Μελέτη της διαΝΕΟσις – Το ΕΣΥ «γέρασε» και χρειάζεται ανανέωση
ΟΙ ΤΡΑΓΙΚΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΔΙΟΙΚΕΙΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟ ΕΣΥ
–Οι 12 προτάσεις για ένα «Νέο ΕΣΥ», που θα καλύπτει με επάρκεια τις ανάγκες των πολιτών
Του
ΑΡΗ ΜΠΕΡΖΟΒΙΤΗ
Στο διάστημα της πανδημίας φάνηκε πόσο σημαντική είναι η λειτουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) της χώρας μας, αλλά ταυτόχρονα αναδείχθηκαν και οι παθογένειές του. Σαράντα χρόνια μετά την ίδρυσή του –στις 7 Οκτωβρίου 1983, επί υπουργού Υγείας Γεωργίου Γεννηματά– οι ανάγκες έχουν αλλάξει και χρειάζονται παρεμβάσεις οι οποίες θα δώσουν μια νέα προοπτική στη λειτουργία των δημόσιων νοσοκομείων, ώστε να καλύπτονται με επάρκεια οι ανάγκες των πολιτών και ταυτόχρονα να αποφεύγεται η σπατάλη υλικών και ανθρώπινων πόρων.
Το νέο κείμενο πολιτικής που δημοσιεύει η διαΝΕΟσις περιγράφει τον μέχρι σήμερα τρόπο διοίκησης του ΕΣΥ και καταλήγει στη διατύπωση μιας πολύ συγκεκριμένης πρότασης για την αποτελεσματική διοικητική αναδιοργάνωσή του, για ένα «Νέο ΕΣΥ». Υπογράφεται από ομάδα τεσσάρων καθηγητών ελληνικών πανεπιστημίων, με συντονιστή τον ομότιμο καθηγητή Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ και διευθυντή του Ινστιτούτου Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής (ΙΚΠΙ) Γιάννη Τούντα και μέλη τους καθηγητές Βασίλη Κέφη του Παντείου Πανεπιστημίου, Νίκο Πολύζο του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και Κυριάκο Σουλιώτη του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Αναλυτικότερα, το κείμενο της διαΝΕΟσις έχει ως εξής:
Γιατί το ΕΣΥ χρειάζεται μια ριζική μεταρρύθμιση
Πρόσφατα απασχόλησαν τον δημόσιο διάλογο οι διοικητές των νοσοκομείων και η αλλαγή της διαδικασίας επιλογής τους. Όμως, τα δεδομένα μαρτυρούν ότι το πρόβλημα είναι πολύ πιο βαθύ. Το ελληνικό σύστημα υγείας, σε αντίθεση με πολλά ευρωπαϊκά, όπως γράφει το κείμενο, «δεν διαθέτει ούτε κεντρική διοίκηση ούτε διοικητικά στελέχη επιλεγμένα με αδιάβλητες διαδικασίες». Το ΕΣΥ διοικείται κεντρικά σε πολύ μεγάλο βαθμό από «αδύναμες υπηρεσίες του υπουργείου Υγείας» και ασφαλώς από τα επιτελεία των υπουργών κάθε περιόδου. Η δομή του ΕΣΥ, όπως διαπιστώνει και το κείμενο πολιτικής, φαίνεται ότι περιορίζει σημαντικά και τη δυνατότητα επιτυχίας των νομοθετικών ή άλλων παρεμβάσεων του ίδιου του κράτους στο σύστημα υγείας. Το ΕΣΥ σήμερα χωρίζεται σε 7 υγειονομικές περιφέρειες (ΥΠΕ), στις οποίες υπάγονται τα νοσοκομεία του ΕΣΥ (κεντρικά και διασυνδεδεμένα) και του ΙΚΑ και τα Κέντρα Υγείας.
