Ο ξεσηκωμός των Ευρωπαίων αγροτών (Ανάλυση του Π. Νεάρχου)
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Σ’ ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη, οι αγρότες βρίσκονται σε εξέγερση. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι στις χώρες της αγροτικής εξεγέρσεως περιλαμβάνονται και οι δύο μεγαλύτερες και ισχυρότερες χώρες, που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην Κοινή Ευρωπαϊκή Αγροτική Πολιτική, η Γαλλία και η Γερμανία.
Ποιοι είναι οι λόγοι που οδήγησαν στη σημερινή εξέγερση των αγροτών στην Ευρώπη; Ποια είναι τα αιτήματά τους και πώς διασυνδέονται με τη γενικότερη Ευρωπαϊκή πολιτική, τις σχέσεις Ευρώπης – ΗΠΑ, την παγκοσμιοποίηση, τον πόλεμο στην Ουκρανία, την ενέργεια, την πράσινη μετάβαση και την κλιματική αλλαγή;
Η βασική αρχική συμφωνία για την Ευρωπαϊκή ενοποίηση, με βασικό πυρήνα τη συμφιλίωση και τη συνεργασία Γαλλίας – Γερμανίας, προέβλεπε, ως βάση ισορροπίας, πλεονέκτημα της Γαλλίας στον γεωργικό τομέα και πλεονέκτημα της Γερμανίας στον βιομηχανικό.
Οι εξελίξεις που ακολούθησαν άλλαξαν πολλά σ’ αυτήν τη σχέση. Η ένταξη ιδίως της Ισπανίας, μιας μεγάλης αγροτικής δυνάμεως, αντιμετωπίσθηκε με μεγάλη δυσφορία και αντιδράσεις από τη Γαλλία. Η κατάρρευση όμως της Σοβιετικής Ενώσεως και του Ανατολικού Συνασπισμού έφερε γενικότερες ανατροπές και ανακατατάξεις. Οι ΗΠΑ άσκησαν έντονες πιέσεις στην Ευρώπη να προχωρήσει γρήγορα σε μεγάλη διεύρυνση, για να επιτρέψει στις πρώην δορυφορούμενες από τη Σοβιετική Ένωση χώρες να αγκυροβολήσουν σε Δυτικούς θεσμούς, στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτό όμως που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην πορεία της Ευρώπης ήταν η πρόθυμη προσχώρηση στην παγκοσμιοποίηση, που εκπορεύθηκε από τις ΗΠΑ, από τα μέσα της δεκαετίας του ’90. Η εξέλιξη αυτή επισφράγισε και την κατάληξη του εσωτερικού διαλόγου στην Ευρώπη σχετικά με την ακολουθητέα Ευρωπαϊκή αγροτική πολιτική, και όχι μόνον. Οικονομολόγοι, τιμημένοι με το βραβείο Νομπέλ, όπως ο Maurice Allais στη Γαλλία, υπεστήριζαν ότι η Ευρώπη έπρεπε να έχει ως βασικό δόγμα της οικονομικής της πολιτικής την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής παραγωγής. Στο πνεύμα αυτό, έπρεπε να εισάγει μόνο το 10% των αναγκών της. Θα έκανε εξαίρεση μόνο στα αγροτικά προϊόντα και θα δεχόταν ποσοστό 20% για να βοηθήσει τον Τρίτο Κόσμο.
Η προσχώρηση στην παγκοσμιοποίηση ήταν το άκρως αντίθετο, γιατί αποθέωνε και ανήγαγε σε δόγμα το ελεύθερο εμπόριο. Στο πνεύμα αυτό, η Ευρωπαϊκή Ένωση, πέρα από την άκριτη και εσπευσμένη διεύρυνση, με γεωπολιτικά κριτήρια, για τα οποία ασκούσαν πίεση οι ΗΠΑ, επεδόθη σε μια ατελείωτη σειρά συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου με μεγάλες περιοχές του κόσμου. Τελευταίο παράδειγμα η Λατινική Αμερική.
Οι συμφωνίες αυτές είχαν ως αποτέλεσμα να ασκούνται ολοένα και μεγαλύτερες πιέσεις στην Ευρωπαϊκή αγροτική παραγωγή και είχαν ως συνέπεια αφενός τη μεγάλη αύξηση των εισαγωγών αγροτικών προϊόντων και αφετέρου τη μεγάλη εντατικοποίηση της παραγωγής σε χώρες βιομηχανικής γεωργίας, όπως η Ολλανδία, με στόχο τη διατήρηση ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος.
Ο στόχος αυτός, μέσα στο νέο σκηνικό της εσπευσμένης μεταβάσεως στην πράσινη ανάπτυξη, που αναγορεύθηκε από την Ευρώπη ως στρατηγικός στόχος για να αντιμετωπισθεί η κλιματική αλλαγή, έρχεται σε αντίθεση με την πολιτική της πράσινης αναπτύξεως. Η προηγούμενη Ολλανδική κυβέρνηση είχε θέσει π.χ. ως στόχο τη μείωση, κατά 30%, της κτηνοτροφικής παραγωγής, που έχει επιπτώσεις στην κλιματική αλλαγή.
