Ν. Βούτσης στο “Π”: Κλίνατε επί ακροδεξιά;
Του
ΝΙΚΟΥ ΒΟΥΤΣΗ
Πρώην Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων
Η ακροδεξιά επέλαση στην Ευρώπη τείνει να πάρει μορφή χιονοστιβάδας, άλλοτε ως επικρατούσα ατζέντα με επίκεντρο την ανασφάλεια και τον φόβο, που τεχνηέντως ταυτίζονται με το μείζον ζήτημα της αντιμετώπισης των μεταναστευτικών – προσφυγικών ροών, και άλλοτε –όλο και πιο συχνά– με επικράτηση, μέσω της αλλαγής των εκλογικών συσχετισμών, στη διακυβέρνηση σειράς μεγάλων χωρών, η παράδοση των οποίων δεν είχε ποτέ τέτοιο χρώμα.
Το δίδαγμα αυτής της διαρκούς, τα τελευταία χρόνια, μετατόπισης προς την Ακροδεξιά σε κλίμακα Ευρώπης, αλλά και με πρόσφατες αναφορές στην Αργεντινή και στην περίπτωση Τραμπ στις ΗΠΑ, είναι σαφές και εύκολα αναγνώσιμο αλλά, απ’ ό,τι φαίνεται, πολύ δύσκολα αντιληπτό από τις κεντροδεξιές ελίτ των χωρών αυτών. Όλοι αναγνωρίζουν ότι η Ακροδεξιά, με διάφορες μορφές, πρακτικές και παραδόσεις που ενστερνίζεται από το μαύρο ευρωπαϊκό παρελθόν, επιδρά και μεταλλάσσει την Κεντροδεξιά, όταν αυτή αποδέχεται την ίδια ατζέντα και την πρόκληση να υπερβεί, με τα ίδια εργαλεία και με ταυτόσημες πολιτικές, την επιρροή της Ακροδεξιάς στη διαμόρφωση της ταυτότητας των πολιτών, διαταξικά μάλιστα, μέσα στις σύγχρονες κοινωνίες.
Η έκκληση προς τον Μακρόν από 150 προσωπικότητες να μην ψηφίσει το μεταναστευτικό νομοσχέδιο συμπίπτει χρονικά με την έγκριση από την ΕΕ του σχεδίου που θα τεθεί για τελική υπερψήφιση σχετικά με τη νέα στρατηγική για την ευρωπαϊκή αντιμετώπιση του Μεταναστευτικού – Προσφυγικού και τις διαδικασίες παροχής ασύλου. Ένα σχέδιο που στον κεντρικό πυρήνα του αναιρεί τη βασική αρχή για αλληλέγγυα αντιμετώπιση ως υποχρεωτικότητα για τα κράτη-μέλη της ΕΕ και «περήφανα» για την ηγεσία της ΕΕ θεσμοθετεί και θωρακίζει ποικιλοτρόπως την «Ευρώπη-φρούριο» μέσα στον 21ο αιώνα, που κατά τα άλλα όλοι αναγνωρίζουν ότι είναι και θα είναι η ιστορική περίοδος όπου ήδη υπάρχουν συνέπειες από τις ανατροφοδοτούμενες κρίσεις, αυτή της κλιματικής αλλαγής και αυτή της διαμόρφωσης, από ποικίλους λόγους πλέον, μεγάλων προσφυγικών – μεταναστευτικών ροών.
Στα καθ’ ημάς, η διακυβέρνηση Μητσοτάκη κινείται εδώ και χρόνια με την αντίληψη της οργανικής συνύπαρξης, σε ηγετικά πρόσωπα και βασικές της πολιτικές, της Άκρας Δεξιάς με μια κεντρώα – φιλελεύθερη πολιτική, όταν αυτή μπορεί βεβαίως να εφαρμοστεί. Έχει γίνει φανερό για πλήθος ζητημάτων ότι αυτές οι αντιφατικές πολιτικές δεν συντίθενται και ότι τελικά τροφοδοτούν ευθέως μια εντεινόμενη συντηρητικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, στη συγκυρία μάλιστα μετά το σοκ της πανδημίας, ενώ ευνοούν και τη διαμόρφωση πολιτικών συσχετισμών σταθερά διψήφιων με νέα και παλαιότερα κόμματα της Ακροδεξιάς και ενώ η ηγεσία της Χρυσής Αυγής βρίσκεται τυπικά εκτός πολιτικής.