To υπουργείο βρίσκεται βεβαίως στην κορυφή της πυραμίδας, καθώς εκείνο βάζει τις προτεραιότητες και καθορίζει το ύψος της χρηματοδότησης για τις προτεινόμενες δράσεις. Έχει, επίσης, την ευθύνη για τους επαγγελματίες υγείας και για τη ρύθμιση του ιδιωτικού τομέα. Στην Ελλάδα λειτουργούν 314 Κέντρα Υγείας, όπου υπάγονται 1.438 Περιφερειακά Ιατρεία, 93 Πολυδύναμα Περιφερειακά Ιατρεία, 45 Ειδικά Περιφερειακά Ιατρεία και 220 Τοπικά Ιατρεία. Ακόμη, λειτουργούν 10 δομές που αφορούν διαγνωστική ιατρική, ειδική οδοντιατρική φροντίδα και παιδοψυχιατρική. Το σύστημα είναι «νοσοκομειοκεντρικό»: 128 γενικά νοσοκομεία ανήκουν σήμερα στο ΕΣΥ (λειτουργούν επίσης, εκτός ΕΣΥ, 141 ιδιωτικά) καθώς και 10 ειδικά νοσοκομεία (ψυχιατρικά, γυναικολογικά – μαιευτικά, παιδιατρικά και ογκολογικά). Τα νοσοκομεία του ΕΣΥ λειτουργούν ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ), με εξαίρεση δύο από αυτά (το Παπαγεωργίου και το Ωνάσειο), τα οποία λειτουργούν ως Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ) μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.
Οι 12 προτάσεις για να γίνει το ΕΣΥ αποτελεσματικό
Πώς μπορεί το ΕΣΥ να εξελιχθεί σε ένα σύστημα το οποίο τελικά θα καλύπτει καλύτερα τις ανάγκες των πολιτών και ταυτόχρονα θα αποφεύγει τη σπατάλη υλικών και ανθρώπινων πόρων; Ποια είναι τα ειδικά χαρακτηριστικά εκείνα στα οποία θα πρέπει να εστιάσει μια αποτελεσματική αναδιοργάνωσή του; Μετά τις παραπάνω κρίσιμες διαπιστώσεις, το κείμενο πολιτικής της διαΝΕΟσις καταθέτει τη δική του πρόταση: «Προκειμένου να μετατραπεί το ΕΣΥ από κακοδιοικούμενη κρατική υπηρεσία σε σύγχρονο δημόσιο οργανισμό ικανό να καλύψει με επάρκεια τις ανάγκες υγείας του ελληνικού πληθυσμού. Προκρίνεται ένα νέο μοντέλο συνολικής διακυβέρνησης του ΕΣΥ, στο πλαίσιο ενός γενικότερου σχεδίου δημιουργίας ενός ‘‘Νέου ΕΣΥ’’».
Τι περιλαμβάνει ακριβώς αυτή η πρόταση; Οι συγγραφείς την κωδικοποιούν ενδεικτικά σε 12 σημεία:
1. Το ΕΣΥ επανιδρύεται ως ΝΠΔΔ, προκειμένου να λειτουργήσει ως ανεξάρτητος δημόσιος οργανισμός. Με αυτόν τον τρόπο αποκτά διοικητική αυτονομία από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας.
2. Το ΕΣΥ διοικείται από ΔΣ, με πρόεδρο / γενικό εκτελεστικό διευθυντή που επιλέγεται από ειδική υπερκομματική επιτροπή κατόπιν ανοικτού διαγωνισμού και μέλη τους διοικητές των ΥΠΕ, που και αυτοί επιλέγονται με ανάλογη διαδικασία.
3. Το υπουργείο Υγείας διατηρεί τον στρατηγικό και εποπτικό ρόλο του, ο οποίος μάλιστα αναβαθμίζεται. Χαράσσει τις στρατηγικές, επιλέγει τις πολιτικές και θέτει τις προτεραιότητες στην οργάνωση και λειτουργία του ΕΣΥ, χωρίς όμως να ασκεί τη διοίκηση / διαχείρισή του.
