Δεν είναι ικανοποιημένοι οι πολίτες από τις υπηρεσίες φροντίδας υγείας
ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΙΟΒΕ ΓΙΑ ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ
–Αυξήθηκαν οι δαπάνες των νοικοκυριών για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη
–Μεγάλο το κόστος ανά νοσηλευθέντα στα μικρά νοσοκομεία
Του
ΑΡΗ ΜΠΕΡΖΟΒΙΤΗ
Στην Ελλάδα καταγράφεται ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά ικανοποίησης από τις παρεχόμενες υπηρεσίες φροντίδας υγείας, με 38% για το 2020 από 36% το 2010. Το ελληνικό σύστημα υγείας κατατάσσεται στην 29η θέση ανάμεσα σε 35 χώρες της Ευρώπης με 615 βαθμούς στον δείκτη αξιολόγησης των συστημάτων υγείας Euro Health Consumer Index (EHCI), υψηλότερα από Αλβανία, Ρουμανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Βουλγαρία και Λετονία.
Στη χώρα μας επιτυγχάνεται σχετικά υψηλή βαθμολογία σε πεδία όπως η άμεση πρόσβαση σε γιατρούς, η μείωση της θνησιμότητας από εγκεφαλικά, ο παιδικός εμβολιασμός, η μειωμένη συχνότητα υπερτασικών και η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ.
Αντίθετα, χαμηλή επίδοση επιτυγχάνεται σε πεδία όπως η πληροφόρηση και τα δικαιώματα των ασθενών, οι οικογενειακοί γιατροί, οι λίστες αναμονής στους καρκινοπαθείς, οι μεταμοσχεύσεις, οι άτυπες πληρωμές, το κάπνισμα, η έλλειψη φυσικής άσκησης, οι θάνατοι από τροχαία, η καθυστερημένη εισαγωγή καινοτόμων φαρμάκων και η υψηλή κατανάλωση αντιβιοτικών.
Η απουσία λογιστικών καταστάσεων από μεγάλες νοσοκομειακές μονάδες της χώρας, όπως ΓΝΑ Ο Ευαγγελισμός, ΓΝΑ Αλεξάνδρα, ΓΝ Μαιευτήριο Αθηνών Έλενας Βενιζέλου, ΓΝΑ Γ. Γεννηματάς, ΓΝ Αττικής Σισμανόγλειο, ΓΝ Δυτικής Αττικής, ΓΝ Θεσσαλονίκης Γ. Γεννηματάς κ.ά., καταδεικνύει την έλλειψη διαφάνειας στον κρίσιμο τομέα των οικονομικών των νοσοκομείων. Γενικότερα, όμως, υπάρχει ένα πρόβλημα που αφορά όλα τα νοσοκομεία της χώρας, αφού ο ΕΟΠΥΥ καθυστερεί σημαντικά να πληρώσει τις υποχρεώσεις του.
Η χρήση της λογιστικής του δεδουλευμένου, δηλαδή της μεθοδολογίας καταχώρισης των εσόδων – εξόδων, θα ωφελούσε πολλαπλά τα δημόσια νοσοκομεία.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις περιλαμβάνονται στην έρευνα του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) με θέμα «Ανάλυση των οικονομικών μεγεθών των δημόσιων νοσοκομείων της Ελλάδας», που παρουσιάστηκε σε ειδική εκδήλωση από τον Σβέτοσλαβ Ντάντσεφ, επικεφαλής Τμήματος Μικροοικονομικής Ανάλυσης και Πολιτικής του ΙΟΒΕ, και τη Σάντρα Κοέν, καθηγήτρια του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων δίνει τη δυνατότητα, σε πρώτο βαθμό στη διοίκησή τους, σε δεύτερο στις διοικήσεις των υγειονομικών περιφερειών (ΥΠΕ) και σε τελικό στάδιο στην ηγεσία του υπουργείου Υγείας, να λαμβάνουν αποφάσεις για την εύρυθμη και οικονομικά αποδοτικότερη λειτουργία των νοσοκομείων, με τελικό σκοπό την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους ασθενείς.
