαχία. Το ΝΑΤΟ όχι μόνο επέζησε μετά τη διάλυση του αντίπαλου δέους, που ήταν το Σύμφωνο Βαρσοβίας, αλλά διευρύνθηκε και διευρύνεται συνεχώς, με τελευταίο μέλος τη Σουηδία. Σήμερα, ο αριθμός των χωρών-μελών ανέρχεται, αισίως, σε 32! Πολύ πιθανόν, ο ισχυρός συμμαχικός νατοϊκός κρίκος, που δεν είναι μόνο στρατιωτικός αλλά και πολιτικός, να ώθησε τον γάλλο Πρόεδρο να απειλήσει με αποστολή χερσαίων δυνάμεων στην Ουκρανία, με τον ρώσο Πρόεδρο να απαντάει με την απειλή για χρήση πυρηνικών όπλων.

Άραγε, να ισχύει η γνωστή ρήση, που προκύπτει από την Αντιγόνη του Σοφοκλή, «μωραίνει Κύριος ον βούλεται απολέσαι»; Μήπως η σοφή ρήση ισχύει για αμφότερες τις πλευρές;


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