Η συνδρομή και η αλληλεγγύη ευρωπαϊκών και άλλων χωρών στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών και άλλων ακραίων φυσικών φαινομένων

Η συνδρομή και η αλληλεγγύη ευρωπαϊκών και άλλων χωρών στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών και άλλων ακραίων φυσικών φαινομένων


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Ευρεία και θετική απήχηση είχε στο ελληνικό κοινό η συνδρομή των πυροσβεστικών δυνάμεων ξένων χωρών (Ρουμανία, Γαλλία, Γερμανία κ.ά.), που έσπευσαν να συνδράμουν τις ελληνικές πυροσβεστικές δυνάμεις στις προσπάθειες κατάσβεσης των πυρκαγιών που σημειώθηκαν και το φετινό καλοκαίρι σε διάφορα μέρη της ελληνικής επικράτειας. Ιδιαίτερα στις ακριτικές και ευαίσθητες περιοχές της Αλεξανδρούπολης και της Ρόδου.

Συγχρόνως, η συνδρομή των ξένων δυνάμεων πυρόσβεσης κατέδειξε και την αδυναμία της Ελληνικής Πολιτείας να αποκτήσει αξιόπιστα μέσα για αποτελεσματική αντιμετώπιση των πυρκαγιών τους θερινούς μήνες, κυρίως το δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου, που στη χώρα μας επαναλαμβάνονται με μαθηματική, σχεδόν, ακρίβεια και έχουν καταστεί ο εφιάλτης των πολιτών είτε κατοικούν στην επαρχία είτε στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας. Οι πυρκαγιές προκαλούν τεράστιες καταστροφές, ενώ για την αποκατάσταση και την επαναφορά του φυσικού περιβάλλοντος στην πρότερη κατάσταση απαιτείται η παρέλευση ακόμη και δεκαετιών.

Δεν γνωρίζω αν οι ξένες χώρες συνέδραμαν κατόπιν έκκλησης των ελληνικών υπηρεσιών ή αυτοβούλως. Είμαστε το ίδιο ευγνώμονες. Μήπως η Ελλάδα και οι άλλες χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, που δοκιμάζονται στον ίδιο περίπου βαθμό από το τις θερινές πυρκαγιές, θα έπρεπε να θέσουν σε επίπεδο ΕΕ το θέμα της συνδρομής σε μηχανικά και άλλα μέσα, ζητώντας να μην περιορίζεται μόνο στις οικονομικές ενισχύσεις για αποζημιώσεις στους πληγέντες και στην αποκατάσταση των πληγεισών περιοχών; Πολύ πιθανόν το θέμα να έχει ήδη συζητηθεί και να τυγχάνει εφαρμογής.

Εξυπακούεται ότι οι χώρες που πλήττονται από τις πυρκαγιές και άλλα καταστροφικά φαινόμενα, όπως οι πλημμύρες κ.α., οφείλουν να αποδείξουν ότι είχαν λάβει τα προσήκοντα μέτρα και ότι η βοήθεια θα διατεθεί σωστά και με τον πρέποντα τρόπο. Το θέμα των πυρκαγιών, με τις ερημοποιήσεις και τις φυσικές καταστροφές που προκαλούν, συνδέεται άρρηκτα και με τη σημειούμενη περιβαλλοντολογική αλλαγή, για την οποία οι επιστήμονες από ετών κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου.

Τα αίτια και οι διαπιστούμενες αδυναμίες αποτελεσματικής αντιμετώπισης έχουν κατά κόρον αναλυθεί από δασονόμους, αξιωματούχους της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και άλλους ειδικούς επιστήμονες. Ανεξαρτήτως των αναλύσεων και των προτάσεων των ειδικών, ο απλός πολίτης είναι σε θέση να διαπιστώσει ότι δεν λαμβάνονται τα προσήκοντα προληπτικά μέτρα, ώστε να προλαμβάνεται η εξάπλωση των πυρκαγιών.

Όσοι έχουν την τύχη –ή και ατυχία– να κατοικούν σε περιοχές με πυκνή βλάστηση και πευκοδάση, όπως είναι τα βόρεια και βορειοανατολικά προάστια της περιοχής της πρωτεύουσας, διαπιστώνουν με δέος πόσο ευάλωτες είναι οι περιοχές τους λόγω της έλλειψης προληπτικών μέτρων, όπως ο έγκαιρος καθαρισμός από τα ξερά χόρτα των κοινόχρηστων δημοτικών χώρων, των ιδιόκτητων οικοπέδων, καθώς και η κοπή εύφλεκτων δέντρων, όπως τα πεύκα, βάσει, όμως, προδιαγραφών και όχι κατά το δοκούν. Η ελληνική πρωτεύουσα είναι η μοναδική στην Ευρώπη και στον Μεσογειακό Νότο που στα περίχωρά της εκδηλώνονται κάθε καλοκαίρι πυρκαγιές, οι οποίες, εκτός από τις καταστροφές που προκαλούν στο φυσικό περιβάλλον, θέτουν σε κίνδυνο τις ζωές και τις περιουσίες των κατοίκων.