Αναλυτικότερα, η μελέτη του ΙΟΒΕ στηρίζεται σε ένα δείγμα 828 συνολικά οικονομικών καταστάσεων για την περίοδο 2012 – 2020, που καταρτίζονται βάσει του ΠΔ 146/2003 από περίπου 90 νοσοκομεία.
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, η χρήση της λογιστικής του δεδουλευμένου, δηλαδή της μεθοδολογίας καταχώρισης των εσόδων – εξόδων, θα ωφελούσε πολλαπλά τα δημόσια νοσοκομεία:
• Βελτίωση του συστήματος κοστολόγησης με πολλαπλά οφέλη (π.χ. καλύτερη λήψη αποφάσεων, εξοικονόμηση κόστους, προσαρμογή σε έκτακτες συνθήκες κ.λπ.).
• Δημιουργία «έξυπνων» νοσοκομείων, με την παράλληλη χρήση τεχνολογικών συστημάτων, που θα βελτιώσουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες και τη διαχείριση κόστους.
• Βελτίωση των συστημάτων εφοδιαστικής αλυσίδας, ώστε να παρακολουθούνται καλύτερα η αποθήκη φαρμάκων και το ιατρικό υλικό.
• Παρακολούθηση του χρόνου που εισπράττονται οι απαιτήσεις και του χρόνου που εξοφλούνται οι υποχρεώσεις.
Οι μεγάλες προκλήσεις για το ελληνικό σύστημα υγείας
Τα συστήματα υγείας στην ΕΕ, παρά τις διαφορές ως προς την οργάνωσή τους, αντιμετωπίζουν μια σειρά σοβαρών προκλήσεων, όπως η γήρανση του πληθυσμού, η αύξηση του κόστους λόγω των τεχνολογικών καινοτομιών και οι ελλείψεις εξειδικευμένου προσωπικού.
Το ελληνικό σύστημα υγείας βρίσκεται αντιμέτωπο με επιπλέον προκλήσεις εξαιτίας ορισμένων ιδιαιτεροτήτων:
• Διαφορετικό μείγμα εισροών της δημόσιας δαπάνης υγείας από τη φορολογία και την ασφάλιση. Μεγάλη συμμετοχή της ιδιωτικής δαπάνης.
• Το σύστημα υγείας στη χώρα είναι έντονα συγκεντρωμένο γύρω από τα νοσοκομεία. Τα νοσοκομεία συμβάλλονται κυρίως με τον ΕΟΠΥΥ. Περίπου το 65% των κλινών είναι στον δημόσιο τομέα και το 35% στον ιδιωτικό τομέα.
• Η πλειοψηφία των ιδιωτικών κλινών είναι μικρές ή μεσαίες γενικές, μαιευτικές / γυναικολογικές ή ψυχιατρικές κλινικές, με λιγότερες από 100 κλίνες, μικρό αριθμό ασθενών και χαμηλά ποσοστά στελέχωσης ανά τύπο προσωπικού.
• Τα δημόσια νοσοκομεία παρουσιάζουν σημαντικά προβλήματα, όπως ανισοκατανομή κλινών, κλινικών, εργαστηρίων και προσωπικού και σημαντικές ελλείψεις προσωπικού.
Βασικά ευρήματα για το σύστημα υγείας στην Ελλάδα
• Ο αριθμός των νοσηλευτικών μονάδων και κλινικών δευτεροβάθμιας φροντίδας υποχώρησε σε 267 το 2021 από 302 το 2012. Η μείωση οφείλεται κυρίως στην πτώση του αριθμού ιδιωτικών κλινικών, από 164 το 2012 σε 139 το 2021. Μείωση του αριθμού νοσοκομείων καταγράφεται στις περισσότερες χώρες της ΕΕ την περίοδο 2016 – 2021.
• 1η (Αττικής), 2η (Πειραιώς και Αιγαίου) και 6η (Πελοποννήσου, Ιονίων Νήσων, Ηπείρου και Δυτικής Ελλάδας) ΥΠΕ διαθέτουν τα περισσότερα νοσοκομεία, που αντιστοιχούν στο 60% του συνολικού αριθμού δημόσιων νοσοκομείων.
