Κυβέρνηση Μητσοτάκη: Θολή συμφωνία για το Μεταναστευτικό για να καλύψει την πολιτική διαπραγμάτευση επί «εδαφικών διαφορών»!
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Με δόλωμα την υποτιθέμενη υπό εκκόλαψη συμφωνία για το Μεταναστευτικό προσπαθεί η κυβέρνηση να δελεάσει την κοινή γνώμη και να βάλει γυαλιστερό περιτύλιγμα στη διαδικασία της πολιτικής διαπραγμάτευσης με την Τουρκία, η οποία ξεκινά εν κρυπτώ και με πολλά ερωτηματικά.
Ξαφνικά, ενώ η πίεση στα ελληνικά νησιά έχει αρχίσει και πάλι να αυξάνεται λόγω των μεταναστευτικών ροών από την Τουρκία και ενώ σταθερά συνεχίζεται η καθημερινή καμπάνια των Τουρκικών Αρχών με τη συκοφάντηση της Ελλάδας για επαναπροωθήσεις μεταναστών, η Αθήνα ανακάλυψε έδαφος για σύναψη διμερούς συμφωνίας με την Τουρκία. Με στόχο, όπως λένε οι κυβερνητικές πηγές αλλά και ο υπουργός Μετανάστευσης Δημήτρης Καιρίδης τη μείωση των ροών και την καλύτερη επικοινωνία και συνεργασία των Λιμενικών των δύο χωρών!
Η αγωνία της κυβέρνησης να παρουσιάσει θετικά αποτελέσματα από την επαναπροσέγγιση με την Τουρκία και από τις δύο συναντήσεις κορυφής την οδήγησαν στο Μεταναστευτικό, όπου, όμως, είναι προφανές ότι δεν αρκούν τα λόγια. Και θα αποδειχθεί τις επόμενες εβδομάδες, επί του πεδίου, εάν πράγματι η Τουρκία ανακόπτει τις μεταναστευτικές ροές ή απλώς χρησιμοποιεί την Ελλάδα προκειμένου να διαπραγματευθεί ένα μεγάλο συνολικό πακέτο με την Ευρώπη και κυρίως το Βερολίνο.
Όσον αφορά την Αθήνα, πριν αναζητήσει νέες συμφωνίες, θα αρκούσε να εξασφαλίσει τη δέσμευση του κ. Ερντογάν ότι θα υλοποιήσει τουλάχιστον την ισχύουσα συμφωνία με την ΕΕ (2016), η οποία, εκτός των άλλων, προβλέπει ρητά την επιστροφή στην Τουρκία όσων αποδεδειγμένα φτάνουν στα ελληνικά νησιά από το τουρκικό έδαφος και την υποχρέωση της Τουρκίας να αντιμετωπίσει τα κυκλώματα των διακινητών, αποτρέποντας έτσι τις ροές προς τα ελληνικά νησιά αλλά και προς τον Έβρο. Και είναι εξαιρετικά επικίνδυνο να αποδεχθεί η Αθήνα τη μετατροπή του Μεταναστευτικού σε διμερές ζήτημα με την Τουρκία, όταν χρειάστηκαν προσπάθειες ετών για να εμπλακεί ενεργά και αποφασιστικά η ΕΕ στη διαχείριση του ζητήματος, με τη διάθεση πόρων αλλά και τη συμμετοχή της Frontex στην επιτήρηση και στις επιχειρήσεις διάσωσης στο Αιγαίο.
Μόνο προς αφελείς απευθύνεται αυτή η επικοινωνιακή διαχείριση της κυβέρνησης, καθώς είναι σαφές ότι ο κ. Ερντογάν δεν πρόκειται να προσφέρει μια αξιόπιστη και βιώσιμη συμφωνία για το Μεταναστευτικό με την Ελλάδα, όταν γνωρίζει ότι αυτό είναι ένα από τα μεγάλα διαπραγματευτικά χαρτιά του έναντι της ΕΕ και του Βερολίνου. Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν η μεταναστευτική πίεση που δέχεται και το Βερολίνο και άλλες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης επηρεάζει το πολιτικό κλίμα στις ευρωπαϊκές χώρες εν όψει των ευρωεκλογών και ενισχύει τις ακροδεξιές και αντιμεταναστευτικές δυνάμεις. Έτσι, οι πολιτικές ηγεσίες των ευρωπαϊκών χωρών θέλουν να κερδίσουν μια νέα συμφωνία με την Τουρκία, η οποία έτσι βρίσκεται σε θέση ισχύος, διεκδικώντας όσο το δυνατόν περισσότερα ανταλλάγματα, τα οποία δεν περιορίζονται μόνο σε οικονομική βοήθεια αλλά και σε πολιτικές κινήσεις, όπως η κατάργηση των θεωρήσεων για τους τούρκους πολίτες που ταξιδεύουν στην ΕΕ αλλά και η αναζωογόνηση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας.
