Drei Professoren…

Drei Professoren…

Γράφουν
Πρώην Διπλωματικοί


Κανείς δεν αμφισβητεί ότι επιθυμία των ελλήνων πολιτών είναι η συνεργασία και η ανάπτυξη σχέσεων καλής γειτονίας με τις γειτονικές χώρες, μεταξύ των οποίων, ασφαλώς, συμπεριλαμβάνεται και η Τουρκία.

Και τούτο γιατί το επιτάσσει όχι μόνο η γεωγραφική γειτνίαση αλλά και τα κοινά συμφέροντα, οικονομικά, πολιτικά, πολιτιστικά, τουριστικά κ.ά. Αναφορικά με την Τουρκία και σε σύγκριση με τους άλλους γειτονικούς λαούς και χώρες, η σύγχρονη ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων χαρακτηρίζεται από διακυμάνσεις, με περιόδους συνεργασίας αλλά και περιόδους κρίσεων και εντάσεων. Ασφαλώς, δεν αναφερόμαστε στα χρόνια της οθωμανικής περιόδου, κατά την οποία το ελληνικό έθνος βυθίστηκε στο απόλυτο σκοτάδι.

Σταθμό για τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών στη σύγχρονη εποχή αποτελεί η Συνθήκη της Λωζάννης, που υπογράφηκε –μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή– στις 24 Ιουλίου 1923, με την οποία καθορίζονται και τα οριστικά σύνορα μεταξύ των δύο χωρών στον ηπειρωτικό και στον θαλάσσιο χώρο. Τα νησιά, οι νησίδες και οι βραχονησίδες στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, με εξαίρεση την Ίμβρο και Τένεδο, που παρέμειναν υπό τουρκική κυριαρχία, και τα Δωδεκάνησα, όπου συνεχίσθηκε η ιταλική κατοχή, υπήχθησαν στην ελληνική επικράτεια και τούτο επειδή από αρχαιοτάτων χρόνων κατοικήθηκαν από Έλληνες και ανέδειξαν μοναδικές προσωπικότητες στην τέχνη, στην επιστήμη και στα γράμματα.

Θα περιοριστούμε μόνο σε πρόσωπα όπως ο Όμηρος, ο Ιπποκράτης, ο Πυθαγόρας, η Σαπφώ και πολλοί άλλοι, που και σήμερα μνημονεύονται ως πρωτοπόροι του δυτικού πολιτισμού. Θεμελιωτές των σύγχρονων ελληνοτουρκικών σχέσεων, ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Κεμάλ Ατατούρκ, που αμφότεροι πίστεψαν στην ανάγκη συμφιλίωσης και συνεργασίας μεταξύ των δύο λαών. Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, για την οποία βαρύτατη ευθύνη φέρει η δικτατορία των συνταγματαρχών, άλλαξε πλήρως τη συμπεριφορά των γειτόνων μας και επηρέασε έκτοτε την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων, με αποκορύφωμα την ανάπτυξη από το καθεστώς Ερντογάν αναθεωρητικών θέσεων, που αφορούν, κυρίως, το καθεστώς του Αιγαίου αλλά και της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη.

<script async src=”https://securepubads.g.doubleclick.net/tag/js/gpt.js”></script>
<script>
window.googletag = window.googletag || {cmd: []};
googletag.cmd.push(function() {
googletag.defineSlot(‘/1016513/paron_300x250’, [[300, 250], [300, 600]], ‘div-gpt-ad-1606735639533-0′).addService(googletag.pubads());
googletag.pubads().enableSingleRequest();
googletag.enableServices();
});
</script>
<!– /1016513/paron_300x250 –>
<div id=’div-gpt-ad-1606735639533-0’>
<script>
googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘div-gpt-ad-1606735639533-0’); });
</script>
</div>
<br><br>

