Ανύπαρκτοι οι όροι που θα έθετε δήθεν η Ουάσινγκτον στην Τουρκία για τα F-16
–Η Αθήνα έβαλε πλάτη στη συμφωνία, χωρίς να εξασφαλίσει εγγυήσεις!
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Άνθρακες αποδεικνύεται ο θησαυρός των υποτιθέμενων δεσμεύσεων που θα συνόδευαν την πώληση των F-16 στην Τουρκία και αποτέλεσαν και το άλλοθι της κυβέρνησης Μητσοτάκη προκειμένου να αποδεχθεί τη σύνδεση της πώλησης στην Τουρκία με την πώληση των F-35 στην Ελλάδα.
Η Ελλάδα και ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχαν εναντιωθεί στην πώληση των F-16 στην Τουρκία, με κορυφαία στιγμή την ομιλία του έλληνα πρωθυπουργού στο Κογκρέσο, που αποτέλεσε και την αφορμή για τη ρήξη στις σχέσεις του με τον Ταγίπ Ερντογάν. Όμως, η Αθήνα με μια μεγάλη καμπάνια και των ομογενών είχε κατορθώσει να πείσει όχι μόνο τον Μπομπ Μενέντεζ αλλά και άλλα μέλη του Κογκρέσου ότι θα πρέπει να υπάρξουν ρητές διαβεβαιώσεις ότι τα μαχητικά αυτά δεν θα χρησιμοποιηθούν εναντίον της Ελλάδας, προκειμένου και οι ίδιοι να εγκρίνουν την πώλησή τους στην Τουρκία.
Τελικά, μετά τη διευκόλυνση που προσέφερε η ίδια η Ελλάδα, η οποία μετά την 7η Δεκεμβρίου και τη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν δεν ασχολήθηκε με την υπόθεση, ενώ, αντιθέτως, εξέπεμπε το μήνυμα ότι όλα βαίνουν καλώς στα ελληνοτουρκικά, το Κογκρέσο ενέκρινε την πώληση των F-16 στην Τουρκία χωρίς να τεθεί κανένας απολύτως όρος.
Η κυβέρνηση αλλά και παράγοντες που είχαν εμπλακεί στη διαδικασία αυτή με διαρροές έκαναν λόγο για δεσμεύσεις που ανέλαβε τελικά όχι η Τουρκία, αλλά ο Άντονι Μπλίνκεν προς τους… επικεφαλής των Επιτροπών Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής και της Γερουσίας. Μετά οι διαρροές έκαναν λόγο για απόρρητη επιστολή Μπλίνκεν, η οποία φυσικά δεν θα μπορούσε να επιβεβαιωθεί από κανέναν.
Μετά το συνέδριο που οργάνωσε η «Καθημερινή» στην Ουάσινγκτον, όπου συμμετείχε και ένας φιλέλληνας γερουσιαστής που έχει γνώση των όσων διαμείβονται στο Κογκρέσο, με δημοσίευμά της η εφημερίδα αποκάλυψε το… σχέδιο της επιστολής, όχι όμως αυτό που, υποτίθεται, στάλθηκε τώρα, αλλά του περασμένου Ιουλίου, όταν περίμενε τότε η αμερικανική κυβέρνηση ότι ο Ερντογάν θα υπέγραφε την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και συνεπώς θα έστελνε ο κ. Μπλίνκεν το αίτημα για την πώληση των μαχητικών στην Τουρκία.
Οι πληροφορίες για το σχέδιο της επιστολής του Ιουλίου (που κανείς δεν γνωρίζει αν ήταν η βάση για την τελική επιστολή του Ιανουάριου) είναι λίγες, αποσπασματικές, αλλά ιδιαίτερα ανησυχητικές.
Ο Άντονι Μπλίνκεν βάζει στο ίδιο τσουβάλι Ελλάδα και Τουρκία, και έτσι συνδέει τις δύο συμφωνίες για πώληση των F-16 στην Τουρκία και των F-35 στην Ελλάδα, δηλώνοντας τα εξής:
«Εάν ένας σύμμαχος του ΝΑΤΟ διεξάγει επανειλημμένες εισβολές στα διεθνώς αναγνωρισμένα σύνορα ενός άλλου συμμάχου του ΝΑΤΟ, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιδιώξουν να επιλύσουν διπλωματικά την κατάσταση. Εάν η κατάσταση δεν μπορούσε να επιλυθεί μέσω της κανονικής διπλωματικής οδού, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα χρησιμοποιήσουν πρόσθετα πολιτικά και οικονομικά εργαλεία για την επίλυση της κατάστασης, συμπεριλαμβανομένων, εάν είναι απαραίτητο, με την εφαρμογή διατάξεων σε σχετικές συμφωνίες μεταφοράς άμυνας με την εμπλεκόμενη χώρα για αναστολή ή ακύρωση του συνόλου ή μέρους της παράδοσης, σχετικών αμυντικών αντικειμένων σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των εν λόγω συμφωνιών».
