Απ. Πάνας στο “Π”: Η έλλειψη πολιτικής βούλησης και στρατηγικού σχεδιασμού στον πρωτογενή τομέα οδηγεί σε εγκατάλειψη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας
Του
ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΝΑ
Βουλευτή ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ Χαλκιδικής,
Αναπληρωτή Γραμματέα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας,
Τομεάρχη Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων
Η υπερδεκαετής κρίση που βίωσε η χώρα μας, με δυσμενείς επιπτώσεις σε όλους τους τομείς της οικονομίας, δυστυχώς δεν άφησε ανεπηρέαστο και τον πρωτογενή μας τομέα, παρότι δεν θα έπρεπε να αποτελεί τη μόνιμη δικαιολογία για την αδυναμία εξεύρεσης ενός δυναμικού και στρατηγικού σχεδίου δράσης για τον αγροτικό κλάδο.
Και πώς, πραγματικά, μπορούμε να υιοθετήσουμε την πολιτική άποψη της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας ότι όλοι οι παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά τη χώρα μας είναι εισαγόμενοι, ενώ δεν υπάρχει η στοιχειώδης μέριμνα για την προστασία των αγροτικών εκμεταλλεύσεων; Η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική από την ιδανική εικόνα που παρουσιάζει η κυβέρνηση. Και δεν είναι άλλη από την έλλειψη πολιτικής βούλησης για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και τη διατήρηση της βιωσιμότητας των αγροτικών εκμεταλλεύσεων.
Η φαινομενική διαμάχη του υπουργείου με τον ΟΠΕΚΕΠΕ ύστερα από το επιτελικό χάος με τις ενισχύσεις, το ελλειμματικό αποθεματικό του ΕΛΓΑ, ο αναχρονιστικός κανονισμός ασφάλισης φυτικής και ζωικής παραγωγής, οι μεγάλες καθυστερήσεις στις αποζημιώσεις των παραγωγών και των κτηνοτρόφων μετά από καταστροφές, οι επιλεκτικές καταβολές ενισχύσεων de-minimis, η επίμονη άρνηση θέσπισης αγροτικού πετρελαίου, η αδυναμία διασυνοριακών ελέγχων εισαγόμενων προϊόντων, η αύξηση του κόστους σε ενέργεια, καύσιμα, αγροτικά εφόδια και ζωοτροφές, η επιλεκτική χαλαζική προστασία στην επικράτεια και η έλλειψη πραγματικής διαβούλευσης σε σημαντικά θέματα δεν αναδεικνύουν καμία σοβαρή, ισόρροπη και υπεύθυνη στάση αντιμετώπισης των προβλημάτων της χώρας μας.
Παράλληλα, η έλλειψη εργατικού δυναμικού δεν σημειώθηκε τυχαία και απρόσμενα, αφού δεν προνοήσαμε και δεν μεριμνήσαμε να δώσουμε όλα τα στοιχειώδη, απαραίτητα κίνητρα παραμονής αλλοδαπών εργατών γης στη χώρα μας, αφήνοντάς τους να ταλαιπωρούνται για χρόνια με τη δαιδαλώδη αδειοδοτική διαδικασία παραμονής τους. Τώρα που η κατάσταση έχει φτάσει πλέον στο απροχώρητο και αφού, έμμεσα, τους ωθήσαμε σε χώρες με απλοποιημένες διαδικασίες παραμονής, αναζητούμε εργάτες αμφίβολης αποτελεσματικότητας, από απομακρυσμένες χώρες, χωρίς την απαραίτητη εμπειρία και τεχνογνωσία, υπογράφοντας μνημόνια κατανόησης, ενώ αδυνατούμε να κατανοήσουμε τα εγχώρια προβλήματα.
Όσο για την κλιματική αλλαγή, που καθορίζει πλέον τη βιωσιμότητα του πρωτογενούς τομέα και της μεταποίησης παγκοσμίως, δεν υπάρχει κάποια ουσιαστική παρέμβαση, ικανή να μειώσει τις επιπτώσεις της στις αγροτικές εκμεταλλεύσεις, ενώ η απουσία αναπτυξιακών και δομικών παρεμβάσεων του Ταμείου Ανάκαμψης στον ελληνικό αγροδιατροφικό τομέα δείχνει τις προτεραιότητες και τις προθέσεις της κυβέρνησης.
Η Πολιτεία δεν αντιλαμβάνεται ότι όλα τα παραπάνω δεν είναι θέματα που αναζητούν επίλυση από τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους. Ο ρόλος των αγροτών και των κτηνοτρόφων είναι να παράγουν εξαιρετικά προϊόντα, αναζητώντας πλέον τρόπους, μέσα σε ένα όχι και τόσο ελκυστικό περιβάλλον, να δώσουν την ανάλογη υπεραξία σε αυτά ώστε να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους, για να μπορούν πλέον να επιβιώσουν και όχι να εξελιχθούν και να αναπτυχθούν.
Στον αντίποδα, σε ανεπτυγμένες χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αυτά τα θέματα έχουν ήδη επιλυθεί, με τους αγρότες της Γερμανίας και της Γαλλίας να απαιτούν μια επιπλέον δέσμη μέτρων, που τα επιτάσσουν οι πραγματικές ανάγκες της εποχής και θα τους καταστήσουν περισσότερο ανταγωνιστικούς και εξελίξιμους. Εδώ, δυστυχώς, διεκδικούμε τα βασικά και αδυνατούμε να βρούμε λύσεις στα καθημερινά, λειτουργικά μας θέματα, στις παθογένειες και στις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, συζητώντας, θεωρητικά και ρητορικά, για τη δήθεν ανάπτυξη του βασικότερου πυλώνα της Εθνικής Οικονομίας. Θεσμικά, η κυβέρνηση, παρότι υποστηρίζει το αντίθετο, αρκείται να απαντά μόνο στο τι δεν μπορεί να κάνει.
Η αύξηση της ανθεκτικότητας και της βιωσιμότητας της γεωργίας στη χώρα μας δεν επιτυγχάνεται με εγγραφή των αγροτών σε επιμελητήρια, δεν αντισταθμίζει τις απώλειες με επιστροφές φόρου πετρελαίου και λιπασμάτων, δεν συντηρείται με δάνεια και δεν βασίζεται στη λειτουργία του αγροτικού 112.
Εάν πραγματικά επιθυμούμε να ενισχύσουμε την πολύπαθη γεωργία στη χώρα μας, να συγκρατήσουμε ή να προσελκύσουμε πληθυσμό στις αγροτικές περιοχές, για να μη βιώσουμε τις καταστροφικές συνέπειες της εγκατάλειψης της υπαίθρου, δίνοντας έμμεσα λύση και στο δημογραφικό πρόβλημα, οφείλουμε άμεσα να αφουγκραστούμε τις αντικειμενικές ανάγκες των γεωργών, δίνοντας λύσεις ουσίας, βήμα βήμα, μέχρι να καταφέρουμε να πούμε ειλικρινά ότι στεκόμαστε στο πλευρό του έλληνα αγρότη και κτηνοτρόφου, δίνοντάς του πραγματικές προοπτικές εξέλιξης και ανάπτυξης.