Οι αναθεωρητικές συμπεριφορές του καθεστώτος Ερντογάν δεν ήταν μόνο βερμπαλιστικές. Συνοδεύτηκαν και από νεωτεριστικές θέσεις, όπως η «Γαλάζια Πατρίδα» και οι απειλές για κατάληψη νησιών και άλλα ηχηρά παρόμοια. Δύο τραγικά γεγονότα που συνέβησαν στις δύο χώρες, όπως η σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη και οι σεισμοί στην Ανατολία, συνέβαλαν στον μετριασμό της τουρκικής συμπεριφοράς, στη μείωση των εντάσεων στο Αιγαίο και στην επαναπροσέγγιση μεταξύ των δύο χωρών. Όμως, το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας, που συνήλθε στην ελληνική πρωτεύουσα στις 7 Δεκεμβρίου 1923, δεν ασχολήθηκε με τα πλέον καυτά θέματα που αφορούν τις ελληνοτουρκικές διαφορές. Προφανώς, τα παρέπεμψαν προς συζήτηση στο γεύμα εργασίας που παρέθεσε το ΕΛΙΑΠΕΠ, τρεις μέρες μετά τη Σύνοδο Κορυφής, στον τούρκο πρέσβη, διαπιστευμένο στην Αθήνα!

Η παρούσα πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων σχολιάζεται ποικιλοτρόπως. Υπάρχουν οι πλέον θετικές και αισιόδοξες απόψεις αλλά και οι πλέον επιφυλακτικές και συγκρατημένες. Δεν λείπουν όμως και οι τελείως αρνητικές και προειδοποιητικές. Οι πλέον σώφρονες είναι εκείνες που συνιστούν σύνεση και εκτίμηση των τουρκικών προθέσεων, με βάση τη συμπεριφορά της Άγκυρας, σε ό,τι αφορά τον σεβασμό των διατάξεων του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συνθηκών.

Στη δημιουργία έντονων επιφυλάξεων και έντονων προβληματισμών όσον αφορά την αντιμετώπιση των τουρκικών προθέσεων και των κυβερνητικών χειρισμών μεγάλως συνετέλεσαν και οι θέσεις που εκφράσθηκαν από πανεπιστημιακό, ο οποίος υποστήριξε ότι η Συνθήκη της Λωζάννης –που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο των ελληνοτουρκικών σχέσεων και τη βάση της ειρήνης μεταξύ των δύο χωρών τα τελευταία 100 χρόνια– είναι «ξεπερασμένη», όπως και από άλλο πανεπιστημιακό, που σε πρόσφατη συνέντευξη υποστήριξε ότι «για την αντιμετώπιση της Τουρκίας χρειάζεται κουλτούρα συμβιβασμών», για να δικαιώσει –στο πνεύμα αυτό– το καζάν καζάν του Ερντογάν, που σημαίνει μισά μισά!

Δεν είναι λίγοι αυτοί οι οποίοι θεωρούν ύποπτη τη συγκυρία προβολής τέτοιων απόψεων που δημιουργούν θέματα εκεί που δεν υπάρχουν και ακόμη περισσότεροι εκείνοι οι οποίοι διερωτώνται τι εξυπηρετούν τέτοιες παρεμβάσεις. Ορισμένοι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι νομίζουν ότι έχουν το αλάθητο και καταλήγουν, διά των θεωρητικών τους τοποθετήσεων, να εκφράζουν επικίνδυνες θέσεις που θα δικαιολογούσαν συνεχή αλλαγή συνόρων. Στο πνεύμα αυτό, η Γερμανία, π.χ., θα μπορούσε να ζητήσει επαναδιατύπωση των διεθνών συνθηκών και να ζητήσει την επανένταξη στη γερμανική επικράτεια της Αλσατίας-Λωραίνης και η Αυστρία την επανένταξη του Νότιου Τιρόλου κ.ο.κ. Τέτοιες αστόχαστες θέσεις δικαιώνουν τον καγκελάριο Μπίσμαρκ, στο οποίο αποδίδεται η ρήση «Drei professoren, vaterland verloren» («Καθηγητές τρεις, εχάθη η πατρίς»)!


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