Αρ. Μπαλάσκας στο “Π”: Η αλαζονεία του λέοντος και η εκδίκηση της Ιστορίας
Του
ΑΡΙΣΤΟΜΕΝΟΥΣ Π. ΜΠΑΛΑΣΚΑ
Δικηγόρου Παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάκτορος Νομικής
Είναι πλέον σε όλους γνωστή η ιστορία της αρπαγής των περικαλλών Γλυπτών του Παρθενώνος από τον Βρετανό Έλγιν στην αυγή του 19ου αιώνα. Επίσης, οι περισσότεροι γνωρίζουν τις περιπέτειες της διαχρονικής σχέσης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη στο Λονδίνο ανέδειξε σημαντικά ζητήματα, που αποδεικνύουν αφενός την αναβάθμιση της Ελλάδας σε διεθνές γεωπολιτικό επίπεδο και αφετέρου την απαίτηση στη σημερινή εποχή για ουσιαστική και όχι προσχηματική άσκηση της πολιτικής και διπλωματικής εξουσίας.
Α. Η Ελλάδα έχει αναβαθμίσει σημαντικά τις διμερείς αμυντικές και στρατηγικές της συμφωνίες τόσο με τη Γαλλία όσο και με τις ΗΠΑ. Αυτό συνεπάγεται προμήθεια σύγχρονου στρατιωτικού εξοπλισμού και pacta που εξασφαλίζουν τη συνδρομή των δύο ισχυρών νατοϊκών δυνάμεων σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης σε βάρος της χώρας μας. Αντίθετα, η Τουρκία, παρότι αφήνεται να ακροβατεί μεταξύ του ΝΑΤΟ, της Ρωσίας και των BRICS, καθώς αποτελεί κόμβο μεταφοράς των (ρωσο)ουκρανικών σιτηρών στην Ευρώπη και ενεργό παράγοντα στη Μέση Ανατολή, έχει σταδιακά απολέσει την προνομιακή στρατηγική της σημασία για τις ΗΠΑ, ενώ με τη Γαλλία βρίσκεται σε τροχιά ανοιχτής πολιτικής και ιδεολογικής σύγκρουσης.
Στο πλαίσιο αυτό, η Μεγάλη Βρετανία μάλλον επιχειρεί να καρπωθεί ένα όφελος εμφανιζόμενη ως σύμμαχος της Τουρκίας σε αυτή την περίπλοκη συγκυρία. Η αμυντική συμφωνία των υπουργών Αμύνης Γκραντ Σαπς και Γιασάρ Γκιουλέρ της 23ης Νοεμβρίου, για την οποία δεν δόθηκαν πολλές λεπτομέρειες στον διεθνή Τύπο, φαίνεται πως αφορά, μεταξύ άλλων, την προμήθεια κινητήρων για τα νέα τουρκικά μαχητικά T-FX (KAAN) και την ενδεχόμενη πώληση 40 αεροσκαφών Eurofighter Typhoon (Tranche 3A or 4 model). H συμφωνία, όμως, αυτή ενέχει σημαντικούς κινδύνους ασφαλείας για το ΝΑΤΟ, καθώς οι προνομιακές εμπορικές και στρατιωτικές σχέσεις της Ρωσίας (παραδοσιακού αντιπάλου της Μ. Βρετανίας) και της Τουρκίας μπορεί να οδηγήσουν σε διαρροή τεχνογνωσίας και υλικού στις Ρωσικές Ένοπλες Δυνάμεις, ειδικά στην περίπτωση που η Τουρκία επιλεγεί ως χώρα συμπαραγωγής εξαρτημάτων ή μηχανικών μερών των Eurofighter.
Β. Μέσα σε αυτές τις σταθερές, η ακύρωση της προγραμματισμένης συνάντησης μεταξύ του έλληνα πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη και του βρετανού ομολόγου του Ρ. Σούνακ, με ξαφνική πρωτοβουλία του τελευταίου, κατά την επίσημη επίσκεψη του πρώτου στο Λονδίνο, αναδεικνύει, πέρα από το γεγονός της πρωτοφανούς διπλωματικής απρέπειας από μια χώρα που μας έχει συνηθίσει να σέβεται απόλυτα το διπλωματικό πρωτόκολλο, τρεις σημαντικές παραμέτρους:
1. Η Ελλάδα έχει αναδειχθεί σε σημαντικό παράγοντα της νέας αρχιτεκτονικής ασφαλείας σε Βαλκάνια, Ανατολική Μεσόγειο, Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική, λόγω της οικονομικής και στρατιωτικής της αναβάθμισης. Επίσης, σε συμπόρευση με την Κύπρο, διεκδικεί να διαδραματίσει έναν σοβαρό ρόλο στην εξόρυξη και στη διαμετακομιδή υδρογονανθράκων.
