Τελικά, ο κ. Κασσελάκης ήρθε να σώσει τον ΣΥΡΙΖΑ από την Αριστερά ή την Αριστερά από τον ΣΥΡΙΖΑ; – Του Ν. Στραβελάκη
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών,
Υποψήφιου Δημοτικού Συμβούλου με τον συνδυασμό «Ανατρεπτική Συμμαχία για την Αθήνα»
Πριν από λίγες ημέρες (21/9), ο Τάσσος Ψαρράς σε άρθρο του στην «ΕΦΣΥΝ» χαρακτήρισε τον Στέφανο Κασσελάκη «Θείο από το Σικάγο» που «ήρθε να σώσει να σώσει τον ΣΥΡΙΖΑ από την Αριστερά». Την ίδια μέρα, το «Πρώτο Θέμα» έκανε επιλεκτική αναφορά στο άρθρο του κ. Ψαρρά, μαζί με άλλα άρθρα της «ΕΦΣΥΝ», καθώς και σε δηλώσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, όπως ο κ. Καρτερός, προσπαθώντας να προβάλει μια εικόνα Βαβέλ για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Το τελευταίο, σε συνδυασμό με τον βίο και την πολιτεία του ΣΥΡΙΖΑ από το 2015 και μετά, με κάνει να διαφωνήσω με τον κ. Ψαρρά. Πιστεύω ότι ο κ. Κασσελάκης δεν ήρθε να σώσει τον ΣΥΡΙΖΑ από την Αριστερά αλλά την Αριστερά από τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό δεν σημαίνει ότι διαφωνώ με την εκτίμηση ότι ο κ. Κασσελάκης είναι ένας μετα-δημοκρατικός υποψήφιος αρχηγός, που θέλει να μετασχηματίσει τον ΣΥΡΙΖΑ σε ένα κόμμα όπως το Rennaisance του γάλλου Προέδρου Μακρόν.
Με άλλα λόγια, αυτό που οραματίζεται είναι ένα κόμμα που δεν θα τοποθετείται στην παραδοσιακή πολιτική κλίμακα Δεξιά – Κέντρο – Αριστερά. Αντίθετα, θα έχει, κατά βάση, μια νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική, παράλληλα με μια ατζέντα δικαιωματισμού. Φιλοδοξεί ότι θα καλύψει έτσι τον χώρο του Κέντρου και ίσως ένα κομμάτι ταλαντευόμενων συντηρητικών ψηφοφόρων.
Είναι μια επιλογή που δεν έχει να κάνει μόνο με το ποιος θα βρίσκεται στη κυβέρνηση, αλλά είναι πολύ σοβαρότερη. Πρόκειται για στρατηγική επιλογή του συστήματος, που σκοπό έχει την ήττα της Αριστεράς και την παγίωση ενός δεξιόστροφου πολιτικού σκηνικού. Θέλουν την Αριστερά περιθωριοποιημένη και την αμφισβήτηση της κυρίαρχης πολιτικής να προέρχεται από την Άκρα Δεξιά. Μια κατάσταση ανάλογη με το πολιτικό σκηνικό στη Γαλλία, όπου ο Μακρόν εφαρμόζει τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές του με την ψήφο της Αριστεράς. Θυμίζω ότι στη Γαλλία οι αριστεροί ψηφοφόροι αναγκάζονται να ψηφίσουν Μακρόν, υπό τον φόβο της Άκρας Δεξιάς της Λεπέν.
Αυτό το κλίμα εκδηλώθηκε ήδη στο πεδίο των πολιτικών θέσεων. Στενός συνεργάτης του κ. Κασσελάκη διατύπωσε θέση υπέρ των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Ο ίδιος ο κ. Κασσελάκης προσπάθησε να μας μπερδέψει (συνέντευξη σε Mega – Ευαγγελάτο) λέγοντας από τη μια ότι δεν είναι υπέρ των ιδιωτικών πανεπιστημίων και από την άλλη ότι επιδιώκει συμπράξεις των ελληνικών πανεπιστημίων με ιδιωτικά (μη κερδοσκοπικά) πανεπιστήμια του εξωτερικού.
Από τις συμπράξεις αυτές, μάλιστα, θα προκύψουν πανεπιστημιακά τμήματα που δεν θα υπάγονται στη σύγκλητο του οικείου ελληνικού πανεπιστημίου. Δηλαδή, θα είναι εν μέρει αυτόνομα. Πρόκειται για ένα είδος ιδιωτικοποίησης των δημόσιων πανεπιστημίων, αφού τα τμήματα αυτά φυσικά θα χρεώνουν δίδακτρα και θα λειτουργούν με κριτήρια μη κερδοσκοπικού οργανισμού. Δηλαδή, θα επιδιώκουν πρωτίστως την εξίσωση των εσόδων και των εξόδων τους.
Το συνολικό συμπέρασμα είναι ξεκάθαρο: δεν θα νοείται στο εξής ο ΣΥΡΙΖΑ να διαφοροποιείται από σημαντικές συστημικές πολιτικές ούτε στα λόγια. Το σύστημα αναπολεί, βλέπετε, τις ημέρες του κ. Σημίτη, όπου τόσο η εγχώρια ελίτ όσο και ο ξένος παράγοντας είχαν συνταχθεί πίσω από το ΠΑΣΟΚ, και ας ήταν κατ’ όνομα σοσιαλιστικό κόμμα.
Το τελευταίο εξηγεί τον φαινομενικά αδικαιολόγητο πανικό της Νέας Δημοκρατίας στην υποψηφιότητα Κασσελάκη αλλά και την αδυναμία της ανθυποψήφιάς του, της κ. Αχτσιόγλου, να διαφοροποιηθεί διακριτά και ουσιαστικά σε επίπεδο πολιτικών θέσεων. Κοντολογίς, το σύστημα μοιάζει να επιδιώκει έναν δικομματισμό της περιόδου 1990 – 2008, που συνέβαλε στην ένταση της κρίσης του 2008 και οδήγησε στα Μνημόνια.
Είναι ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο, που όμως πολύ δύσκολα θα υλοποιηθεί σε συνθήκες όξυνσης της κρίσης και δημοσιονομικής λιτότητας.
Όμως, το αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί από το τι θα κάνει απέναντι σε αυτές τις πολιτικές εξελίξεις η πραγματική Αριστερά. Βλέπετε, είναι η πρώτη φορά ίσως από το 1977 που ανάμεσα στην Αριστερά και στην κοινωνία δεν ορθώνεται ένα μεγάλο ρεφορμιστικό κόμμα, όπως ήταν το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980 και ο ΣΥΡΙΖΑ της περιόδου 2012 – 2015. Έχει, λοιπόν, την ευκαιρία, τόσο στο πεδίο των πολιτικών όσο και στο πεδίο των διεκδικήσεων, να πείσει ότι αποτελεί αξιόπιστη επιλογή για τους εργαζομένους και την κοινωνία. Οι δημοτικές εκλογές είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία σε αυτήν την κατεύθυνση.