Ουκρανικό: Αμείωτο το ενδιαφέρον της Δύσης, αλλά ο πόλεμος συνεχίζεται…
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.
Στις 24 Φεβρουαρίου συμπληρώθηκαν ακριβώς δύο χρόνια από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, που τότε κανείς δεν περίμενε να διαρκέσει επί πολύ. Οι λόγοι που ο ρώσος Πρόεδρος αποφάσισε οι ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις να εισβάλουν στην όμορη και αδελφή χώρα πολλοί.
Κατά την εκτίμηση διπλωματικών αναλυτών, κυριότερος η αποτροπή ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, για την οποία ο ουκρανός Πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι συζητούσε μυστικά με νατοϊκούς παράγοντες και κυρίως με τις ΗΠΑ. Επισήμως, ο Πρόεδρος Πούτιν και ανώτεροι ρώσοι αξιωματούχοι επικαλέστηκαν και λόγους προστασίας της ρωσικής μειονότητας στις ανατολικές περιοχές της Ουκρανίας, που αποτελεί την πλειοψηφία στην περιοχή και, όπως ισχυρίζονταν, υφίστατο διακριτική μεταχείριση και καταπιέζονταν από τις ουκρανικές αρχές. Ασφαλώς, ο πιο βασικός λόγος ήταν τα στρατηγικά συμφέροντα της Ρωσίας στην περιοχή, αλλά υπήρχαν και λόγοι ιστορικοί, δεδομένου ότι η Ουκρανία θεωρείται αδελφή χώρα και επί αιώνες αποτελούσε μέρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε και τα οικονομικά συμφέροντα, που δεν μπορούν να αγνοηθούν.
Οι δυτικές χώρες, όπως και το σύνολο, σχεδόν, των χωρών-μελών του ΟΗΕ εξαρχής συμπαραστάθηκαν στην Ουκρανία, καταδικάζοντας τη ρωσική εισβολή. Η ΕΕ δεν περιορίστηκε μόνο στην πολιτική στήριξη της Ουκρανίας αλλά προχώρησε και σε παροχή οικονομικής βοήθειας, όπως και σε προμήθεια πολεμικού υλικού, το οποίο ο Ουκρανικός Στρατός είχε απόλυτη ανάγκη για την αντιμετώπιση των εισβολέων. Στην παροχή στρατιωτικού υλικού συμμετέχει και η Ελλάδα, με τα κόμματα της αντιπολίτευσης και άλλους φορείς να αντιδρούν σε αυτή. Χάρη στη συμπαράσταση των δυτικών, κυρίως, χωρών και ασφαλώς των ΗΠΑ, η Ουκρανία κατόρθωσε να προβάλλει σθεναρή αντίσταση και να αποτρέψει την κατάληψη από τις ρωσικές δυνάμεις της ουκρανικής πρωτεύουσας, του Κιέβου, γεγονός που θα άλλαζε άρδην τον ουκρανικό πολιτικό χάρτη και πιθανότατα θα σηματοδοτούσε το τέλος του πολέμου. Η γενναία αντίσταση του ουκρανικού λαού συνεχίζεται, αλλά οι συνέπειες είναι οδυνηρές. Σύμφωνα με δηλώσεις ουκρανών αξιωματούχων, του γενικού εισαγγελέα αλλά και του Προέδρου Ζελένσκι, ο αριθμός των θυμάτων, στρατιωτικών και άμαχου πληθυσμού, ανέρχεται στα 100.000 περίπου άτομα, ενώ ανυπολόγιστες είναι οι υλικές ζημιές, με καταστροφές πόλεων και ολόκληρων μεθοριακών και μη περιοχών. Αλλά και η Ρωσία προσμετράει μεγάλες απώλειες σε έμψυχο υλικό, οι οποίες, σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές, αγγίζουν τα 30.000 άτομα!