2. Η Βρετανία έχει, προφανώς, ενοχληθεί από τις προνομιακές γεωστρατηγικές σχέσεις της Ελλάδας με τη Γαλλία και τις ΗΠΑ και προσπαθεί να δημιουργήσει ένα έμβολο επιρροής προς την Τουρκία, αγνοώντας –με σημαντικό βαθμό ρίσκου– τις τεταμένες σχέσεις του ερντογανικού συστήματος διακυβέρνησης με το Ισραήλ, την εισβολή στη Συρία και τις προκλητικές για μέλος του ΝΑΤΟ συνάφειές της με τη Ρωσία.
3. Η κοινή γνώμη και αρκετοί υπηρεσιακοί παράγοντες στη Βρετανία δεν φαίνεται να επικροτούν την πολιτική αυτή, είτε εκφράζεται από το Βρετανικό Γενικό Επιτελείο είτε από τον βρετανό πρωθυπουργό. Το 66% των ερωτηθέντων σε δημοσκόπηση της 29ης/11 αποδοκιμάζει τη διπλωματική απρέπεια του Ρ. Σούνακ και μόνο το 11% τη θεωρεί ορθή. Επίσης, σε αρκετές έγκριτες εφημερίδες και ιστοτόπους εκφράζονται ιδιαίτερα επικριτικά και αρκετά τεκμηριωμένα σχόλια για το αδιέξοδο και επικίνδυνο της προσέγγισης Βρετανίας – Τουρκίας.
Γ. Ως κατακλείδα, θα ήταν χρήσιμο να υπομνησθεί πως αποτελεί συνταγματικό προνόμιο του βρετανικού Στέμματος, το οποίο ασκεί ο μονάρχης χωρίς την πρόταση / συμβουλή των υπουργών του, να προειδοποιεί τον εκάστοτε πρωθυπουργό για τις συνέπειες μιας απόφασης ή ενέργειάς του. Επίσης, ο μονάρχης διατηρεί σημαίνοντα ρόλο στη διεθνή εκπροσώπηση, στις εξωτερικές σχέσεις και στη διπλωματική πολιτική του Ηνωμένου Βασιλείου.
Είναι σίγουρο πως ο αποδεδειγμένα φιλέλλην Κάρολος Γ’ δεν μπορεί να είναι ευχαριστημένος με αυτήν την τόσο δυσάρεστη τροπή που λαμβάνουν οι ελληνοβρετανικές σχέσεις, με υπαιτιότητα ενός μη εκλεγμένου πρωθυπουργού του, ο οποίος μάλιστα υπολείπεται σημαντικά του υποψηφίου του Εργατικού Κόμματος σε όλες τις δημοσκοπήσεις, οπότε η νομιμοποίησή του να εκθέτει τη χώρα του με αυτές τις απρεπείς διπλωματικές ακροβασίες, σε βάρος μιας κατά τα λοιπά φίλης και συμμάχου χώρας όπως η Ελλάδα, εμφανίζεται ως ήκιστα ισχυρή.
Σε κάθε περίπτωση, είναι από τις λίγες περιπτώσεις τα τελευταία χρόνια που η αλαζονεία ενός φαινομενικά ισχυρού ηγέτη σε βάρος ενός ηγέτη μιας λιγότερο ισχυρής χώρας συνάντησε τέτοια αντίδραση, όχι μόνο από σύσσωμο τον πολιτικό κόσμο της Ελλάδας αλλά και από την εσωτερική του κοινή γνώμη. Τελικά, φάνηκε πως ο κραταιός βρετανικός λέων δεν έχει ανάγκη από εκπροσώπους σαν τον Έλγιν ή τον Σούνακ και ότι η εποχή της αλαζονείας και της κενής επίδειξης ισχύος ίσως είναι παρωχημένη στη μοντέρνα, πολυσύνθετη εποχή μας, όπου οι «μεγάλοι» έχουν ανάγκη τους «μικρότερους» περισσότερο παρά ποτέ.