Τις δύο τελευταίες απαιτήσεις, όμως, η Ευρώπη πολύ δύσκολα θα μπορέσει να τις ικανοποιήσει, και γιατί η ανεξέλεγκτη είσοδος τούρκων πολιτών θα πυροδοτήσει ακόμη μεγαλύτερες αντιδράσεις στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη αλλά και γιατί οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις ακολουθούν συγκεκριμένους κανόνες και έχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Η Τουρκία σταθερά εργαλειοποιεί το Μεταναστευτικό και δεν είναι τυχαίο ότι, ενώ αναμένεται να συζητηθεί το Μεταναστευτικό στην άτυπη Σύνοδο Κορυφής της Γρανάδας στις αρχές Οκτωβρίου, στην Τουρκία ξεκίνησε και πάλι καμπάνια για την εκδίωξη των δεκάδων χιλιάδων παράτυπων μεταναστών που έχουν κατακλύσει την Κωνσταντινούπολη και μεγάλα αστικά κέντρα, δημιουργώντας σοβαρό πολιτικό πρόβλημα στην κυβέρνηση Ερντογάν αλλά και κοινωνικές αντιπαραθέσεις.
Η απειλή εξόδου δεκάδων χιλιάδων μεταναστών, οι οποίοι φυσικά δεν έχουν άλλη επιλογή από το να κατευθυνθούν στην Ευρώπη, θα είναι το διαπραγματευτικό χαρτί του Ερντογάν στο παζάρι με την ΕΕ και το Βερολίνο. Και είναι προφανές ότι δεν θα θυσιάσει το χαρτί αυτό αναλαμβάνοντας δεσμεύσεις έναντι της Ελλάδας για συγκράτηση των ροών…
Σε ό,τι αφορά τη συνεργασία του Ελληνικού Λιμενικού και της Τουρκικής Ακτοφυλακής, θα πρέπει να επισημανθούν ορισμένα ιδιαίτερα λεπτά ζητήματα, που άπτονται του σκληρού πυρήνα των ελληνοτουρκικών διαφορών. Για μια τέτοια συνεργασία θα πρέπει να υπάρχει συμφωνημένη περιοχή ευθύνης για έρευνα και διάσωση.
Η Τουρκία όχι μόνο δεν αναγνωρίζει τις ελληνικές περιοχές έρευνας και διάσωσης, αλλά, αντιθέτως, έχει μονομερώς διεκδικήσει στον ΙΜΟ ζώνη ευθύνης έρευνας και διάσωσης η οποία φτάνει μέχρι το μέσο του Αιγαίου, εκεί δηλαδή που εκτείνονται οι πάγιες και διαχρονικές διεκδικήσεις της σε θαλάσσιες ζώνες. Επίσης, η γνωστή συμφωνία με το ΝΑΤΟ, για τη συμβολή του στην αντιμετώπιση του Μεταναστευτικού, είχε περιοριστεί μόνο στο Βόρειο Αιγαίο, προκειμένου να μη φτάσει στην περιοχή των Ιμίων, εκεί όπου η Τουρκία συνεχίζει να αμφισβητεί εμπράκτως την ελληνική κυριαρχία. Το πρόβλημα στη συνεργασία Ελληνικού Λιμενικού και Τουρκικής Ακτοφυλακής δεν είναι μόνο ότι δεν υπάρχει η πρόθεση για συγκράτηση των ροών από τουρκικής πλευράς, αλλά ότι ανακύπτουν και σοβαρά προβλήματα που αφορούν τη γενικότερη πολιτική αμφισβήτησης των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Και είναι πρόδηλο ότι αυτά τα προβλήματα δεν μπορεί να τα λύσει ο κ. Καιρίδης, ούτε η συμφωνία την οποία διαφημίζει τώρα η κυβέρνηση.
Στο πλαίσιο αυτό, πάντως, και εν όψει της έναρξης και του πολιτικού διαλόγου μεταξύ των δύο κυβερνήσεων, θα ήταν λάθος να παραλείψουμε δύο αναφορές του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Νέα Υόρκη, καθώς δημιουργούν σοβαρότατο προβληματισμό. Συγκεκριμένα, στη συνέντευξή του σε διεθνές τηλεοπτικό δίκτυο αποδέχθηκε τον όρο «εδαφικές διαφορές» με την Τουρκία και στην ομιλία του στον ΟΗΕ αναφέρθηκε σε διαφορά οριοθέτησης «θαλασσίων ζωνών».
Η κυβέρνηση οφείλει να εξηγήσει και να διευκρινίσει τι ακριβώς εννοεί ο πρωθυπουργός και ποιες είναι οι εδαφικές διαφορές με την Τουρκία, καθώς η ελληνική εξωτερική πολιτική σταθερά δηλώνει ότι τα σύνορα είναι καθορισμένα με διεθνείς συμφωνίες και υπάρχουν μόνο μονομερείς, αυθαίρετες και παράνομες εδαφικές διεκδικήσεις της Τουρκίας. Επίσης, η διαφορά για την οποία ομιλεί η Ελλάδα δεν αφορά την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, που ως γενικός όρος καλύπτει και τα χωρικά ύδατα, αλλά μόνο την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.