Παρά τη ζοφερή αυτή εικόνα, που δεν αμφισβητείται από τις δύο χώρες, τα ερωτηματικά ως προς τη συνέχιση του πολέμου παραμένουν αναπάντητα. Η Ουκρανία στο μεταξύ ρημάζει και καταστρέφεται. Μήπως οι υποστηρικτές της συνέχισης του πολέμου προσδοκούν ότι τελικά η Ρωσία θα καμφθεί και η Μόσχα θα αναγκαστεί να αποσύρει τις δυνάμεις εισβολής ή υπάρχουν ακόμη αφελείς που πιστεύουν σε τελική ήττα των Ρώσων; Παλαιότερα, από αυτήν τη στήλη διερωτώμεθα αν η Ρωσία έχει ποτέ ηττηθεί σε περιφερειακούς ή γενικότερους πολέμους, ακόμη και σε χαλεπές περιόδους της ιστορίας του ρωσικού λαού. Η Ρωσία είναι μια απέραντη γεωγραφικά χώρα, με αστείρευτες πηγές φυσικού πλούτου. Στο διάβα της ιστορίας της έχει αντιμετωπίσει ισχυρούς αντιπάλους, αλλά πάντοτε εξήλθε αλώβητη. Και όμως στην παρούσα περίπτωση, με τον ρωσοουκρανικό πόλεμο, κανείς δεν συζητάει ή προτείνει εκεχειρία και έναρξη διαπραγματεύσεων για ειρήνευση και επίλυση των διμερών διαφορών. Στα αρχικά στάδια του πολέμου υπήρξε μια προσπάθεια, με την Τουρκία να αναλαμβάνει ρόλο διαμεσολαβητή, με τις συναντήσεις στην Αττάλεια, οι οποίες, όμως, δεν απέφεραν κανένα αποτέλεσμα. Οι τελευταίες εξελίξεις δεν μας επιτρέπουν να αισιοδοξούμε για τον τερματισμό του πολέμου. Τις καταγράφουμε προς εκτίμηση για το αν είναι ικανές να παραγάγουν θετικά αποτελέσματα και να σηματοδοτήσουν την αρχή τερματισμού του πολέμου ή το αντίθετο.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, σε πρόσφατη, έκτακτη Σύνοδό του αποφάσισε να παράσχει στην Ουκρανία οικονομική βοήθεια («Ukraine Facility») –με τη μεικτή μορφή δωρεάς και δανείου–ύψους 50 δισ. ευρώ για την περίοδο 2024 – 2027. Άξια αναφοράς και η πρωτοβουλία του γάλλου Προέδρου Εμανουέλ Μακρόν να συγκαλέσει έκτακτη συνάντηση στο Παρίσι, σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο, στην οποία κλήθηκε και συμμετείχε και ο έλληνας πρωθυπουργός, με αντικείμενο το Ουκρανικό. Η έκτακτη σύνοδος των Παρισίων, που προφανώς αποφασίσθηκε ύστερα από παρασκηνιακές συνεννοήσεις, αιφνιδίασε και αποδίδεται στην ανάγκη συνδρομής στην Ουκρανία, λόγω της διαφαινόμενης αδυναμίας των ουκρανικών δυνάμεων να αντιτάξουν αξιόμαχες δυνάμεις απέναντι στις ρωσικές, που τελευταίως προελαύνουν και ανακαταλαμβάνουν περιοχές στρατηγικής σημασίας. Δεν έλειψαν και σχόλια που αποδίδουν την πρωτοβουλία του γάλλου Προέδρου σε σκοπιμότητες εσωτερικής φύσης, προς ενίσχυση της προσωπικής του εικόνας, η οποία φαίνεται να έχει κλονισθεί τελευταία με τις γνωστές αντιδράσεις και κινητοποιήσεις των γάλλων αγροτών.
Η δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει η Ουκρανία ώθησε ορισμένες χώρες να εισηγηθούν την έμπρακτη ανάμειξη της ΕΕ ή του ΝΑΤΟ με αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων. Η αντίδραση της Μόσχας σε σχέση με τυχόν ανάμειξη του ΝΑΤΟ ήταν άμεση, προειδοποιώντας ότι τυχόν υλοποίηση της εισήγησης θα οδηγήσει σε Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο και στη χρησιμοποίηση του πυρηνικού της οπλοστασίου. Στις παραπάνω εξελίξεις και πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της Ουκρανίας πρέπει να προστεθεί και το διεθνές συνέδριο που διοργάνωσε το υπουργείο Εξωτερικών σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, που είχε ενημερωτικό χαρακτήρα και αφορούσε την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας. Εκείνο που λείπει από όλες τις προαναφερόμενες πρωτοβουλίες είναι η άσκηση πιέσεων και η υποβολή προτάσεων για τερματισμό του πολέμου, η συνέχιση του οποίου μπορεί να έχει απρόβλεπτες συνέπειες για την Ευρώπη και τη διεθνή ειρήνη. Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) αποδεικνύεται κατώτερος των περιστάσεων και φαίνεται να είναι σε πλήρη παρακμή, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) επιβεβαιώνει τον σχεδόν ασήμαντο ρόλο της σε θέματα διεθνούς ενδιαφέροντος. Οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν πρέπει να συμμερίζονται τις ακραίες θέσεις και τις στρατηγικές επιδιώξεις των ΗΠΑ και ορισμένων άλλων χωρών για συνέχιση του ρωσοουκρανικού πολέμου, με στόχο την απομόνωση και απομάκρυνση της Ρωσίας από τον δυτικό κόσμο. Ο κίνδυνος να οδηγηθούμε σε έναν Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο είναι ορατός και όχι θεωρητικός.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: @EPA/ROMAN PILIPEY