Στ. Καλαφάτης στο “Π”: Όταν οι υπονομευτές παριστάνουν τους προστάτες

Στ. Καλαφάτης στο “Π”: Όταν οι υπονομευτές παριστάνουν τους προστάτες

Του
ΣΤΑΥΡΟΥ ΚΑΛΑΦΑΤΗ
Βουλευτή Α’ Θεσσαλονίκης,
Γενικού Γραμματέα της ΚΟ της Νέας Δημοκρατίας


Βασικός στόχος της κυβέρνησης στον χώρο της Παιδείας ήταν, είναι και θα παραμείνει η αναβάθμιση του δημόσιου πανεπιστημίου, η ενίσχυση της εξωστρέφειάς του, η σύνδεσή του με την αγορά εργασίας. Έγιναν στην κατεύθυνση αυτή σημαντικές μεταρρυθμίσεις, και συνεχίζονται.

Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του νέου νομοσχεδίου για την Παιδεία περιλαμβάνει ρυθμίσεις που απελευθερώνουν το δημόσιο πανεπιστήμιο από τη γραφειοκρατία και προάγουν τη διεθνοποίησή του, ενώ ταυτόχρονα προωθούν την ακαδημαϊκή αναδιάρθρωση του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και την πλήρη διοικητική αυτονομία του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου.

Μείζον ζήτημα στο ίδιο νομοσχέδιο αποτελούν, βεβαίως, οι ρυθμίσεις που θέτουν το πλαίσιο για τη λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων στη χώρα μας. Αξιοποιώντας το άρθρο 28 του Συντάγματος, το οποίο ορίζει ότι «οι διεθνείς συμβάσεις υπερισχύουν κάθε αντίθετης διάταξης νόμου», η κυβέρνηση ανοίγει τον δρόμο για την εγκατάσταση στη χώρα μας παραρτημάτων μη κρατικών πανεπιστημίων του εξωτερικού. Και αυτό ορίζοντας τις πλέον αυστηρές στην Ευρώπη προϋποθέσεις και θέτοντας τη λειτουργία τους κάτω από την επίβλεψη της Ανεξάρτητης Αρχής για τη Δημόσια Εκπαίδευση, όπως ακριβώς ισχύει και για τα δημόσια ιδρύματα.

Είναι προφανές ότι με τη νέα μεταρρύθμιση γίνεται ένα σημαντικό βήμα στην προσπάθεια να μπει τέλος στον αναχρονισμό του κρατικού μονοπωλίου στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας. Τον αναχρονισμό που συντηρείται εξαιτίας του γεγονότος ότι οι αυτοαποκαλούμενες «προοδευτικές δυνάμεις» –ο ΣΥΡΙΖΑ στην τελευταία και το ΠΑΣΟΚ στην προτελευταία συνταγματική αναθεώρηση– μπλόκαραν την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, που επιδίωξε η Νέα Δημοκρατία, και κράτησαν κλειστό τον δρόμο για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων. Ταυτίστηκαν έτσι με το ακατανόητο: Να είναι η χώρα μας ευρωπαϊκή εξαίρεση. Να διώχνει, αντί να προσελκύει φοιτητές, θέσεις εργασίας και πλούτο. Να επιτρέπει τη λειτουργία ιδιωτικών σχολείων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που είναι υποχρεωτική, αλλά να αποκλείει την ίδρυση μη κρατικών ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που είναι προαιρετική. Να αναγνωρίζει μη κρατικά πανεπιστήμια που λειτουργούν εκτός, αλλά όχι εντός, συνόρων.

Απέναντι στη νέα ρύθμιση εκδηλώθηκαν στον πανεπιστημιακό χώρο οργανωμένες αντιδράσεις, και συνεχίζονται. Αναμφίβολα, είναι αναφαίρετο δικαίωμα κάθε πολίτη και ουσιώδες στοιχείο δημοκρατίας η αντίθεση, η αντίδραση, η κινητοποίηση. Δεν είναι, όμως, δικαίωμα κανενός η βίαιη στέρηση των δικαιωμάτων των άλλων. Ούτε η παρεμπόδιση, με οποιονδήποτε τρόπο, της λειτουργίας δημόσιων υπηρεσιών. Δεν είναι δικαίωμα η κατάληψη δημόσιων χώρων. Ούτε, προπαντός, το σαμποτάζ σε βάρος υπηρεσιών του Δημοσίου και όσων εξυπηρετούνται από αυτές. Δεν είναι –με μια κουβέντα– δικαίωμα κανενός η παρανομία. Και η παρανομία δεν αίρεται με την επίκληση απόφασης –πλασματικής ή όχι– οποιασδήποτε συνέλευσης.

Αυταπόδεικτα, οι συνεχιζόμενες καταλήψεις συνιστούν βίαιη στέρηση του δικαιώματος χιλιάδων φοιτητών να συνεχίσουν απρόσκοπτα τις σπουδές τους. Κοστίζουν ακριβά, σε χρόνο και χρήμα, στα παιδιά που σπουδάζουν και τις οικογένειές τους. Δημιουργούν αίσθημα αβεβαιότητας στους σημερινούς και αυριανούς φοιτητές. Συνιστούν υπονόμευση της λειτουργίας και του κύρους του δημόσιου πανεπιστημίου. Αποδεικνύουν, τελικά, ότι οι δήθεν «επαναστατημένοι προστάτες» του δημόσιου πανεπιστημίου είναι σήμερα οι κατ’ εξοχήν υπονομευτές του. Και απέναντι στη θλιβερή αυτή πραγματικότητα, απέναντι στην παρανομία, οφείλουμε όλοι, κόμματα και πανεπιστημιακή κοινότητα, να πάρουμε ξεκάθαρη θέση.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