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, το σχέδιο της επιστολής επισημαίνει ότι σε περίπτωση μη νόμιμης χρήσης του παρεχόμενου αμυντικού υλικού το Στέιτ Ντιπάρτμεντ θα ενημερώσει τις εμπλεκόμενες επιτροπές του Κογκρέσου σχετικά με τις ενέργειες στις οποίες θα προβεί, που θα μπορούσαν να φτάσουν μέχρι τη μερική ή την ολική αναστολή ή ακύρωση της παράδοσης.
Μάλιστα, έχει ακόμη πιο ειδική αναφορά, επισημαίνοντας ότι θα εξετάσει το ενδεχόμενο να συμπεριλάβει πρόσθετες διατάξεις σε μελλοντικές πωλήσεις με στόχο «τη διασφάλιση από τέτοιες δραστηριότητες ή εσφαλμένες εντυπώσεις από την Τουρκία ή την Ελλάδα ότι τέτοιες δραστηριότητες δεν απαγορεύονται». Και προσθέτει: «Αυτά τα μέτρα θα εφαρμόζονταν με συνετή μέθοδο, λαμβάνοντας υπόψη το πλήρες φάσμα των περιφερειακών πολιτικών των Ηνωμένων Πολιτειών και την παγκόσμια αμυντική εμπορική θέση και τις οικονομικές υποχρεώσεις».
Είναι προφανές ότι εκεί που περιμέναμε ότι θα υπάρξει σαφής δέσμευση της Τουρκίας ώστε να μη χρησιμοποιεί τα F-16 εναντίον της Ελλάδας, η επιστολή αυτή περιλαμβάνει τους ίδιους ακριβώς περιορισμούς και δεσμεύσεις και για την πώληση των F-35 στην Ελλάδα.
Είναι σαφές ότι η Ελλάδα δεν χρησιμοποιεί τα μαχητικά της για υπερπτήσεις του τουρκικού εδάφους ή για άλλες επιθετικές ενέργειες, όπως η Τουρκία. Όμως, ο ασαφής τρόπος με τον οποίο διατυπώνεται η επιστολή ουσιαστικά δημιουργεί σοβαρά ερωτηματικά. Οι ΗΠΑ παγίως διαφωνούν με την πρακτική της αναγνώρισης και αναχαίτισης τουρκικών μαχητικών που εισέρχονται και πετούν εντός του FIR Αθηνών χωρίς να καταθέτουν σχέδια πτήσης. Τι θα συμβεί αν ελληνικά μαχητικά προχωρήσουν σε αναχαιτίσεις και η Τουρκία καταγγείλει, όπως έχει κάνει πολλές φορές στο παρελθόν, ότι κάτι τέτοιο συνιστά επικίνδυνη επιθετική ενέργεια εις βάρος της, εις βάρος, δηλαδή, ενός συμμάχου; Η παρέμβαση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν θα γίνει προς την Τουρκία, η οποία είναι ο πραγματικά επιτιθέμενος, αλλά προς την Ελλάδα. Και αν αυτό επαναλαμβάνεται, θα ληφθούν μέτρα εναντίον της χώρας μας, που μπορούν να φτάσουν ακόμα και σε διακοπή ή ακύρωση της παραγγελίας των F-35;
Ας παραθέσουμε ένα ακόμη πιο ακραίο παράδειγμα. Η υπέρπτηση ενός τουρκικού F-16 πάνω από τα Ίμια, τα οποία η Τουρκία θεωρεί τουρκικά, ενώ οι Αμερικανοί δηλώνουν ότι δεν εμπλέκονται σε θέματα κυριαρχίας, και η αναχαίτισή του από ένα ελληνικό μαχητικό τι ακριβώς συνέπειες θα έχει; Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ με την επιστολή του δηλώνει ότι θα επιχειρήσει να επιλυθεί το πρόβλημα διά της διπλωματικής οδού. Αυτό σημαίνει ότι, προκειμένου να μη διακόψει την πώληση των F-35 στην Ελλάδα, θα υποχρεώσει τη χώρα μας να εμπλακεί σε διάλογο με την Τουρκία, με αμερικανική μεσολάβηση, προκειμένου να λυθεί το «πρόβλημα»;
Δυστυχώς, αυτή η εξέλιξη, εφόσον βεβαίως επιβεβαιωθεί ότι οι διαρροές ανταποκρίνονται στο πραγματικό κείμενο της επιστολής, είναι εξαιρετικά προβληματική για τα ελληνικά συμφέροντα. Και αποδεικνύει ότι η Ουάσινγκτον και ο ίδιος ο Ερντογάν έσπευσαν να εκμεταλλευθούν την επαναπροσέγγιση Ελλάδας – Τουρκίας προκειμένου να κλείσουν έναν μεγάλο ανοικτό λογαριασμό των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, παραμερίζοντας τα ελληνικά συμφέροντα.
Το μεγάλο πρόβλημα, βεβαίως, είναι ότι η συμφωνία πώλησης νέων F-16 και όλων των συστημάτων αναβάθμισης των παλιών μαχητικών της Τουρκίας θα αρχίσει να υλοποιείται άμεσα, και μάλιστα συνοδεύεται από ένα μεγάλο πακέτο εξελιγμένων οπλικών συστημάτων, ενώ η Ελλάδα θα αναμένει τουλάχιστον πέντε χρόνια για να πάρει το πρώτο F-35…