Ουκρανία: Το προσωπείο ενός αδυσώπητου αγώνα για την ηγεμονία
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Συμπληρώνονται δύο χρόνια από την έναρξη του πολέμου της Ουκρανίας. Οι προοπτικές για τον τερματισμό του είναι ακόμη πολύ χλωμές. Η Ρωσία δεν φαίνεται διατεθειμένη σήμερα να συμβιβασθεί με κάτι πολύ λιγότερο από αυτό που καθόρισε ως στρατηγικούς της στόχους. Αυτοί περιλαμβάνουν, ασφαλώς, την Κριμαία, αλλά και ολόκληρο το Ντονμπάς, το Χάρκοβο, την Οδησσό και υπό ορισμένες προϋποθέσεις το ίδιο το Κίεβο.
Στη συνέντευξη που έδωσε ο Πούτιν στον Αμερικανό δημοσιογράφο Τάκερ Κάρλσον, ο Ρώσος Πρόεδρος εξέθεσε το Ρωσικό αφήγημα για την Ουκρανία, που παίρνει ως αφετηρία την ιστορική προσέγγιση της Ουκρανίας και όχι την Ουκρανία της Σοβιετικής Ενώσεως, που ανεκήρυξε σε διεθνή τα εσωτερικά της σύνορα ως Σοβιετικής Δημοκρατίας.
Αναπτύσσοντας το αφήγημα αυτό, ο Πούτιν υπενθύμισε τα ιστορικά γεγονότα από την ίδρυση του πρώτου Ρωσικού κράτους και τον εκχριστιανισμό των Ρώσων στο Κίεβο, την κατάλυση του πρώτου Ρωσικού κράτους από τους Μογγόλους της χρυσής Ορδής, τη δημιουργία του νέου Ρωσικού κράτους της Μόσχας μέχρι τις εξελίξεις των νεότερων χρόνων, αρχής γενομένης από τη δημιουργία της Δημοκρατίας της Ουκρανίας από τον Λένιν το 1923 και τις μετέπειτα προσθήκες σ’ αυτήν εδαφών.
Κατά τη Ρωσική άποψη, η Ουκρανία, επί χίλια περίπου χρόνια, δεν ήταν κάτι διαφορετικό από τη Ρωσία. Ήταν μέρος αυτού που λέγεται Ρωσικός κόσμος. Κατά τους νεότερους χρόνους, προσετέθησαν σ’ αυτήν εδάφη που ήταν προηγουμένως Πολωνικά, Ουγγρικά, Σλοβακικά και Ρουμανικά. Οι Ρωσικοί αυτοί ισχυρισμοί, ανεξάρτητα από το πόσο αποδεκτοί είναι σήμερα, δείχνουν πόσο πιο περίπλοκο είναι το θέμα της Ουκρανίας, απ’ ό,τι παρουσιάζεται, και ότι η Ιστορία δεν μπορεί να λείπει από μια αντικειμενική θεώρηση ενός γεγονότος και μιας καταστάσεως.
Το πρόβλημα όμως της Ουκρανίας δεν περιορίζεται στην ιστορική προοπτική, μέσα από την οποία δημιουργήθηκε αυτή η χώρα και ανέπτυξε τη δική της χωριστή ταυτότητα. Προσδιορίζεται επίσης από τη θέση της στην Ευρώπη και τη γεωπολιτική και στρατηγική σημασία της στην ισορροπία μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων και στη διαμάχη για τη λεγόμενη ηγεμονία.
Ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς στρατηγιστές, ο Πολωνικής καταγωγής Ζμπίγκνιε Μπρεζίνσκι, έγραψε στο περίφημο έργο του «Το Παγκόσμιο Σκάκι», στη δεκαετία του ’90, ότι η Ουκρανία, εντός της επόμενης 15ετίας, θα μετακομίσει γεωπολιτικά στη Δύση. Η «προφητεία» Μπρεζίνσκι δεν ήταν λόγος κενός. Ήταν για τις ΗΠΑ και ειδικότερα για την πολιτική των Νεοσυντηρητικών στην Ουάσινγκτον στρατηγικός στόχος που συνδεόταν με τη διατήρηση των ΗΠΑ ως μοναδικής υπερδυνάμεως, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενώσεως.
Η Ουκρανία έγινε το μήλο της Έριδος ενός γεωπολιτικού ανταγωνισμού ΗΠΑ – Ρωσίας και το διαμάντι του στέμματος της επεκτάσεως του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη. Το υποτιθέμενο τέλος του Ψυχρού Πολέμου, αντί να οδηγήσει σε μια άνευ προηγουμένου ειρηνική συνεργασία, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, υπονομεύθηκε γρήγορα από τους ηγεμονικούς ανταγωνισμούς, που αποκρυσταλλώθηκαν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, στον στόχο της εντάξεως της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ.
Οι στόχοι αυτοί δεν μπορούσαν, σε καμία περίπτωση, να γίνουν αποδεκτοί από τη Ρωσία, για προφανείς στρατηγικούς λόγους, που αφορούν την ίδια την ασφάλεια και το μέλλον της Ρωσίας. Είναι παράλογο να πιστεύει κανείς ότι η Ρωσία θα ανεχόταν την εγκατάσταση του ΝΑΤΟ στην Κριμαία, την Αζοφική Θάλασσα και τον Δνείπερο. Είναι το ίδιο παράλογο να πιστεύει κανείς ότι η Ρωσία θα αποδεχόταν οι συμπαγείς Ρωσικοί πληθυσμοί της Ουκρανίας να τεθούν υπό τον έλεγχο του ΝΑΤΟ και εσωτερικά υπό τον έλεγχο των απογόνων των φιλο-Ναζί Ουκρανών, που είχαν συνταχθεί με τον Χίτλερ, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και είχαν συγκροτήσει κατά των Ρώσων μεραρχίες SS.
