7 στους 10 με ενδονοσοκομειακή λοίμωξη 48 ώρες μετά την εισαγωγή!
Νέα μελέτη του ΕΟΔΥ σε 50 νοσοκομεία!
Του
ΑΡΗ ΜΠΕΡΖΟΒΙΤΗ
Νέα μελέτη του ΕΟΔΥ που πραγματοποιήθηκε σε 50 νοσοκομεία της χώρας αποκαλύπτει τον μεγάλο κίνδυνο που διατρέχουν οι ασθενείς –48 ώρες μετά την εισαγωγή τους στο νοσοκομείο– να αναπτύξουν κάποια ενδονοσοκομειακή λοίμωξη, ακόμη και όταν βρίσκονται σε ΜΕΘ. Παράλληλα, όμως, διαπιστώνεται ότι η Ελλάδα κατέχει διαχρονικά υψηλή θέση στην ευρωπαϊκή κατάταξη του επιπολασμού νοσοκομειακών λοιμώξεων, οι οποίες όχι μόνο δεν μειώθηκαν μετά το τέλος της πανδημίας, αλλά αυξήθηκαν δραματικά.
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι νοσοκομειακές λοιμώξεις και η μικροβιακή αντοχή αποτελούν απειλή για τους ασθενείς, καθώς σχετίζονται με αυξημένη νοσηρότητα, θνητότητα και διάρκεια νοσηλείας, ενώ επιβαρύνουν οικονομικά, σε μεγάλο βαθμό, το σύστημα υγείας. Η χώρα μας κατατάσσεται πρώτη μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών στον επιπολασμό των νοσοκομειακών λοιμώξεων, ενώ καταγράφει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά μικροβιακής αντοχής στην Ευρώπη για συγκεκριμένα μικροβιακά στελέχη.
Μάλιστα, τα ποσοστά μικροβιακής αντοχής στην Ελλάδα παρουσιάζουν αύξηση σε σχέση με τα προ της πανδημίας έτη. Σε πρόσφατη έκθεση του ECDC, η Ελλάδα έχει πάρει την αρνητική πρωτιά με τα περισσότερα έτη ζωής που χάνονται λόγω μικροβιακής αντοχής. Σε μελέτη καταγραφής του σημειακού επιπολασμού των λοιμώξεων που συνδέονται με χώρους παροχής υγείας και της χρήσης αντιβιοτικών, το διάστημα 2022 – 2023 ο επιπολασμός ανήλθε σε 12,1%, ενώ σε αντίστοιχη μελέτη το 2016 – 2017 ήταν 10%. Η κατανάλωση αντιβιοτικών το 2022 – 2023 κυμάνθηκε σε παρόμοια επίπεδα με το 2016 – 2017 (55,4%), ήταν, όμως, σημαντικά μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Έλλειψη δεδομένων καταγράφεται σε σχέση με την εμφάνιση χειρουργικών λοιμώξεων στη χώρα μας, η καταγραφή των οποίων αποτελεί στόχο του ΕΟΔΥ για τους επόμενους μήνες.
Σημαντική αύξηση λοιμώξεων στις ΜΕΘ
Στη μελέτη συμμετείχαν 50 νοσοκομεία από όλη τη χώρα και συνολικά συμπεριλήφθηκαν 9.707 νοσηλευόμενοι. Το 12,1% των νοσηλευόμενων εμφάνισε τουλάχιστον μία λοίμωξη την ημέρα της καταγραφής. Σε κάθε ασθενή με λοίμωξη αντιστοιχούσαν κατά μέσο όρο 1,2 λοιμώξεις. Από το σύνολο των 1.408 καταγεγραμμένων λοιμώξεων, το 69,6% εμφανίστηκε 48 ώρες μετά την εισαγωγή στο νοσοκομείο, ενώ στο 28,6% των λοιμώξεων ο ασθενής παρουσίαζε τη λοίμωξη κατά την εισαγωγή του στο νοσοκομείο. Οι ήδη εκδηλωμένες λοιμώξεις κατά την εισαγωγή είχαν πιθανή προέλευση το ίδιο νοσοκομείο (επανεισαγωγή ασθενούς) στο 7,5% των περιπτώσεων, άλλο νοσοκομείο στο 8,9%, μονάδες χρονίως πασχόντων στο 2,9% και μη καθορισμένης προέλευσης στο 9,2%. Για το 1,8% των λοιμώξεων η προέλευση δεν μπορούσε να καθοριστεί.
