Πάνος Σκουρλέτης στο “Π”: Ο αναντικατάστατος ρόλος της Αριστεράς
Του
ΠΑΝΟΥ ΣΚΟΥΡΛΕΤΗ
Πρώην Υπουργού, Στελέχους της Νέας Αριστεράς
Οι συσχετισμοί που προέκυψαν από τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές αποτυπώνουν για πρώτη φορά μετά το ’74 μια σαφή πλειοψηφία των δεξιών και ακροδεξιών δυνάμεων στο επίπεδο του Κοινοβουλίου.
Μπορεί το αποτέλεσμα αυτό να διαμορφώθηκε σε συνθήκες μεγάλης αποχής από τις εκλογικές διαδικασίες, ωστόσο δεν πρέπει να υποτιμάται, καθώς σηματοδοτεί βαθύτερες διεργασίες. Αλλά και η αυξανόμενη αποχή αναδεικνύει μια διευρυνόμενη κρίση αντιπροσώπευσης. Ιδιαίτερα για την Αριστερά, επιβάλλεται να κατανοήσει το φαινόμενο της αποχής, που σε πολλές περιπτώσεις κρύβει μέσα της πολλαπλά πολιτικά μηνύματα.
Μέσα σε αυτό το πολιτικό σκηνικό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με την κυβέρνηση της ΝΔ, εμφανίζεται ως ο απόλυτος κυρίαρχος. Ωστόσο, η κυριαρχία του δεν πρέπει να κατανοείται ως μια ηγεμονία που του εγγυάται ανέφελη πορεία και προοπτική. Η οικονομία, παρά τη μεγέθυνση των τελευταίων ετών, που εξηγείται λόγω της ρύθμισης του χρέους που πέτυχε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά οφείλεται και σε συγκυριακούς εξωγενείς παράγοντες, παραμένει αβαθής. Εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από έλλειμμα παραγωγικότητας και παραμένει χωρίς πυξίδα και βιώσιμη προοπτική, ενώ οι όποιες ευκαιρίες χάνονται μέσα στην έλλειψη ενός μεσομακροπρόθεσμου σχεδίου.
Στον τομέα της Υγείας, το ΕΣΥ δεν βγαίνει πιο ενισχυμένο σε σχέση με την προ πανδημίας περίοδο. Αντιθέτως, η υγειονομική ανασφάλεια κυριεύει ένα ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας.
Η κλιματική κρίση, που στα λόγια φάνηκε να ευαισθητοποιεί τον πρωθυπουργό, αντιμετωπίζεται με όρους αγοραίων συμφερόντων, όπως άλλωστε και μια σειρά άλλοι τομείς.
Οι θεσμοί συρρικνώνονται, μαζί και η Δημοκρατία. Η δεξιά παράταξη θέλει να πάρει τη ρεβάνς από τη Μεταπολίτευση, αναθεωρώντας και ακυρώνοντας πολλές από τις κατακτήσεις της.
Από την άλλη μεριά, στον χώρο της Αριστεράς και του ευρύτερου προοδευτικού χώρου τα πράγματα δείχνουν αποκαρδιωτικά. Το ΠΑΣΟΚ δεν εμφανίζει σημάδια δυναμικής ανάκαμψης και δεν μπορεί, ή και δεν θέλει, να αποτελέσει το αντίπαλον δέος της ΝΔ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ βιώνει μια συνεχή κρίση ταυτότητας και στρατηγικής, που κορυφώθηκε με την εκλογή του Στ. Κασσελάκη στην προεδρία του. Παρά το γενναιόδωρο αποτέλεσμα των εκλογών του 2019, μετά από μια αντιφατική περίοδο διακυβέρνησης, με καλές και κακές στιγμές, δεν κατόρθωσε να αξιοποιήσει την περίοδο μέχρι τις τελευταίες εκλογές για να ενισχύσει τους δεσμούς του με εκείνα τα κομμάτια της κοινωνίας που τον στήριξαν, να αποκαταστήσει την αξιοπιστία του, να διευρύνει την επιρροή του και να αντεπιτεθεί προγραμματικά. Οι πολλαπλές προκλήσεις της εποχής αντιμετωπίστηκαν με μειωμένη ιδεολογική και προγραμματική αυτοπεποίθηση.
Είναι ενδεικτική η συζήτηση που έχει ανοίξει στον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ, όπου πολλές από τις προτάσεις που έχουν κατατεθεί έχουν έναν κοινό παρονομαστή: την εγκατάλειψη του χώρου της Αριστεράς εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ και την προσχώρηση ή τη διάχυσή του στον ευρύτερο κεντροαριστερό χώρο. Η άποψη αυτή, που ποτέ δεν κατατέθηκε ως τέτοια εντός του ΣΥΡΙΖΑ τα τελευταία χρόνια, ούτε στο τελευταίο Συνέδριό του (Απρίλιος 2022), ήταν υπαρκτή αλλά ανομολόγητη. Αποτελεί δε μια από τις βαθύτερες αιτίες της πολιτικής του αμορφίας τα προηγούμενα χρόνια και των διαιρετικών καταστάσεων που επικρατούσαν και διαμόρφωσαν τους όρους της εκλογικής του συντριβής. Η επιταχυνόμενη πορεία μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ δημιουργεί εκ των πραγμάτων ένα μεγάλο πολιτικό κενό στον χώρο που μέχρι πρότινος κατελάμβανε, το οποίο με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο θα καλυφθεί.
Εάν, όμως, σήμερα το ζητούμενο είναι η διαμόρφωση ενός πλειοψηφικού μπλοκ πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, το οποίο όχι μόνο θα αποτελέσει ανάχωμα στην απόλυτη επικράτηση των συντηρητικών δυνάμεων και στην άνοδο της Ακροδεξιάς αλλά και θα διεκδικήσει και θα προωθήσει ένα σχέδιο μεγάλων αλλαγών ως απάντηση στα ζητήματα τα οποία τίθενται ως απότοκο της πολλαπλής κρίσης που μαστίζει την εποχή μας, ο ρόλος της Αριστεράς είναι αναντικατάστατος. Απέναντι στη λογική της περιχαρακωμένης Αριστεράς, όπως αυτή εκφράζεται από το σημερινό ΚΚΕ, αλλά και σε όσους δεν κατανοούν την αναγκαιότητα της διακριτής παρέμβασης της σύγχρονης Αριστεράς και την αντιμετωπίζουν ως συμπλήρωμα, είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ η καταλυτική παρουσία μιας σύγχρονης Αριστεράς, που θα πρωτοστατεί με τη διακριτή παρουσία της στη διαμόρφωση ευρύτερων συμμαχιών, ως δύναμη έμπνευσης και υπέρβασης της σημερινής πραγματικότητας. Αυτόν τον ρόλο καλείται να παίξει το εγχείρημα της Νέας Αριστεράς.