Υπήρξαν εντονότατες διαμαρτυρίες των αγροτών, που είδαν σ’ αυτήν τη μείωση απειλή στην ύπαρξη των μικρών και μεσαίων παραδοσιακών αγροκτημάτων της χώρας. Η αντίδραση εκφράσθηκε πολιτικά με άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων και με αλλαγή κυβερνήσεως.
Κοντά σ’ όλ’ αυτά ήρθε και ο πόλεμος στην Ουκρανία, με όλα τα παρεπόμενά του: την ενεργειακή κρίση, τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, το άνοιγμα των Ευρωπαϊκών αγορών στα προϊόντα της Ουκρανίας, με προοπτική εντάξεως της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και η Ευρωπαϊκή στρατιωτική και οικονομική βοήθεια στην Ουκρανία, ύψους πολλών δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανέτρεψε το σκηνικό που είχε διαμορφωθεί στην Ευρώπη, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενώσεως και τον υποτιθέμενο τερματισμό του Ψυχρού Πολέμου. Η Σοβιετική συναίνεση στην επανένωση της Γερμανίας δημιούργησε ένα νέο σκηνικό στις σχέσεις Γερμανίας – Ρωσίας αλλά και Ευρώπης – Ρωσίας.
Οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν με μεγάλη καχυποψία και απροκάλυπτη εχθρότητα την ανάπτυξη στρατηγικών οικονομικών σχέσεων μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας, ιδιαίτερα στον τομέα της ενέργεια. Ασκούσαν συνεχώς πιέσεις στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στη Γερμανία, να μην προχωρήσει στην κατασκευή των δύο αγωγών φυσικού αερίου στη Βαλτική, που δημιουργούσαν, κατά τη γνώμη τους, απαράδεκτη στρατηγική εξάρτηση της Ευρώπης από το Ρωσικό φυσικό αέριο και πρόβλημα ασφάλειας.
Οι ΗΠΑ θεωρούσαν πάντα ότι η ανάπτυξη στρατηγικών οικονομικών σχέσεων μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας ανταγωνίζεται ευθέως τη στρατηγική διασύνδεση Ευρώπης – ΗΠΑ, σε γεωπολιτικό επίπεδο, και δημιουργεί τάσεις Ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομήσεως, που υπονομεύουν το ΝΑΤΟ.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία, για τον οποίο δεν είναι άμοιρες οι ΗΠΑ, γιατί εναντιώθηκαν σε οποιαδήποτε συμβιβαστική λύση, με βάση την ουδετερότητα, η οποία θα τον απέτρεπε, έδωσε την ευκαιρία στις ΗΠΑ να επιβάλουν πλήρως την πολιτική τους στην Ευρώπη, με επιχείρημα την αναγέννηση του Ρωσικού κινδύνου.
Η χώρα η οποία εκλήθη να πληρώσει το υψηλότερο τίμημα ήταν η Γερμανία, η οποία είχε και τις πιο στενές οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία, ιδιαίτερα στον ενεργειακό τομέα. Η Γερμανία είχε πρωτοστατήσει επίσης στην πράσινη μετάβαση, προσδοκώντας μεγάλα κέρδη από την εξέλιξη αυτή, η οποία θα ερχόταν να αντικαταστήσει, εν καιρώ, τη φθηνή ενέργεια του φυσικού αερίου, που προμηθευόταν μαζικά από τη Ρωσία.
Η Γερμανία χρειάσθηκε να πληρώσει πολύ υψηλότερο κόστος για τις εισαγωγές φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ και άλλες χώρες, όπως επίσης για τις κυρώσεις που αναγκάσθηκε, όπως και οι άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, να επιβάλει στη Ρωσία.
Θα έπρεπε, επιπλέον, να αναλάβει σημαντικό κόστος της Ευρωπαϊκής οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία. Οι συνέπειες είναι καταφανείς στη σημερινή οικονομική κατάσταση της Γερμανίας, περιλαμβανομένων των Γερμανών αγροτών. Οι τελευταίοι, όπως και οι αγρότες των γειτονικών προς την Ουκρανία χωρών, έχουν να αντιμετωπίσουν επίσης τον ανταγωνισμό των Ουκρανικών γεωργικών προϊόντων. Η Γερμανία έπεσε επίσης θύμα της ίδιας της πολιτικής της στο θέμα του χρέους (φρένο χρέους).
Μέσα σ’ αυτό το γενικό Ευρωπαϊκό σκηνικό, δεινοπαθούν και οι Έλληνες αγρότες, οι οποίοι έχουν, επιπλέον, να αντιμετωπίσουν τα γνωστά από το παρελθόν προβλήματά τους αλλά και τις πρόσφατες φυσικές καταστροφές.
Η εξέγερση των αγροτών σ’ όλη την Ευρώπη είναι σήμα κινδύνου για την πορεία που ακολουθεί και τις πολιτικές που ασκεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι αγρότες είναι η βαθύτερη και διαχρονική ταυτότητα μιας χώρας. Η επιβίωσή τους είναι ταυτόσημη με το παραγωγικό μέλλον της χώρας, την εξασφάλιση βασικών αγαθών, τη διατροφική της ασφάλεια και, γιατί όχι, και τον τρόπο ζωής και τον πολιτισμό της.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: ergasianet.gr