Μ. Αποστολάκη στο “Π”: Δημογραφικό: Μια βόμβα που απαιτεί τολμηρές λύσεις
Της
ΜΙΛΕΝΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗ
Βουλευτού ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ Βόρειου Τομέα Αθηνών
Το δημογραφικό πρόβλημα αποτελεί μια βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια της ελληνικής κοινωνίας και της οικονομίας. Τα στατιστικά στοιχεία είναι αμείλικτα και μιλούν για δραματική μείωση του πληθυσμού στην Ελλάδα, κατά 1,5 εκατ. κατοίκους, έως το 2050. Παρά το μέγεθος, όμως, του προβλήματος, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη αποδεικνύεται ανεπαρκής και αναποτελεσματική.
Το νέο υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας που θέσπισε η κυβέρνηση θα έπρεπε να επεξεργαστεί και να διαμορφώσει μια συνολική εθνική πολιτική. Όπως όμως προκύπτει από τις κυβερνητικές εξαγγελίες, το Δημογραφικό δεν αντιμετωπίζεται ως πολυπαραγοντικό πρόβλημα, αλλά επιλέγονται πάλι ημίμετρα και η γνώριμη εφάπαξ επιδοματική πολιτική, αφήνοντας εκτός πολλές πτυχές της κοινωνικής και οικονομικής πραγματικότητας, που συμβάλλουν δραστικά στη διόγκωση του δημογραφικού κινδύνου.
Για να «τολμήσουν», όπως αποδεικνύεται εν τοις πράγμασιν, να τεκνοποιήσουν τα νέα ζευγάρια, δεν αρκούν η αύξηση του επιδόματος γέννησης (από 2.000 σε 2.400 ευρώ για το πρώτο παιδί) και η κλιμακωτή αύξηση για τα επόμενα (έως τα 3.500 ευρώ). Ούτε η ισχνή αύξηση κατά 1.000 ευρώ του αφορολογήτου ούτε και η προσαύξηση των εισοδηματικών κριτηρίων για το επίδομα θέρμανσης ή το κοινωνικό τιμολόγιο για τους πολύτεκνους. Ούτε, βέβαια, η θέσπιση πλαφόν κέρδους για το βρεφικό γάλα (η οποία θα ισχύσει μετά από ένα δίμηνο!) είναι δυνατόν να ισοσταθμίσει την τεράστια, κερδοσκοπική, αύξηση της τιμής του την τελευταία χρονιά, που έχει καταστήσει την αγορά βρεφικών προϊόντων ένα δυσβάστακτο κόστος για τις νέες οικογένειες.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη παραγνωρίζει εκείνες τις ουσιαστικές συνθήκες που παρακινούν τα ζευγάρια να κάνουν παιδιά, περιορίζοντας την υπογεννητικότητα και αναστρέφοντας τον ανησυχητικό ρυθμό μείωσης του πληθυσμού που καταγράφεται στη χώρα μας. Για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος απαιτείται η πλήρωση αυτών των συνθηκών και ασφαλώς εργασιακές και προνοιακές παροχές, ιδίως για τις γυναίκες. Γιατί είναι φυσικό τα νέα ζευγάρια να μην μπορούν να προχωρήσουν στη ζωή τους όταν εντάσσονται αργά –ιδίως οι γυναίκες– στην αγορά εργασίας, με ανεπαρκείς μισθούς, ανισότητες στην πρόσληψη και υπό επισφαλείς εργασιακές συνθήκες. Ή όταν χρειάζεται να μεταναστεύσουν, όπως έπραξαν πάνω από 300.000 νέοι, καθώς δεν βρίσκουν δουλειά ή καλές αμοιβές στη χώρα τους. Επίσης, πώς να αποφασίσουν να γίνουν νέοι γονείς όταν τα ενοίκια και η αγορά ακινήτων (λόγω και του Airbnb ή της «Golden Visa») βρίσκονται σε τόσο δυσθεώρητα ύψη, ώστε να ροκανίζουν τους χαμηλούς μισθούς τους; Πώς να συντηρήσουν, επίσης, παιδιά όταν η ακρίβεια στην αγορά τροφίμων, η αισχροκέρδεια στον τομέα της ενέργειας, τα κόστη για τους βρεφικούς σταθμούς, την εκπαίδευση, τα φροντιστήρια στο μέλλον και τα έξοδα για σπουδές φαντάζουν απαγορευτικές συνθήκες για τους νέους επίδοξους γονείς;
Σε αυτές τις προκλήσεις για το Δημογραφικό οι προτάσεις του ΠΑΣΟΚ απαντούν με τόλμη, γιατί αντιμετωπίζουν στο σύνολό τους τις ανάγκες με ρεαλιστικό και ολιστικό σχέδιο, και όχι με επιδόματα παρηγοριάς! Απαντάμε στο στεγαστικό πρόβλημα με προγράμματα κοινωνικής κατοικίας με χαμηλό ενοίκιο, με ταυτόχρονο περιορισμό των στρεβλώσεων από το Airbnb και κατάργηση της «Golden Visa». Παράλληλα, προτείνουμε γενναία μείωση των φορολογικών συντελεστών για την οικογένεια με παιδιά, καθώς στη χώρα μας διαφέρουν μόλις κατά 3 μονάδες από τους φορολογικούς συντελεστές για οικογένειες χωρίς παιδιά, απέχοντας κατά πολύ από τον μέσον όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου για παράδειγμα στην Πορτογαλία είναι πάνω από 10 μονάδες και στην Ιρλανδία 14.
Προτείνουμε τη μηνιαία καταβολή 200 ευρώ για κάθε νέο παιδί μέχρι την ηλικία των 3 ετών απέναντι στα εφάπαξ επιδόματα. Την καθολική πρόσβαση σε παιδικούς / βρεφονηπιακούς σταθμούς αλλά και την καθιέρωση εθνικού «αποταμιευτικού λογαριασμού» για κάθε παιδί, με αναλογική συμμετοχή των γονιών και της Πολιτείας, και την επέκταση και στους τρίτεκνους των δικαιωμάτων των πολυτέκνων.
Μέτρα τολμηρά αλλά συγχρόνως ρεαλιστικά και κυρίως αναγκαία, τα οποία, σε συνδυασμό με την εκτέλεση αποτελεσματικής οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής, θα επιτρέψουν την επιστροφή των «θυμάτων» του «brain drain» αλλά και τη στήριξη των νέων ανθρώπων για να δημιουργήσουν τις δικές τους οικογένειες, συμβάλλοντας στην ανάσχεση του προβλήματος, που απειλεί το μέλλον και τις προοπτικές της πατρίδας μας.