4. Δημιουργείται Κέντρο Στρατηγικού Σχεδιασμού και Αξιολόγησης ως ΝΠΙΔ, το οποίο εντάσσεται στη διοικητική δομή του ΕΣΥ μαζί με τον ΟΔΙΠΥ (Οργανισμός Διαχείρισης Ποιότητας Υγείας) και το ΚΕΤΕΚΝΥ (Κέντρο Τεκμηρίωσης και Κοστολόγησης Νοσοκομειακών Υπηρεσιών), που ήδη λειτουργούν ως ΝΠΙΔ.
5. Οι ΥΠΕ (ΝΠΔΔ) αυξάνονται σε 13, αντίστοιχα με τις διοικητικές περιφέρειες της χώρας ή εναλλακτικά από 7 σε 8 με βάση λειτουργικά κριτήρια, για την καλύτερη πρόσβαση του τοπικού πληθυσμού στις μονάδες του ΕΣΥ. Οι νέες ΥΠΕ θα έχουν μεγαλύτερη συμμετοχή στον σχεδιασμό αλλά και στην παροχή των αναγκαίων υπηρεσιών υγείας. Ταυτόχρονα, ενισχύεται ο ρόλος τους με τη μεταφορά αρμοδιοτήτων διοίκησης από τις κεντρικές υπηρεσίες του υπουργείου Υγείας.
6. Τα νοσοκομεία του ΕΣΥ μετατρέπονται σε ΝΠΙΔ μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και λειτουργούν ως θυγατρικές εταιρείες των ΥΠΕ. Η προτεινόμενη μετατροπή δεν αποτελεί ασφαλώς ιδιωτικοποίηση ή αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος, είναι κάτι που συμβαίνει και ευρύτερα σε άλλους τομείς του Δημοσίου και αφορά την ευελιξία στον τρόπο διοίκησης που προσφέρει η συγκεκριμένη νομική μορφή. Με αυτόν τον τρόπο τα νοσοκομεία διατηρούν τον αποκλειστικά δημόσιο χαρακτήρα τους, αλλά αποκτούν έτσι μεγαλύτερη διαχειριστική ευχέρεια για την αύξηση της κλινικής αποτελεσματικότητας και της οικονομικής αποδοτικότητας και επιπλέον προσαρμόζονται πιο εύκολα σε έκτακτες ανάγκες ή μεταβολές, π.χ., τουριστική περίοδος.
7. Σε κάθε ΥΠΕ δημιουργούνται ένα ή περισσότερα δίκτυα νοσοκομείων –το κείμενο πολιτικής προτείνει αυτά να είναι συνολικά 20, τα οποία επίσης προσδιορίζει ακριβώς–, με ένα περιφερειακό ή πανεπιστημιακό νοσοκομείο ως νοσοκομείο-κόμβο του δικτύου, και διασυνδεδεμένα με αυτό, ως ακτίνες του δικτύου, γενικά νομαρχιακά νοσοκομεία ή και συμπλέγματα νομαρχιακών νοσοκομείων στους νομούς όπου λειτουργούν περισσότερα του ενός. Στο νοσοκομείο-κόμβο παραπέμπονται τα περιστατικά που χρήζουν τριτοβάθμιας νοσοκομειακής περίθαλψης.
8. Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας οργανώνεται με βάση δίκτυα ΠΦΥ (τουλάχιστον ένα ανά δήμο ή ένα ανά διαμέρισμα στους μεγάλους δήμους), τα οποία υπάγονται διοικητικά στον τομέα / διεύθυνση ΠΦΥ των ΥΠΕ. Καθένα από αυτά τα δίκτυα διασυνδέεται λειτουργικά με το πλησιέστερο νοσοκομείο (βασικό ή / και γενικό), διατηρώντας όμως την οργανωτική και διοικητική του αυτοτέλεια.
9. Σε κάθε δίκτυο ΠΦΥ συμμετέχει ένα Κέντρο Υγείας –το οποίο προΐσταται του δικτύου– και οι υπόλοιπες πρωτοβάθμιες μονάδες του ΕΣΥ του γεωγραφικού / πληθυσμιακού τομέα ευθύνης του δικτύου (ΤΟΜΥ, Περιφερειακά Ιατρεία, Τοπικά Ιατρεία κ.ά.).