Ήταν φανερό ότι η εγκατάλειψη από την Ουκρανία μιας γραμμής ουδετερότητας και η προσχώρηση στο ΝΑΤΟ θα οδηγούσε σε πόλεμο. Ο Ζελένσκι, που εξελέγη Πρόεδρος και με την ψήφο των φιλορώσων, ακολούθησε ανυποχώρητη πολιτική υπέρ του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, αντίθετα με όσα έλεγε προεκλογικά. Το σενάριο που υπηρετούσε ήταν σαφές. Η νέα Προεδρία Μπάιντεν στην Ουάσινγκτον επιδίωκε αντιπαράθεση με τη Ρωσία του Πούτιν για να ανακόψει οποιαδήποτε στρατηγική συνεργασίας της Ευρώπης με τη Ρωσία και πιστεύοντας υπεροπτικά ότι το καθεστώς Πούτιν στην Ρωσία δεν θα άντεχε τη συνδυασμένη στρατιωτική πολιτική και οικονομική πίεση από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη και θα κατέρρεε.
Δύο χρόνια μετά, μπορεί κανείς να κάνει έναν πρώτο απολογισμό. Η Ρωσία σήμερα, όχι μόνο άντεξε, αλλά έχει την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων και οποιαδήποτε νέα Δυτική στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία δεν φαίνεται ικανή να αντιστρέψει τη φορά των γεγονότων. Αντιθέτως, είναι πολύ πιθανόν να επιταχυνθούν οι εξελίξεις στον στρατιωτικό τομέα σε βάρος των Ουκρανών.
Η Ευρώπη, αντί να διαδραματίσει έναν θετικό, εποικοδομητικό ρόλο και να αναχαιτίσει ακραίες φωνές και προοπτικές, έσπευσε να γίνει ανεπιφύλακτος ουραγός των πιο φιλο-Ατλαντικών χωρών στην Ευρώπη, Πολωνίας, Μ. Βρετανίας, Βαλτικών κρατών και, βεβαίως, της Ουάσινγκτον, με κοινή επωδό τον Ρωσικό κίνδυνο, που υποτίθεται ότι επέστρεψε και απειλεί την Ευρώπη.
Πρωταγωνιστής στην εκστρατεία αυτή έγινε η Γερμανία του καγκελάριου Σολτς. Τριάντα χρόνια περίπου μετά την επανένωση της Γερμανίας, με τη συναίνεση της Ρωσίας, στέλνονται Γερμανικά άρματα μάχης στην Ουκρανία κατά των Ρώσων. Με αφορμή την Ουκρανία, η Γερμανία πήρε επίσης από τις ΗΠΑ το πράσινο φως για τον επανεξοπλισμό της.
Η Γαλλία, που παραδοσιακά πρωτοστατούσε στην προβολή και τη διεκδίκηση μιας ανεξάρτητης Ευρώπης, πρωτοστατεί τώρα στον κοινό αγώνα της Ευρώπης κατά της Ρωσίας, υπερακοντίζοντας υπέρ της μεγαλύτερης δυνατής Ευρωπαϊκής βοήθειας στην Ουκρανία, περιλαμβανομένης και της αποστολής Ευρωπαϊκών στρατευμάτων.
Οι τελευταίες δηλώσεις του Γάλλου Προέδρου Μακρόν, σ’ αυτό το πνεύμα, προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις, πρώτ’ απ’ όλα μέσα στην ίδια τη Γαλλία, αλλά και στις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Στις ίδιες τις ΗΠΑ, ο διχασμός μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων είναι εμφανής στη διαφωνία για τη βοήθεια, προς την Ουκρανία και την έγκριση από το Κογκρέσο ενός νέου πακέτου 60 δισ. δολαρίων. Είναι εμφανής επίσης στις δηλώσεις Τραμπ, ο οποίος υπενθύμισε στους μαθητευόμενους μάγους στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη το προηγούμενο του Ναπολέοντος και του Χίτλερ στη Ρωσία.
Στα μέσα περίπου του 19ου αιώνα, το 1854-55, έγινε ο γνωστός Κριμαϊκός πόλεμος, με συνασπισμένες τις Ευρωπαϊκές δυνάμεις, κατά της Τσαρικής Ρωσίας. Ορισμένοι πιστεύουν ότι η Ουκρανία προσφέρει σήμερα την ευκαιρία για μια επανάληψη του Κριμαϊκού πολέμου. Δεν λαμβάνουν όμως υπ’ όψιν ότι, όπως αποδεικνύεται στα πεδία των μαχών, η σημερινή Ρωσία δεν υπολείπεται ουσιαστικά των Ευρωπαϊκών δυνάμεων και των ΗΠΑ σε τεχνολογία και τακτικές μάχης. Αντιθέτως, είναι σήμερα και πυρηνική υπερδύναμη.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: @EPA/ZURAB KURTSIKIDZE