Στ. Κούλογλου στο “Π”: Αυτοψία μιας τραγωδίας

Στ. Κούλογλου στο “Π”: Αυτοψία μιας τραγωδίας

Του
ΣΤΕΛΙΟΥ ΚΟΥΛΟΓΛΟΥ
Δημοσιογράφου, Ευρωβουλευτή ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ


Θα ήθελα να σας μεταφέρω μια μαρτυρία.

«Πλήρωσα 4.000 δολάρια για να ανέβω στο πλοίο. Πλήρωσα έξτρα 50 ευρώ για να είμαι στο κατάστρωμα και όχι στα αμπάρια. Στο δεύτερο αμπάρι ήταν περίπου 150 άτομα. Στο πρώτο 200. Στο κατάστρωμα είμασταν άλλοι 300. Όλοι στριμωγμένοι σαν σαρδέλες.

Οι διακινητές μάς πήγαν με βάρκες στο σκάφος κι ύστερα γύρισαν στη Λιβύη. Ξεκινήσαμε Παρασκευή στις πέντε το πρωί. Την πρώτη και τη δεύτερη μέρα όλα πήγαιναν καλά. Ακόμη και όταν χάλασε η μηχανή, τη φτιάξαμε και συνεχίσαμε το δρόμο για την Ευρώπη.

Την τρίτη μέρα το νερό τελείωσε. Είχε μείνει νερό μόνο για την ψύξη της μηχανής. Ορισμένοι έπαιρναν από εκεί, άλλοι έπιναν νερό από τη θάλασσα που το ανακάτευαν με ό,τι γλυκό είχε απομείνει.

Την τέταρτη μέρα, χωρίς φαΐ και νερό, τα πράγματα έγιναν πολύ δύσκολα. Πέντε νεκρούς είχαμε μέχρι εκείνη την ώρα στο πλοίο. Από την πείνα, από τη δίψα, από την απελπισία. Ο ένας, από το Πακιστάν, πέθανε στα χέρια μου. Τον σκέπασα με μία κουβέρτα.

Καλούσαμε διαρκώς σε βοήθεια. Μας προσέγγισε ένα εμπορικό σκάφος, το ‘‘Lucky Sailor’’ (σ.σ.: ‘‘Τυχερός Ναυτικός’’ – [sic!]). Μας έδωσαν 100 λίτρα νερό. Δεν έφτανε για όλους. Στο κατάστρωμα ξέσπασε μάχη. Όλοι ήθελαν λίγο νερό. Λίγο μετά, μας πλεύρισε ένα άλλο εμπορικό. Έστειλε κι αυτό λίγη βοήθεια – ψωμί. Είχαν χώρο, δεν ξέρω γιατί δεν μας βοήθησαν παίρνοντας μερικούς.

Ξημέρωσε η πέμπτη μέρα. Ήταν 14 Ιουνίου. Η μηχανή πάλι δεν δούλευε. Είμαστε απελπισμένοι. Κάποιοι λένε ότι αρνηθήκαμε τη βοήθεια της Ελληνικής Ακτοφυλακής. Αυτό είναι ψέμα. Είχαμε πεθαμένους και παιδιά στο πλοίο.

Τη νύχτα πλησίασε το σκάφος της Ελληνικής Ακτοφυλακής. Μας πέταξαν σχοινί, να μας σύρουν σε ιταλικά νερά. Την πρώτη φορά κόπηκε, αλλά μετά κατάφεραν να μας δέσουν και να μας ρυμουλκήσουν.

Πήγαινε γρήγορα το σκάφος τους. Η δική μας βάρκα ξεκίνησε να παλαντζάρει. Έγειρε αριστερά. Φωνάζαμε «στοπ, στοπ»! Δεν σταμάτησαν. Η βάρκα μας επέστρεψε σε ισορροπία και έπειτα έγειρε απότομα στα δεξιά και αναποδογύρισε.

Ήμουν στο κατάστρωμα και έπεσα στη θάλασσα. Το σκάφος με τραβούσε κάτω. Η άνωση με εγκλώβιζε στο αναποδογυρισμένο κατάστρωμα.

Όταν πια βγήκα στην επιφάνεια, το σκάφος της ελληνικής ακτοφυλακής είχε απομακρυνθεί. Στα 500 περίπου μέτρα. Φώναζα. Παρακαλούσα. Προσπάθησα να κολυμπήσω προς αυτούς. Κολύμπησα μία ώρα περίπου. Όταν έφτασα δεν μου πέταξαν σωσίβιο. Κατέβασαν δύο λέμβους λίγο αργότερα και μας πήραν.
Μια ερώτηση έχω μόνο: Γιατί δεν μας βοήθησαν; Σ’ αυτήν την ερώτηση θέλω απάντηση από την Ελληνική Ακτοφυλακή».

Αυτή ήταν η μαρτυρία του νεαρού Αχμάντ Αλ Κιλάνι, ενός από τους 104 επιζώντες του ναυαγίου της «Adriana», του ψαράδικου που βυθίστηκε στα ανοιχτά της Πύλου πριν από σχεδόν έξι μήνες. Στο πιο πολύνεκρο προσφυγικό ναυάγιο στη Μεσόγειο. Τα διηγήθηκε σε εκδήλωση που πραγματοποίησα την Τετάρτη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με αφορμή τους έξι μήνες από το ναυάγιο (*).

To σκάφος της Ελληνικής Ακτοφυλακής, που επιχείρησε εκείνη τη μέρα, όπως έδειξε η βραβευμένη από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετική δημοσιογραφική έρευνα, είναι ένα υπερσύγχρονο σκάφος, αξίας εκατομμυρίων ευρώ, που η αγορά του έχει συγχρηματοδοτηθεί από την ΕΕ. Ο καπετάνιος του ήταν εξαιρετικά έμπειρος. Άρα, στην επιχείρηση υπήρχαν οι καλύτερες προδιαγραφές για να μην υπάρξουν απώλειες ζωών.

Δεν συνέβη αυτό και τώρα το Λιμενικό υποστηρίζει ότι δεν λειτούργησαν οι κάμερες, που υποχρεωτικά πρέπει να καταγράφουν τις επιχειρήσεις, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Την Πέμπτη, ο Συνήγορος του Πολίτη ξεκίνησε ανεξάρτητη έρευνα για το ναυάγιο, αφού το Λιμενικό Σώμα αρνήθηκε ρητά να ξεκινήσει εσωτερική έρευνα.

(*) Η «Αυτοψία του ναυαγίου της Πύλου» θα επαναληφθεί στην Αθήνα στις 23 Νοεμβρίου, στον κινηματογράφο «Τριανόν».


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