Άννα-Μισέλ Ασημακοπούλου στο “Π”: Η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να στηρίξει τις τοπικές κοινωνίες που αναλαμβάνουν το κόστος της πράσινης μετάβασης
Της
ΑΝΝΑΣ – ΜΙΣΕΛ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ*
Κατά τη διάρκεια της θητείας 2019 – 2024, η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση είναι κορυφαίες προτεραιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Με τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής να είναι πιο εμφανείς από ποτέ, η πράσινη μετάβαση γίνεται ακόμη πιο σημαντική, όπως επίσης και η ανάγκη να στηρίξουμε κατά προτεραιότητα εκείνους που έχουν πληγεί από την κλιματική κρίση. Η πράσινη μετάβαση ενέχει ενδιάμεσο κόστος, το οποίο οι τοπικές κοινωνίες καλούνται να πληρώσουν, άμεσα ή έμμεσα.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Καστοριάς, που η οικονομία της βασίζεται κατά κύριο λόγο στην παραγωγή γούνας. Ο κλάδος της γουνοποιίας στην Καστοριά έχει δεχθεί τριπλό πλήγμα από την κλιματική κρίση, την Covid-19 και τον πόλεμο στην Ουκρανία λόγω των εμπορικών κυρώσεων.
Αντίστοιχη είναι και η περίπτωση της αντιμετώπισης των επιπτώσεων της απολιγνιτοποίησης, η οποία είναι απαραίτητη μεταρρύθμιση, με σημαντικά οφέλη για την ενεργειακή αυτονομία της χώρας μας, αλλά ενέχει και ένα σημαντικό μεταβατικό κόστος για τις τοπικές κοινωνίες.
Παράλληλα, είναι σαφές ότι οι τοπικοί πληθυσμοί θέλουν και μπορούν να συμβάλουν στην πράσινη μετάβαση. Λαμπρό παράδειγμα αποτελεί η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας και η Κοζάνη, η οποία αποτελεί σήμερα μία από τις έξι ελληνικές πόλεις που συμμετέχουν στην ευρωπαϊκή αποστολή «100 κλιματικά ουδέτερες και έξυπνες πόλεις της Ευρώπης έως το 2030», εκπονώντας πράσινες αναπτυξιακές στρατηγικές, που θα ωφελήσουν σημαντικά την περιφέρεια.
Οι τοπικές κοινωνίες χρειάζονται τη στήριξη της Πολιτείας και της Ευρώπης προκειμένου να μετριαστεί το κόστος της πράσινης μετάβασης και να μπορούν να λάβουν μέρος σε αυτήν, απολαμβάνοντας τα οφέλη της. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει κάνει αξιοσημείωτα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση μέσω της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, με το οποίο εξασφαλίζουμε ότι στον δρόμο για μια ήπειρο κλιματικά ουδέτερη έως το 2030 «δεν θα μείνει κανείς πίσω». Προβλέπεται, μάλιστα, η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, δίχως να αμελούνται οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας μας και αναπόσπαστο τμήμα του πράσινου μετασχηματισμού.
Πρόκειται για ζητήματα που η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη τα γνωρίζει πολύ καλά. Γι’ αυτό και εξασφαλίζει για την Ελλάδα τους πόρους από το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, διεκδικεί επιπλέον πόρους από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλληλεγγύης για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής και αξιοποιεί τους πόρους του νέου ΕΣΠΑ 2021 – 2027, στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επιπρόσθετα, εκταμιεύει με επιτυχία τις δόσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, προσαρμόζοντας το Εθνικό μας Σχέδιο «Ελλάδα 2.0» στις ανάγκες της κάθε περιφέρειας και δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας. Αυτή είναι και η μεγάλη πρόκληση της πράσινης μετάβασης, να βρεθεί, δηλαδή, μια λογική ισορροπία μεταξύ του μακροπρόθεσμου μετριασμού των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης και των άμεσων, βραχυπρόθεσμων αναγκών του τοπικού πληθυσμού για προσαρμογή σε αυτήν.
Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη αντιλαμβάνεται πλήρως τις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών για περισσότερη στήριξη και θα είναι δίπλα τους, με υπευθυνότητα και πειθαρχία. Στόχος μας, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, είναι κανένας αγρότης, κτηνοτρόφος, παραγωγός αλλά και καμία επιχείρηση και κανένας εργαζόμενος «να μη μείνει πίσω» κατά την πράσινη μετάβαση.
* Η Άννα – Μισέλ Ασημακοπούλου είναι Οικονομολόγος, Νομικός και Ελληνίδα Βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα. Είναι Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (INTA) και Εκπρόσωπος Τύπου της Ευρωομάδας της Νέας Δημοκρατίας.