Μερικά δείγματα για την τεκμηρίωση αυτής της άποψης, που κατά την εκτίμησή μου είναι άκρως επικίνδυνη, καθώς μάλιστα αναπτύσσεται με τη γνωστή αλαζονεία που προσδίδει το πρόσφατο 41% στο καθεστώς Μητσοτάκη, είναι πολύ πρόσφατα:
Ο πρώην πρωθυπουργός κ. Σαμαράς έχει εγκαθιδρυθεί ως διακριτός και ισχυρός πόλος επιρροής με δημόσια ρητή πολεμική απέναντι σε ζητήματα όπως ο γάμος και η τεκνοθεσία ομόφυλων ζευγαριών, η αξιοποίηση στην εργασία και η νομιμοποίηση μεταναστών, η πολιτική διαλόγου με τη γείτονα χώρα. Η αντιπαράθεση σε αυτά τα σημαντικά για την ίδια την κυβέρνηση ζητήματα υποβαθμίζεται σκοπίμως σε «εσωκομματικές τριβές», ενώ πρόκειται για μια προφανή διαδικασία ενσωμάτωσης και αυξανόμενης επιρροής της Ακροδεξιάς μέσα στη ΝΔ, στο ιδιότυπο πολιτικό μπρα-ντε-φερ με τους Σπαρτιάτες, τη Νίκη, τον Βελόπουλο, τον Κασιδιάρη, τους ακραίους της Εκκλησίας κ.λπ.
Το ίδιο γίνεται με την προφανή κάλυψη πλήθους αστυνομικών αυθαιρεσιών αλλά και με τη συντήρηση ενός κλίματος εκτεταμένων διακρίσεων απέναντι σε μεγάλες κατηγορίες πολιτών, όπως επίσης και με τη μη συμπερίληψη της «γυναικοκτονίας» σε ιδιαίτερη αυστηρή ποινική αντιμετώπιση. Το «κλείσιμο του ματιού» στο ακροδεξιό ακροατήριο γίνεται προφανές καθημερινά, όπως μόλις προχθές με την ανοιχτή λογοκριτική παρέμβαση για τη ροζ σημαία στο προξενείο μας.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, δεν είναι παράξενο, αλλά βεβαίως δεν πρέπει να περάσει και απαρατήρητο, το ότι την πεντηκονταετία της «δημοκρατικής μεταπολίτευσης», στην οποία θα εντρυφήσουμε με τον νέο χρόνο, η κυβέρνηση της ΝΔ την τιμά (;) με τη ρητορική του υπουργού κ. Φλωρίδη για να υποστηρίξει το αντιδραστικό πόνημα που θα φέρει προς ψήφιση για την τροποποίηση των Ποινικών Κωδίκων στη Βουλή. Ελάχιστα καλυμμένη –επιεικής ο χαρακτηρισμός– η ευθεία αντίθεση, έως και εχθρότητα, με τις κατακτήσεις του κράτους δικαίου, τα δικαιώματα όλων των πολιτών, την ισονομία, τις δικαστικές εγγυήσεις του δημοκρατικού νομικού πολιτισμού μας, τις επιστημονικές απόψεις στον χώρο της Δικαιοσύνης αλλά και τις αντίστοιχες πρωτοβουλίες στον χώρο της Δικαιοσύνης και του σωφρονισμού που είχαν αναλάβει και θεσπίσει υπουργοί της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και βέβαια του «τρισκατάρατου ΣΥΡΙΖΑ», για τον οποίο ο νυν υπουργός Δικαιοσύνης επεφύλασσε πάντοτε μια υβριστική συμπεριφορά στη φάση της μετάβασής του προς τη ΝΔ.
Ας ελπίσουμε ότι θα γίνει πιο ψύχραιμη και επιστημονική η τελική στάθμιση πάνω σε αυτά τα κρίσιμα ζητήματα και σε μια αλλαγή στάσης του ιδίου του κ. Φλωρίδη.
Μετά την «εθνική εξαίρεση», τη διαχρονική πατριδοκαπηλία, την «υπόθαλψη εγκληματιών», τη σύγχρονη ανασύσταση του «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια», όλα αυτά τα προσχήματα, προς την ευρύτερη Αριστερά και την αξιωματική αντιπολίτευση, έχουν δραματικά εκλείψει για την επιλογή υποταγής της ΝΔ του κ. Μητσοτάκη στο σύνθημα: «Κλίνατε επί ακροδεξιά».