Πώς έχτιζαν οι Ρωμαίοι και οι Μάγια
Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι βρήκαν τον βασικό λόγο για τον οποίο το ρωμαϊκό σκυρόδεμα κρατούσε τις κατασκευές για χιλιάδες χρόνια: Το αρχαίο υλικό έχει μια ασυνήθιστη δυνατότητα να αυτοεπιδιορθώνεται.
Ο ακριβής τρόπος δεν είναι ακόμη ξεκάθαρος, αλλά οι επιστήμονες αρχίζουν να βρίσκουν ενδείξεις. Σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε νωρίτερα φέτος, ο Αντμίρ Μασίκ, πολιτικός μηχανικός και μηχανικός περιβάλλοντος στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης, υποστήριξε ότι αυτή η δύναμη προέρχεται από κομμάτια ασβέστη που είναι διάσπαρτα σε όλο το ρωμαϊκό υλικό, αντί να αναμειγνύονται ομοιόμορφα. Οι ερευνητές πίστευαν ότι αυτά τα κομμάτια ήταν σημάδι ότι οι Ρωμαίοι δεν ανακάτευαν αρκετά καλά τα υλικά τους.
Αντ’ αυτού, μετά την ανάλυση δειγμάτων σκυροδέματος από το Privernum –μια αρχαία πόλη έξω από τη Ρώμη–, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι τα κομμάτια θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν τις αυτοθεραπευτικές ικανότητες του υλικού.
«Όταν σχηματίζονται ρωγμές, το νερό είναι σε θέση να εισχωρήσει στο σκυρόδεμα», εξήγησε ο Μασίκ και πρόσθεσε: «Αυτό το νερό ενεργοποιεί τους εναπομείναντες θύλακες ασβέστη, πυροδοτώντας νέες χημικές αντιδράσεις που μπορούν να γεμίσουν τα κατεστραμμένα τμήματα».
Η Μαρί Τζάκσον, γεωλόγος στο Πανεπιστήμιο της Γιούτα, έχει διαφορετική άποψη. Η έρευνά της διαπίστωσε ότι το κλειδί μπορεί να βρίσκεται στα συγκεκριμένα ηφαιστειακά υλικά που χρησιμοποίησαν οι Ρωμαίοι. «Οι οικοδόμοι μάζευαν ηφαιστειακά πετρώματα που είχαν απομείνει μετά από εκρήξεις για να τα αναμείξουν στο σκυρόδεμά τους. Αυτό το φυσικά αντιδραστικό υλικό αλλάζει με την πάροδο του χρόνου, καθώς αλληλεπιδρά με τα άλλα στοιχεία, επιτρέποντάς του να σφραγίζει τις ρωγμές που δημιουργούνται. Η ικανότητα να προσαρμόζεται συνεχώς με την πάροδο του χρόνου είναι πραγματικά η ιδιοφυΐα του υλικού», δήλωσε η Τζάκσον.
Στο Copan, μια τοποθεσία των Μάγια στην Ονδούρα, περίπλοκα γλυπτά και ναοί από ασβέστη παραμένουν ανέπαφα ακόμη και μετά από περισσότερα από 1.000 χρόνια έκθεσης σε ένα ζεστό, υγρό περιβάλλον. Και σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε νωρίτερα φέτος, το μυστικό της μακροζωίας αυτών των κατασκευών μπορεί να βρίσκεται στα δέντρα που φυτρώνουν ανάμεσά τους.
Οι ερευνητές συναντήθηκαν με ντόπιους μάστορες στην Ονδούρα, οι οποίοι κατάγονταν από τους οικοδόμους των Μάγια, εξήγησε ο Ροντρίγκεζ – Ναβάρο, ο οποίος εργάστηκε για τη μελέτη.
Οι χτίστες πρότειναν να χρησιμοποιηθούν εκχυλίσματα από τα τοπικά δέντρα chukum και jiote στο μείγμα ασβέστη. Όταν οι ερευνητές δοκίμασαν τη συνταγή –συλλέγοντας φλοιό, βάζοντας τα κομμάτια σε νερό και προσθέτοντας τον χυμό των δέντρων που προέκυψε στο υλικό–, διαπίστωσαν ότι ο σοβάς που προέκυψε ήταν ιδιαίτερα ανθεκτικός έναντι φυσικών και χημικών φθορών.
Όταν οι επιστήμονες έκαναν μεγέθυνση, είδαν ότι κομμάτια οργανικού υλικού από τον χυμό του δέντρου ενσωματώθηκαν στη μοριακή δομή του σοβά.
«Με αυτόν τον τρόπο, ο σοβάς των Μάγια μπόρεσε να μιμηθεί ανθεκτικές φυσικές δομές, όπως τα κοχύλια και τα αγκάθια του αχινού, και να δανειστεί μέρος της σκληρότητάς τους», δήλωσε ο Ροντρίγκεζ – Ναβάρο.
Μελέτες έχουν βρει όλα τα είδη φυσικών υλικών αναμεμειγμένα σε δομές από πολύ παλιά: Εκχυλίσματα φρούτων, γάλα, τυρόπηγμα, μπύρα, ακόμη και κοπριά και ούρα. Το δε κονίαμα που συγκρατεί μερικές από τις πιο διάσημες κατασκευές της Κίνας –συμπεριλαμβανομένου του Σινικού Τείχους και της Απαγορευμένης Πόλης– περιλαμβάνει ίχνη αμύλου από κολλώδες ρύζι.
Σύμφωνα με την έρευνα της Selvaraj, στις υγρές περιοχές της Ινδίας, οι οικοδόμοι χρησιμοποιούσαν τοπικά βότανα που βοηθούν τις κατασκευές να αντιμετωπίσουν την υγρασία.
Κατά μήκος των ακτών, προσέθεταν jaggery, μια ακατέργαστη ζάχαρη, η οποία μπορεί να βοηθήσει στην προστασία από τις ζημιές που προκαλεί το αλάτι. Και σε περιοχές με υψηλότερο σεισμικό κίνδυνο, χρησιμοποίησαν εξαιρετικά ελαφριά πλωτά τούβλα από φλούδες ρυζιού.