Ο υψηλότερος επιπολασμός νοσοκομειακών λοιμώξεων καταγράφηκε στους ασθενείς των μονάδων εντατικής θεραπείας, καθώς το 45,7% των νοσηλευόμενων εμφάνιζε τουλάχιστον μία λοίμωξη. Ακολούθησαν οι ασθενείς που νοσηλεύονταν σε κλινικές του παθολογικού τομέα (μεταξύ αυτών Εσωτερική Παθολογία, Καρδιολογία, Ογκολογία κ.ά.) με επιπολασμό 13,5% και σε κλινικές του χειρουργικού τομέα (Γενική Χειρουργική, ΩΡΛ κ.ά.) με επιπολασμό 8,2%. Αντίθετα, οι λοιμώξεις αυτές καταγράφονταν λιγότερο συχνά στους νοσηλευόμενους Παιδιατρικών Κλινικών (3%), Μαιευτικής – Γυναικολογίας (1,4%) και Ψυχιατρικής (1,2%). Η συχνότερη εντόπιση των λοιμώξεων ήταν στο κατώτερο αναπνευστικό, με ποσοστό 28,9% επί του συνόλου, που στην πλειονότητά τους ήταν πνευμονίες (24,9% επί του συνόλου).
Συγκρίνοντας τα αποτελέσματα αυτά με τα αποτελέσματα των προηγούμενων μελετών PPS, σημειώνονται ορισμένες μεταβολές. Συγκεκριμένα, στη μελέτη του 2011 – 2012 ο επιπολασμός των λοιμώξεων ήταν 9% (746 νοσηλευόμενοι με τουλάχιστον μία λοίμωξη σε σύνολο 8.247 νοσηλευόμενων) και στη μελέτη του 2016 – 2017 ήταν 10% (938 προς 9.401). Η Ελλάδα κατέχει διαχρονικά υψηλή θέση στην ευρωπαϊκή κατάταξη. Το 2011 – 2012 ο αδρός ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν 6% (εύρος χωρών 2,3% – 10,8%), με τη χώρα μας να βρίσκεται στην τέταρτη θέση, ενώ το 2016 – 2017 η Ευρώπη κατέγραψε μέσο επιπολασμό λοιμώξεων 5,9% (εύρος χωρών 2,9% – 10%), με την Ελλάδα να βρίσκεται στην πρώτη θέση. Το 2022 – 2023 ο επιπολασμός των λοιμώξεων στην Ελλάδα αναμένεται να παραμείνει σημαντικά μεγαλύτερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Οι λοιμώξεις σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων!
Σε χώρους παροχής φροντίδας υγείας, πλην των νοσοκομείων, όπως είναι οι μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων, καταγράφεται έλλειψη δεδομένων σχετικά με τη συχνότητα των λοιμώξεων και τη μικροβιακή αντοχή. Συγκεκριμένα, στις ευρωπαϊκές εκθέσεις δεν παρουσιάζονται δεδομένα για τη χώρα μας. Φέτος, όμως, ο ΕΟΔΥ συμμετείχε για πρώτη φορά σε μελέτη επίπτωσης λοιμώξεων με τα προαναφερόμενα αποτελέσματα.
Κατόπιν πρόσκλησης του ECDC, o ΕΟΔΥ συμμετέχει, επίσης για πρώτη φορά, σε μέλετη επιπολασμού λοιμώξεων και μικροβιακής αντοχής που πραγματοποιείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η συλλογή των δεδομένων για περισσότερες από 25 δομές, που επιλέχτηκαν με τυχαιοποιημένο τρόπο, έχει ολοκληρωθεί.
Επιτήρηση Candida Auris στα νοσοκομεία της χώρας
Ο ΕΟΔΥ ξεκίνησε να καταγράφει λοιμώξεις και αποικισμούς με τον παθογόνο μύκητα Candida Auris το 2019. Τα δεδομένα δείχνουν ότι ο εν λόγω μύκητας απομονώνεται με αυξανόμενη συχνότητα στο νοσοκομειακό περιβάλλον, γεγονός που σε κάποιον βαθμό οφείλεται στην αύξηση της εργαστηριακής διερεύνησης για το παθογόνο. Τα δεδομένα του δικτύου WHONET, που παρουσιάζονται στην έκθεση αναλυτικά, δείχνουν την καθολική –εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις– υπεροχή της αντοχής στη χώρα μας σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες ανά παθογόνο.
