Γ. Καββαθάς στο “Π”: Όχι σε φορολογικό πογκρόμ κατά δικαίων και αδίκων
Του
ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΒΒΑΘΑ
Προέδρου της ΓΣΕΒΕΕ
Σε μια περίοδο που τα δημόσια έσοδα αυξάνονται, ενώ η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών μειώνεται λόγω της συνεχώς αυξανόμενης ακρίβειας, η κυβέρνηση, σε αντίθεση με τις προεκλογικές της δεσμεύσεις, στοχοποιεί ελεύθερους επαγγελματίες, εμπόρους και βιοτέχνες ως φοροφυγάδες και προετοιμάζει μια μορφή φορολογικού πογκρόμ κατά δικαίων και αδίκων.
Στην πραγματικότητα, η τεκμαρτή φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών και ευρύτερα των ατομικών επιχειρήσεων δεν είναι τίποτε άλλο από ένα ακόμα εισπρακτικό μέτρο. Η εισπρακτική του διάσταση προκύπτει από τη μεριά των εσόδων ως ένας τρόπος αντικατάστασης του τέλους επιτηδεύματος, ενώ από τη μεριά των δαπανών ως ένας τρόπος περιορισμού τους, αφού με την τεχνητή αύξηση των εισοδημάτων των αυτοαπασχολουμένων μειώνονται δυνητικά οι δικαιούχοι προνοιακών επιδομάτων.
Οι στοιχειώδεις υπολογισμοί που έχουν γίνει για το αποτέλεσμα των σχετικών ρυθμίσεων στα έσοδα και στις δαπάνες του κράτους αποτελούν ακόμη μία απόδειξη της εισπρακτικής λογικής του μέτρου, δεδομένου ότι καμία άλλη επίπτωση από την ενδεχόμενη εφαρμογή τους δεν έχει ληφθεί υπόψη. Επιπλέον, η εισπρακτική λογική των εν λόγω ρυθμίσεων προκύπτει και από το ότι το τέλος επιτηδεύματος μειώνεται κατά 50% μόνο για τις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες που εμπίπτουν στο τεκμαρτό σύστημα φορολόγησης.
Θα ήταν τουλάχιστον ανορθολογικό να αποδεχθούμε ένα σύστημα τεκμαρτού (άρα υποθετικού) υπολογισμού των εισοδημάτων, ιδιαίτερα εκείνων που προέρχονται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, η οποία εξ ορισμού περιέχει ρίσκο και έντονη μεταβλητότητα και αβεβαιότητα. Το στρώμα αυτό δεν είναι ομοιογενές και η επιβολή ενός ακόμη άδικου οριζόντιου κεφαλικού φόρου θα επιφέρει ιδιαίτερα αρνητικά αποτελέσματα.
Η κυβέρνηση αγνοεί τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ένα σημαντικό τμήμα του ενεργού δυναμικού της ελληνικής οικονομίας, της μεσαίας τάξης, αδυνατεί να ανταποκριθεί σε βασικές του υποχρεώσεις, έχει σημαντικές οφειλές προς το Δημόσιο, τις τράπεζες, τα ασφαλιστικά ταμεία και έχει απολέσει ρυθμίσεις οφειλών, με άμεσο κίνδυνο την επιβολή καταδιωκτικών μέτρων εις βάρος του. Τα στοιχεία των ερευνών του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ είναι αποκαλυπτικά. Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του Ινστιτούτου, ένας στους τρεις ελεύθερους επαγγελματίες έχει τουλάχιστον μία ληξιπρόθεσμη οφειλή. Πώς θα ανταποκριθούν, λοιπόν, στις νέες φορολογικές τους υποχρεώσεις;
Και όλα αυτά ενώ κορυφαίοι υπουργοί της κυβέρνησης επαίρονται για την ύπαρξη νέων εργαλείων ελέγχου. Αν είναι, όμως, τόσο αποδοτικά, προς τι η εκ νέου ανακάλυψη τεχνικών φορολόγησης της προηγούμενης τριακονταετίας;
Η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής προϋποθέτει έναν ουσιαστικό διάλογο μεταξύ όλων των φορέων, με στόχο ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, που θα λαμβάνει υπόψη τις πραγματικές συνθήκες ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και τις ιδιαιτερότητες κάθε επαγγέλματος, έχοντας ως βάση τη συνεισφορά εκάστου στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις πραγματικές δυνάμεις του και όχι με «τεκμαρτά» ανύπαρκτα εισοδήματα. Προϋποθέτει, επίσης, καλλιέργεια αισθήματος φορολογικής ανταποδοτικότητας, αντανάκλασης δηλαδή της φορολογικής επιβάρυνσης σε ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος, σε ένα αξιόπιστο Εθνικό Σύστημα Υγείας, σε αξιοπρεπή δημόσια εκπαίδευση, σε επαρκείς υποδομές και υπηρεσίες, που επιστρέφουν στον πολίτη και στην επιχείρηση τη συνεισφορά τους στα δημόσια έσοδα.
Προφανώς, αυτή η τελευταία εικόνα δεν είναι δεδομένη ούτε στις προνεωτερικές κοινωνίες ούτε στις αναπτυσσόμενες χώρες διαφόρων περιοχών του πλανήτη. Όποιος πιστεύει ότι η χώρα μας δεν έχει καμία σχέση με αυτές τις περιπτώσεις, ας το ξανασκεφτεί.