Ν. Κακλαμάνης στο “Π”: Εφηβικό bullying
Του
ΝΙΚΗΤΑ ΚΑΚΛΑΜΑΝΗ
Βουλευτή ΝΔ Α’ Αθηνών
Η καλύτερή μου φίλη είναι 16 ετών. Την ξέρω από μωρό και θυμάμαι πως, από τότε που ξεκίνησε το σχολείο, μου ερχόταν πάντα φουριόζα για να μου πει τα καθέκαστα της εβδομάδας. Ο χρόνος κύλησε και από το νηπιαγωγείο περάσαμε στο δημοτικό και από εκεί στο γυμνάσιο και σήμερα στο λύκειο.
Τα πρώτα χρόνια διασκέδαζα αφάνταστα με τις διηγήσεις και τους μικρούς παιδικούς «καημούς» που μου μετέφερε. Πότε για μια γόμα που χάθηκε μυστηριωδώς, πότε για το σάντουιτς της μάνας της που στο διάλειμμα της έπεσε κάτω κι έμεινε νηστική, πότε για την όμορφη δασκάλα που είναι πάντα «τόσο γλυκιά, εκτός κι αν τη νευριάσουμε» και πότε για το πειραχτήρι από το τρίτο θρανίο που δεν άφηνε σε χλωρό κλαρί τα κορίτσια της τάξης.
Σήμερα, όμως, στις πιο ώριμες πλέον συζητήσεις μας, ομολογώ πως όταν μιλάμε χαίρομαι ελάχιστα και ανησυχώ πολύ. Κι αυτό γιατί τίποτε από όσα μου εμπιστεύεται δεν θυμίζει πια το σχολικό περιβάλλον όπως το ξέραμε όλοι οι άνω των 30.
Ο κόσμος των παιδιών έχει αλλάξει. Σε ένα περιβάλλον που ακροβατεί από την ανοχή ή την απάθεια μέχρι την ακραία επιθετικότητα και την ωμή βία, τα παιδιά μας ζουν καθημερινά σκηνές αφύσικες για την ηλικία τους αλλά και για εμάς τους μεγάλους.
Εντός και εκτός του σχολείου στήνονται συχνά ιδιότυπα «λαϊκά δικαστήρια» συνομηλίκων, που επιχειρούν να επιβάλουν μια δική τους, παράξενη ομοιομορφία στο σύνολο.
Όσες ιστορίες κι αν ακούσω από τη μικρή μου φίλη, η αφορμή είναι πάντα ασήμαντη. Πότε είναι το παιδί που ντύνεται διαφορετικά από τα υπόλοιπα. Πότε είναι εκείνο που έχει μάθει να λέει «ευχαριστώ», «παρακαλώ» και «συγγνώμη». Πότε είναι ένας ή μία «πρώην» που διασύρεται στα social media. Πότε είναι το αγόρι που δεν πληροί τα standards της αντρίλας και πότε το κορίτσι που δεν είναι κλασικό θηλυκό. Άλλες φορές είναι ο έφηβος που διαβάζει πολύ ή αυτός που δεν τα καταφέρνει καθόλου. Συχνά είναι και η καταγωγή. Άλλοτε είναι τα παιδιά ΑμεΑ που προστρέχουν για βοήθεια στους συμμαθητές τους για να προστατευτούν. Μπορεί να είναι ο φίλαθλος της αντίπαλης ομάδας, το παιδί με τα πολλά κιλά, με τη μεγάλη μύτη ή, τέλος πάντων, με οποιοδήποτε χαρακτηριστικό στην εμφάνιση ή στον χαρακτήρα που το διακρίνει από τη μάζα.
Μέσα από τέτοιες ιστορίες σκιαγραφείται ένα περιβάλλον εχθρικό, αφιλόξενο, δυσοίωνο…
Πιθανόν οι νέες αυτές συνθήκες να καλλιεργούνται εν πολλοίς μέσα στο σπίτι ή και στο σχολικό πλαίσιο. Γιατί είναι γεγονός ότι η συναισθηματική απουσία, δηλαδή ένα έλλειμμα αγάπης και ασφάλειας, μπορεί να προκαλεί θυμό στα παιδιά. Κάπου εκεί ενδεχομένως να εντοπίζεται μία από τις ρίζες των αποκλινουσών συμπεριφορών που θερίζουν στα σχολεία.
Την ίδια στιγμή, όμως, όταν ο κόσμος των μεγάλων μαστίζεται από μια πρωτοφανή ρητορική μίσους, από ψυχολογικές και κοινωνικές παθογένειες και από ομοφοβικές, σεξιστικές ή ρατσιστικές συμπεριφορές στον δημόσιο βίο και στα ΜΜΕ, η νέα γενιά θα πατήσει αυτομάτως και άθελά της πάνω στα ίδια βήματα.
Ο Μάνος Χατζιδάκις έλεγε: «Κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς είναι η μεγεθυμένη έκφραση – εκδήλωση του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας. Η μόνη αντιβίωση για την καταπολέμηση του κτήνους είναι η Παιδεία. Η Παιδεία που δεν εφησυχάζει, αλλά πολλαπλασιάζει τα ερωτήματα και την ανασφάλεια. Όμως μια τέτοια Παιδεία δεν ευνοείται από τις πολιτικές παρατάξεις και από όλες τις κυβερνήσεις διότι κατασκευάζει ελεύθερους και ανυπότακτους πολίτες, μη χρήσιμους για το ευτελές παιχνίδι των κομμάτων και της πολιτικής».
Φυσικά, όταν μιλάμε για Παιδεία, υπό την ευρεία έννοια του όρου, δεν αναφερόμαστε μόνο στο σχολείο. Παιδεία παρέχει και η οικογένεια, που αναλαμβάνει την αγωγή και την κοινωνική μόρφωση του ανθρώπου στα πρώτα βήματά του. Παιδεία είναι και η αλληλεπίδραση με τον συγγενικό και κοινωνικό κύκλο. Παιδεία, με την έννοια της διάπλασης του χαρακτήρα, είναι δυστυχώς και το διαδίκτυο, που βομβαρδίζει με ερεθίσματα το παιδί, χωρίς έλεγχο και όρια από το στενό του περιβάλλον.
Το στοίχημα για όλους εμάς, που αντιλαμβανόμαστε αυτό που συμβαίνει, είναι να στραφούμε μέσα μας και γύρω μας για να εντοπίσουμε τι έχει πάει στραβά. Και να έχουμε τη γενναιότητα να το αντιμετωπίσουμε, ως άτομα, ως κοινότητες και ως φορείς, με ή χωρίς τη βοήθεια των ειδικών.
Οι νεότερες γενιές δεν είναι κάτι το απρόσωπο ή ξένο προς εμάς. Είναι η ευθύνη και ο καθρέφτης μας. Μέσα από αυτές θα βλέπουμε πάντα τον εαυτό μας, μας αρέσει – δεν μας αρέσει. Όλα όσα συμβαίνουν δεν είναι «υπόθεση των άλλων» αλλά του καθενός από εμάς, είτε έχουμε είτε δεν έχουμε δικά μας παιδιά. Γι’ αυτό και ό,τι καταφέρουμε, ο καθένας από μόνος του ή και όλοι μαζί, θα μας συνοδεύει και θα μας χαρακτηρίζει εφ’ όρου ζωής. Από αυτή την αλήθεια της ζωής κανείς μας δεν γλιτώνει και κανείς δεν εξαιρείται.