Η πλειοψηφία των ατόμων με καρκίνο του πνεύμονα αντιμετωπίζει αυξημένες δαπάνες και μείωση εισοδήματος
Ερευνα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τον Καρίνο του Πνεύμονα
Του
ΑΡΗ ΜΠΕΡΖΟΒΙΤΗ
Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τον Καρκίνο του Πνεύμονα (LuCE) παρουσίασε την 8η Έκθεση LuCE με τίτλο «Οικονομικός αντίκτυπος του καρκίνου του πνεύμονα: Μια ευρωπαϊκή προσέγγιση». Η έκθεση αυτή διερευνά την οικονομική επιβάρυνση από τον καρκίνο του πνεύμονα, όπως καταγράφεται από τα άτομα που έχουν διαγνωστεί με καρκίνο του πνεύμονα και από τους φροντιστές τους.
Η συλλογή δεδομένων έγινε μέσω μιας online έρευνας που συμπληρώθηκε (26 Μαΐου – 5 Ιουλίου 2023) από 1.161 συμμετέχοντες (834 άτομα με καρκίνο του πνεύμονα και 327 φροντιστές) στην Ευρωπαϊκή Περιφέρεια του ΠΟΥ. Η έρευνα μας υποδηλώνει ότι, παρόλο που η οικονομική τοξικότητα συναντάται συχνά στα άτομα που βιώνουν τον καρκίνο του πνεύμονα, μόνο μια μειοψηφία των συμμετεχόντων δήλωσε ότι υπάρχουν οφέλη για τα άτομα με καρκίνο και τους φροντιστές στη χώρα τους.
Λαμβάνουμε πλέον μόνο 450 ευρώ από τη σύνταξη του συζύγου μου που είναι άρρωστος και το ενοίκιό μας είναι 300 ευρώ (μαρτυρία φροντιστή από την Ελλάδα)
Η Ελλάδα ήταν μία από τις 28 χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας που συμμετείχαν στην παραπάνω έρευνα. Καταγράφηκαν συνολικά 120 απαντήσεις από έλληνες συμμετέχοντες. Η FairLife LCC, ως ενεργό μέλος του LuCE, ανέλαβε και φέτος να κοινοποιήσει στην Ελλάδα την 8η έρευνα του ευρωπαϊκού φορέα. Ειδικότερα, τα κύρια ευρήματα έχουν ως εξής:
Το κόστος του καρκίνου του πνεύμονα και η οικονομική πίεση
• Οι περισσότεροι συμμετέχοντες ήρθαν αντιμέτωποι τόσο με ιατρικές (73,5%) όσο και μη ιατρικές δαπάνες (87,2%) λόγω του καρκίνου του πνεύμονα. Τα έξοδα που αναφέρθηκαν συχνότερα ήταν τα ταξίδια για ιατρικούς λόγους (83,7%), οι λογαριασμοί κοινής ωφέλειας του νοικοκυριού, όπως το τηλέφωνο ή η θέρμανση (77,3%), και τα προσωπικά είδη, όπως επίδεση, επίδεσμοι και αλοιφές (72,3%).
• Το 62,9% ανέφερε μείωση του εισοδήματος του νοικοκυριού μετά τη διάγνωση. Οι μισοί (49,5%) αντιμετώπισαν μείωση του εισοδήματος μεγαλύτερη από 30% σε σύγκριση με τη ζωή πριν από τον καρκίνο του πνεύμονα.
• 1 στους 4 ανέφερε την αδυναμία εργασίας ως μία από τις αιτίες για τη μείωση του εισοδήματος. Oι απουσίες από την εργασία (27,9%) και η συνταξιοδότηση λόγω ασθένειας (26,8%) είναι οι επόμενοι αναφερόμενοι λόγοι.
• Το 66,7% αντιμετώπισε οικονομικές δυσκολίες ως συνέπεια της νόσου. Οι δυσκολίες αυτές επισημάνθηκαν συχνότερα από τους φροντιστές (77,9%) παρά από τους ασθενείς (62,3%). Σύμφωνα με τα ευρήματα, το 21,2% των συμμετεχόντων χρειάστηκε περισσότερο από το 30% του εισοδήματος του νοικοκυριού για να καλύψει τις δαπάνες που αφορούσαν τον καρκίνο του πνεύμονα.
• Οι δαπάνες που σχετίζονται με τον καρκίνο του πνεύμονα επηρέασαν τα οικονομικά σε σημείο που το 45,7% αντιμετώπισε δυσκολίες στην κάλυψη των δαπανών που προέκυψαν από τον καρκίνο του πνεύμονα. Κατά συνέπεια, το 36,8% δυσκολεύτηκε να ζήσει με το τρέχον εισόδημα του νοικοκυριού.
Θα ήθελα να κάνω περισσότερες εξειδικευμένες εξετάσεις, όπως μοριακό έλεγχο, αλλά δυστυχώς το κόστος δεν καλύπτεται από το κράτος (μαρτυρία ασθενή με καρκίνο του πνεύμονα από την Ελλάδα)
Επιπτώσεις λόγω οικονομικής πίεσης και υποστήριξη
• Το 88,4% των ατόμων που ήρθε αντιμέτωπο με οικονομικές δυσκολίες δήλωσε ότι τουλάχιστον ένας τομέας της ζωής του επηρεάστηκε αρνητικά από τις οικονομικές επιπτώσεις. Οι κυριότερες επιπτώσεις που αναφέρθηκαν ήταν η ψυχική υγεία (67,5%) και ο τρόπος ζωής και οι κοινωνικές δραστηριότητες (59%).
• Η πλειονότητα των συμμετεχόντων με οικονομικές δυσκολίες (82,1%) αντιλαμβανόταν τις παραπάνω επιπτώσεις ως εμπόδιο για τη θεραπεία, την ανάκαμψη και τη φροντίδα.
• Τα ευρήματα μας δείχνουν πως το 26,5% των ανθρώπων που βιώνουν τον καρκίνο του πνεύμονα πήρε μια απόφαση που επηρέασε τη φροντίδα τους ή την τήρηση της θεραπείας τους για οικονομικούς λόγους.
• Μόνο 1 στους 5 ερωτηθέντες είχε αναζητήσει οικονομική στήριξη από τη δημόσια υγειονομική περίθαλψη (21,6%) ή την κοινωνική μέριμνα (20,6%). Ωστόσο, περίπου το 30% και το 41%, αντίστοιχα, δεν έλαβε την απαιτούμενη βοήθεια.
• Η υποστήριξη για τα έξοδα αναφορικά με τη φαρμακευτική αγωγή και την υγειονομική περίθαλψη προσδιορίστηκε ως η πιο αναγκαία οικονομική στήριξη (53%).