Κάποιες δεκαετίες πριν, το φαινόμενο αποδιδόταν σε επιδιώξεις οικοπεδοποιήσεων, κάτι που μάλλον δεν ισχύει πλέον, τουλάχιστον όχι όπως παλιότερα. Στις μέρες μας τα αίτια είναι διαφορετικά. Οι πολίτες διαπιστώνουν έλλειψη σοβαρών προληπτικών μέτρων όπως είναι ο έγκαιρος καθαρισμός των κοινόχρηστων δημοτικών χώρων από τα ξερόχορτα και η επιμελής αποψίλωση των κωνοφόρων, κυρίως, δέντρων. Οι Δημοτικές Αρχές αποφεύγουν, επίσης, να επιβάλλουν στους ιδιοκτήτες των μη εισέτι οικοδομημένων οικοπέδων τα προβλεπόμενα από τις οικείες διατάξεις πρόστιμα για την επιδεικτική αμέλεια όσον αφορά τον μη καθαρισμό τους, με αποτέλεσμα να καθίστανται επικίνδυνες εστίες ανάφλεξης.

Σε κάποια συνάντηση δημάρχου των βορειοανατολικών προαστίων με τους δημότες, του είχε τεθεί σχετικό ερώτημα –και για σύγκριση– για το αν είχε ποτέ επισκεφτεί τη Ρώμη και ποιες ήταν οι εντυπώσεις του για τον περιβάλλοντα χώρο. Ο ίδιος απάντησε καταφατικά και τόνισε ότι είχε διαπιστώσει την άριστη συντήρηση του φυσικού περιβάλλοντος. Επιπλέον, ρωτήθηκε για το αν γνώριζε πότε είχε σημειωθεί η τελευταία πυρκαγιά στα περίχωρα της Αιώνιας Πόλης. Στη δήλωση άγνοιας ο ερωτών, με σκωπτικό ύφος και με νόημα, πρόσθεσε ότι αυτό συνέβη πριν από 2.000 χρόνια, επί Νέρωνος…

Εκτός από τις πυρκαγιές, το φετινό καλοκαίρι σημειώθηκαν και μεγάλες πλημμύρες, που έπληξαν κυρίως τους Νομούς Μαγνησίας, Λαρίσης και Καρδίτσας και μετέτρεψαν τον θεσσαλικό κάμπο σε απέραντη λίμνη. Οι καταστροφές ήταν τεράστιες και πρωτοφανείς. Επιπλέον κατέρρευσαν γέφυρες, που προκάλεσαν την αποκοπή της Βόρειας Ελλάδος από την πρωτεύουσα.

Τα τηλεοπτικά δίκτυα πρόβαλλαν αδιάκοπα ασύλληπτες εικόνες από τις καταστροφές. Το ύψος των βροχοπτώσεων κατέγραψε επίπεδα ρεκόρ. Οι πλημμύρες αποδόθηκαν, σχεδόν αποκλειστικά, στα ακραία καιρικά φαινόμενα. Πόσο πειστική είναι αυτή η εκτίμηση και θέση; Ασφαλώς ισχύει, αλλά όχι απόλυτα. Και αυτό διότι επισημάνθηκαν και παραλείψεις όσον αφορά την εκτέλεση προληπτικών μέτρων, τα οποία, αν είχαν ληφθεί, θα είχαν μετριάσει κατά πολύ τις συνέπειες των πρωτοφανών βροχοπτώσεων. Το αποδεικνύει η εμπειρία άλλων περιοχών.

Συγκεκριμένα, στον Νομό Θεσπρωτίας, στις εκβολές του ποταμού Θύαμη ή Καλαμά εκτείνεται ο κάμπος του Ραγίου, με έκταση περίπου 50.000 στρέμματα. Αρκετά συχνά το ποτάμι πλημμύριζε και μετέτρεπε τον κάμπο σε απέραντη λίμνη, καταστρέφοντας ολοσχερώς τις καλλιέργειες, κυρίως αραβόσιτο και φασόλια, και μάλιστα λίγο χρόνο πριν από τη συγκομιδή τους. Τη δεκαετία του ’70 αποφασίσθηκε η κατασκευή φράγματος, το οποίο είναι ορατό ακόμα και από τα ελληνοαλβανικά σύνορα και διαμοίρασε τη ροή του ποταμού προς δύο κατευθύνσεις. Έκτοτε οι πλημμύρες αποτελούν ανάμνηση και ανήκουν στο παρελθόν. Αν είχε υπάρξει ανάλογη πρόνοια και για τον Πηνειό, πιθανότατα δεν θα είχαν συμβεί τα πρόσφατα θλιβερά γεγονότα.

Ποτέ, όμως, δεν είναι αργά. Στις αρχές της περασμένης εβδομάδας τα Μέσα Ενημέρωσης μετέδιδαν συνεχώς στιγμιότυπα από τη συνάντηση του πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη με τη πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η οποία ανακοίνωσε τη πρόθεση της ΕΕ να παράσχει στην Ελλάδα οικονομική βοήθεια ύψους 2,2 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση των πρόσφατων καταστροφών. Ικανό μέρος αναμένεται να διατεθεί για κάλυψη των ζημιών που υπέστησαν οι πληγέντες. Άραγε, θα μείνουν χρήματα και για εκτέλεση έργων πρόληψης; Θα διατεθούν σωστά; Οι εμπειρίες από ανάλογες περιπτώσεις δεν είναι ενθαρρυντικές. Η παρουσία και η συμμετοχή εκπροσώπων της ΕΕ στη λήψη των σχετικών αποφάσεων, ακόμη και στην εκτέλεση, θα ήταν σκόπιμη, ίσως και επιβεβλημένη.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