Τα μικρόβια που προκαλούν ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις
Τουλάχιστον ένας μικροοργανισμός ταυτοποιήθηκε στο 58,9% των λοιμώξεων και δηλώθηκαν 1.259 μικροοργανισμοί. Συχνότερα ήταν τα Gram αρνητικά βακτήρια: Klebsiella spp. στο 20,5%, Acinetobacter spp. στο 12,8% και η P. aeruginosa στο 10,2%. Τα τρία αυτά είδη συνολικά είναι υπεύθυνα για τις μισές περίπου λοιμώξεις στους χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας στην Ελλάδα. Τα είδη του μύκητα Candida κατείχαν την τέταρτη θέση με ποσοστό 7,9%. Ο Staphylococcus Aureus και η Escherichia Coli, δύο συχνά αίτια λοίμωξης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δηλώθηκαν λιγότερο συχνά στην Ελλάδα, με 6,3% και 4,9% αντίστοιχα. Σύμφωνα με τα δεδομένα που έχουν καταγραφεί για τα έτη 2019 και 2020, η αύξηση της επίπτωσης είναι ανάλογη με το μέγεθος του νοσοκομείου και με τη λειτουργία Μονάδων Εντατικής Θεραπείας σε αυτό.
Χρήση αντιμικροβιακών σε νοσηλευόμενους ασθενείς
Σε ό,τι αφορά τη χρήση αντιμικροβιακών σε νοσηλευόμενους ασθενείς, η μελέτη του ΕΟΔΥ επισημαίνει ότι περισσότεροι από τους μισούς νοσηλευόμενους (55,4%, 5.376 νοσηλευόμενοι σε σύνολο 9.707) λάμβαναν τουλάχιστον ένα αντιμικροβιακό την ημέρα της καταγραφής. Το 51,9% αυτών λάμβανε ένα αντιμικροβιακό, το 35,2% λάμβανε δύο, ενώ το 13% λάμβανε τουλάχιστον τρία (έως εννιά αντιμικροβιακά την ημέρα της καταγραφής). Κατά μέσο όρο, κάθε ασθενής υπό αντιμικροβιακή αγωγή λάμβανε 1,7 αντιμικροβιακά.
Τα παραπάνω ποσοστά έχουν παραμείνει σχετικά σταθερά συγκριτικά με τις προηγούμενες σημειακές καταγραφές, αλλά παραμένουν αρκετά υψηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η Ελλάδα κατείχε την πρώτη θέση στην ευρωπαϊκή κατάταξη και στις δύο προηγούμενες μελέτες. Το 2011 – 2012 ο αδρός ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν 35% (εύρος χωρών 21,4% – 54,7%), ενώ το 2016 – 2017 ο μέσος επιπολασμός χρήσης αντιμικροβιακών υπολογίστηκε στο 32,9% (εύρος χωρών 15,9% – 55,6%).
Οι ενδείξεις χορήγησης αντιμικροβιακών ήταν: Θεραπεία λοίμωξης στο 62,6%, χειρουργική προφύλαξη στο 18,4% και χημειοπροφύλαξη στο 10,9%. Άλλη ένδειξη χορήγησης δηλώθηκε στο 5,6% και η ένδειξη ήταν άγνωστη στο 2,5%. Στην προηγούμενη μελέτη, η θεραπεία ως ένδειξη καταγράφηκε στο 54%, η χειρουργική προφύλαξη στο 28% και η χημειοπροφύλαξη στο 13%.
Όσον αφορά τη χειρουργική προφύλαξη, μία δόση αντιβιοτικού χορηγήθηκε μόνο στο 5,8% (96/1.656) των περιπτώσεων. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, η διάρκεια της προφύλαξης ήταν μία ημέρα στο 18,5%, ενώ στο 75,7% η προφύλαξη διήρκησε για περισσότερο από μία ημέρα. Μικρές διαφορές παρατηρήθηκαν σε σχέση με το 2016 – 2017, με ποσοστά από 7,5% έως 70% αντίστοιχα.