10. Σε κάθε δίκτυο ΠΦΥ διασυνδέονται λειτουργικά οι ιδιώτες προσωπικοί γιατροί, τα Δημοτικά Ιατρεία και ο συμβεβλημένος με τον ΕΟΠΥΥ ιδιωτικός τομέας. Προκειμένου να υπάρχει καθολική κάλυψη αλλά και πιο αποδοτική χρηματοδότηση των υπηρεσιών, το κείμενο της διαΝΕΟσις προτείνει την επέκταση του θεσμού του προσωπικού γιατρού στον παιδιατρικό πληθυσμό, με την ένταξη των παιδιάτρων, και διεύρυνση του θεσμού σε άλλες συναφείς ειδικότητες, ιδιαίτερα για πολίτες με χρόνια νοσήματα.
11. Το δίκτυο ΠΦΥ διοικείται από τον διευθυντή ιατρό του Κέντρου Υγείας αναφοράς και από πενταμελή διοικούσα επιτροπή, στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι της ΥΠΕ, της τοπικής αυτοδιοίκησης, των εργαζομένων στις δομές του δικτύου και της Κοινωνίας των Πολιτών (π.χ. σύλλογοι ασθενών).
12. Κάθε δίκτυο ΠΦΥ αναπτύσσει ολοκληρωμένη δέσμη υπηρεσιών οικογενειακής ιατρικής, η οποία περιλαμβάνει δράσεις πρόληψης και προαγωγής της υγείας, περίθαλψης οξέων και χρόνιων νοσημάτων και καταστάσεων υγείας, αποκατάστασης και παρηγορητικής και υποστηρικτικής φροντίδας που προσφέρονται στο ιατρείο, στο σπίτι ή σε ειδικές δομές υγείας και φροντίδας στην κοινότητα.
Τι μπορεί να αλλάξει
Η δομή με την οποία λειτουργούν τα νοσοκομεία, παρότι άλλαξε πολλές φορές, βασίζεται ακόμα σε μεγάλο βαθμό στη δομή του ΕΣΥ της δεκαετίας του 1980, όταν αυτό ιδρύθηκε. Έκτοτε, οι ανάγκες για υπηρεσίες στη χώρα έχουν αλλάξει, ενώ έχουν επίσης αναδειχθεί καλύτερα μοντέλα διοίκησης συστημάτων υγείας. Η ανεπάρκεια αυτής της οργανωτικής δομής του ΕΣΥ φαίνεται και εκ του αποτελέσματος. Ειδικότερα:
• Το προσωπικό, οι κλίνες, οι κλινικές και τα εργαστήρια είναι άνισα κατανεμημένα, με αποτέλεσμα η κατανομή τους στη χώρα να μην ακολουθεί τη δημογραφία και τις ανάγκες υγείας των τοπικών πληθυσμών.
• Συχνά λείπει από τα νοσοκομεία απαραίτητος τεχνολογικός εξοπλισμός, είτε για τη διάγνωση / επέμβαση είτε για την καταγραφή και την καταχώριση δεδομένων, ενώ εκεί που υπάρχει πολλές φορές υποχρησιμοποιείται.
• Τα τμήματα επειγόντων περιστατικών και τα εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων πολύ συχνά εξυπηρετούν περιστατικά τα οποία θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν σε πρωτοβάθμιο επίπεδο, εκτός νοσοκομείων, και, επομένως, να απελευθερώσουν πόρους και χρόνο για τα περιστατικά εκείνα που δεν θα μπορούσαν.
• Σε πολλά, επαρχιακά κυρίως, νοσοκομεία παρατηρούνται ελλείψεις σε σημαντικές ειδικότητες γιατρών.
• Δεν υπάρχει συστηματική και ενιαία καταγραφή των αναγκών κάθε ΥΠΕ, με αποτέλεσμα να μην είναι σαφείς οι ανάγκες καθεμιάς σε πόρους και, επομένως, να γίνεται όλο και πιο δύσκολος ο αποτελεσματικός σχεδιασμός.