• Σε όρους αριθμού νοσοκομείων ανά 1 εκατ. κάτοικους, η Ελλάδα βρίσκεται πάνω από τη μέση της κατάταξης των χωρών του ΟΟΣΑ – ΕΕ (10η θέση σε 22 χώρες).
• Χαμηλότερα από τον μέσο της ΕΕ-27 (525 κλίνες ανά 100.000 κατοίκους) βρίσκεται η Ελλάδα, με 427 διαθέσιμες κλίνες ανά 100.000 κατοίκους (2021). Οι συνολικές διαθέσιμες κλίνες στην Ελλάδα στο τέλος του 2021 διαμορφώθηκαν σε 48,9 χιλ. έναντι 52,4 χιλ. το 2010.
• Στα 16,7 δισ. ευρώ διαμορφώνεται η συνολική χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας, μειωμένη κατά 25% σε σύγκριση με το 2009. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια καταγράφεται αντιστροφή της πτωτικής τάσης, κυρίως λόγω της αύξησης της δημόσιας χρηματοδότησης κατά 1,9 δισ. ευρώ (10,4 δισ. ευρώ το 2021 έναντι 8,5 δισ. ευρώ το 2015).
• Σημαντική υποχώρηση της χρηματοδότησης για δαπάνες υγείας (%) στην Ελλάδα έναντι αύξησης στην ΕΕ. Η ετήσια δημόσια μεταβολή δαπανών σε σταθερές τιμές, σωρευτικά για την περίοδο 2009 – 2021, διαμορφώνεται στο -29,2% στην Ελλάδα έναντι +32,7% στην ΕΕ. Οι δαπάνες υγείας των εγχώριων νοικοκυριών ανέρχονται στο 8,1% των συνολικών δαπανών τους το 2021 από 6,5% το 2009. Αύξηση του ποσοστού της φαρμακευτικής περίθαλψης στις δαπάνες υγείας των νοικοκυριών σε 31,3% το 2021 από 19,2% το 2009.
• Το 2021, η συνολική δαπάνη υγείας στην Ελλάδα, ως ποσοστό του ΑΕΠ, διαμορφώθηκε στο 9,2% (εκ των οποίων 5,7% δημόσια δαπάνη) έναντι 10,9% στην ΕΕ (εκ των οποίων 8,9% δημόσια δαπάνη). Στην Ελλάδα η δημόσια χρηματοδότηση διαμορφώνεται στο 62,1% της συνολικής χρηματοδότησης για δαπάνες υγείας το 2020, αρκετά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ (81,1%).
• Η Ελλάδα κατέγραψε τη μεγαλύτερη μείωση (-7,3%) στην ΕΕ σε κατά κεφαλήν δαπάνη υγείας την περίοδο 2008 – 2013 και τη μικρότερη αύξηση (+0,4%) την περίοδο 2013 – 2019. Υποχώρηση της κατά κεφαλήν δαπάνης υγείας στην Ελλάδα (1.561 ευρώ το 2021 έναντι 2.014 ευρώ το 2009) έναντι αύξησης στην ΕΕ (3.563 ευρώ το 2021 έναντι 2.396 ευρώ το 2009).
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αποκλίσεις που καταγράφονται στο κόστος ανά νοσηλευθέντα. Το 2020, το υψηλότερο κόστος ανά νοσηλευθέντα, με 4.110 ευρώ, καταγράφηκε στην 4η ΥΠΕ (Μακεδονίας και Θράκης) και το χαμηλότερο, με 1.988 ευρώ ανά νοσηλευθέντα, στην 3η ΥΠΕ (Μακεδονίας).
Σημειώνεται ότι το λειτουργικό κόστος ανά νοσηλευθέντα είναι πολλαπλάσιο στα μικρά νοσοκομεία (5.324 ευρώ το 2020) σε σχέση με τα μεγάλα (2.123 ευρώ το 2020) και τα μεσαία (1.814 ευρώ το 2020).