«Το δάσος της Δαδιάς όπως το ξέραμε δεν θα το ξαναδούμε» – Ανεπανόρθωτη η καταστροφή απο την πυρκαγιά
Φόβους ότι το δάσος της Δαδιάς «δεν θα το ξαναδούμε όπως το ξέραμε» μετά την πυρκαγιά, εξέφρασε ο πρόεδρος του τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος.
Μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ, «Πρακτορείο FM 104,9» ο κ. Δημητρακόπουλος ανέφερε πως «δεν θα μπορέσουμε να ξαναέχουμε το οικοσύστημα της Δαδιάς. Δεν μπορούμε το συγκεκριμένο οικοσύστημα να το εντάξουμε στις γενικότερες απώλειες του 1.500.000 στρεμμάτων δασικών εκτάσεων που κάηκαν. Είναι κάτι το μοναδικό», πρόσθεσε.
Ο κ. Δημητρακόπουλος εξήγησε πως η περιοχή της Δαδιάς, είναι προστατευόμενη περιοχή από το δίκτυο NATURA που σημαίνει ότι έχει μοναδικότητα. Δεν συναντάται σε καμία άλλη περιοχή της Ευρώπης και αυτό γιατί οι συνθήκες που το δημιούργησαν ήταν μοναδικές.
«Αυτό το δάσος έχει χαθεί. Οι μαυρόγυπες, οι ασπροπάρηδες, και τα όρνεα που φώλιαζαν σε αυτό το δάσος και αναπαράγονταν είτε έχουν καεί είτε έχουν φύγει. Δεν θα επανέλθουν. Το δάσος δεν θα επανέλθει σε αυτήν του την μορφή. Ηταν ένα αρχέγονο δάσος μαύρης πεύκης αποτελούνταν από πολύ γηραιά δένδρα με πεπλατυσμένη κορυφή, πράγμα που σημαίνει ότι χρειαζόμαστε 100 με 150 χρόνια για να αποκτήσουμε τέτοια δένδρα με τέτοιο σχήμα ώστε να πάνε να ξαναφωλιάσουν εκεί οι μαυρόγυπες» τόνισε.
Δεκαετίες για αναγέννηση του δασικού θησαυρού
«Δεν θα μπορέσουμε να ξαναέχουμε το οικοσύστημα της Δαδιάς. Δεν μπορούμε το συγκεκριμένο οικοσύστημα να το εντάξουμε στις γενικότερες απώλειες του 1.500.000 στρεμμάτων δασικών εκτάσεων που κάηκαν. Είναι κάτι το μοναδικό» πρόσθεσε.
Ήταν ένα αρχέγονο δάσος μαύρης πεύκης αποτελούνταν από πολύ γηραιά δένδρα με πεπλατυσμένη κορυφή, πράγμα που σημαίνει ότι χρειαζόμαστε 100 με 150 χρόνια για να αποκτήσουμε τέτοια δένδρα με τέτοιο σχήμα ώστε να πάνε να ξαναφωλιάσουν εκεί οι μαυρόγυπες» τόνισε.
Η πλούσια βλάστηση
Όπως επισημαίνει η ιστοσελίδα naturagraeca.com, η βλάστηση στην περιοχή παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία κάτι που οφείλεται στα διαφορετικά γεωστρώματα, στον συνδυασμό μεσογειακού και ηπειρωτικού κλίματος, στη γειτνίαση με την Ασία και στην ποικιλία των οικοσυστημάτων.
Εδώ έχουν καταγραφεί κοντά στα 400 είδη φυτών από τα οποία ξεχωρίζουν τα ενδημικά της ευρύτερης περιοχής Minuartia greuteriana, Onosma kittanae, Viola serresiana και η ιτιά της Ξάνθης Salix xanthicola.
Η τεράστια οικολογική αξία της περιοχής οδήγησε το 1980 στην ανακήρυξη της ως Περιοχή Ειδικής Προστασίας, ενώ το 2006 κηρύχθηκε Εθνικό Πάρκο παίρνοντας την ονομασία του από τα πιο γνωστά χωριά που το περιβάλλουν. Η έκταση του Εθνικού Πάρκου φτάνει τα 428.000 στρέμματα, από τα οποία τα 72.900 στρέμματα είναι αυστηρά προστατευόμενη ζώνη. Χαρακτηρίζεται από συνεχόμενους ήρεμους λόφους, ατέλειωτα δάση με μικρά ανοίγματα που δημιουργήθηκαν από τις ανθρώπινες δραστηριότητες του παρελθόντος, μικρές ρεματιές, πυκνούς θαμνώνες, λόγγους και λίγους βραχώδεις σχηματισμούς. Σημαντικότερη κορυφή της περιοχής είναι το Κάψαλο που φτάνει μόλις τα 618 μέτρα, ενώ η Γκίμπρενα που υψώνεται στα 448 μέτρα πρωταγωνιστεί στο κέντρο της προστατευμένης περιοχής. Άλλες μικρές κορφές είναι η Μαύρη Κορφή (522 μ.), η Γερακίνα (448 μ.), ο Ταύρος (480 μ.) και ο Μπαλτζάς (354 μ.), ενώ η ψηλότερη κορυφή, το Αντά Τεπέ (654 μ.) βρίσκεται στα βορειοδυτικά σύνορα του Πάρκου. Ανάμεσα στους λόφους κυλάνε και δεκάδες μικρά ποτάμια και ρέματα που στη πλειοψηφία τους καταλήγουν στον Έβρο. Σημαντικότερα είναι το Μεγάλο Ρέμα, ο Προβατώνας, το Λυκερντζιώτικο, ο Καμηλοπόταμος, το Διαβολόρεμα και το Καζάνι. Στην καρδιά του Εθνικού Πάρκου υπάρχουν πολλά ερείπια εγκαταλελειμμένων οικισμών με πηγές, πέτρινα γεφύρια και άλλα ενδιαφέροντα πολιτιστικά στοιχεία του παρελθόντος. Στο δάσος υπάρχουν πολλοί δασικοί δρόμοι και υπέροχα μονοπάτια, ενώ το Κέντρο Ενημέρωσης του Φορέα Διαχείρισης στην Δαδιά και το παρατηρητήριο των αρπακτικών πουλιών δέχονται εκατοντάδες οικοτουρίστες κάθε χρόνο.