Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Ορθόδοξο Εορτολόγιο – Του Ν. Στραβελάκη
–Σκέψεις με αφορμή τις επικείμενες ανακοινώσεις για το ψηφιακό ευρώ τον Οκτώβριο στην Αθήνα
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) θα συνεδριάσει στην Αθήνα στις 26 Οκτωβρίου, ανήμερα της εορτής του Αγίου Δημητρίου. Κατά τραγική ειρωνεία, στη συνεδρίαση αυτή θα ανακοινωθεί το κανονιστικό πλαίσιο για την έκδοση και την κυκλοφορία του ηλεκτρονικού / ψηφιακού ευρώ.
Κάποιοι φίλοι, μέλη και οπαδοί του ΜέΡΑ25 ήδη κάνουν πλάκα στο «ιερατείο» του ΣΚΑΪ με αφορμή αυτήν τη σύμπτωση. Ο λόγος είναι, φυσικά, οι αφορισμοί του «ιερατείου» αναφορικά με την επίκληση του εναλλακτικού συστήματος πληρωμών «Δήμητρα» από τον επικεφαλής του ΜέΡΑ25 κατά την προεκλογική περίοδο.
Σκοπός μου δεν είναι να λοιδορήσω κι εγώ το «ιερατείο», αλλά να δούμε με ψυχραιμία τη σημασία και τα όρια ενός εναλλακτικού συστήματος πληρωμών. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, λοιπόν, η κυκλοφορία του ψηφιακού ευρώ αποσκοπεί στο να συγχωνεύσει το δημόσιο χρήμα με το ιδιωτικό. Δημόσιο είναι το χρήμα που εκδίδει η Κεντρική Τράπεζα αξιοποιώντας το εκδοτικό δικαίωμα και ιδιωτικό το χρήμα που δημιουργούν οι εμπορικές τράπεζες μέσα από την πιστωτική επέκταση. Κάθε φορά που κάποιος σηκώνει λεφτά από την τράπεζα μετατρέπει το ιδιωτικό τραπεζικό χρήμα σε δημόσιο και το αντίθετο.
Με απλά λόγια, αυτό που επιδιώκουν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι περισσότερες Κεντρικές Τράπεζες παγκοσμίως είναι να περιορίσουν τις συναλλαγές σε μετρητά και να τις ενσωματώσουν στο σύστημα πληρωμών του ψηφιακού νομίσματος. Όπως φαίνεται από ένα σημείωμα πολιτικής (Μάιος 2020) του Ιβ Μερς, μέλους του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, αυτό που απασχολεί την Τράπεζα είναι το ότι, παρά τη διάδοση των καρτών, το 76% του συνόλου των συναλλαγών στη ζώνη του ευρώ γίνεται με μετρητά. Το ποσοστό αυτό, μάλιστα, γίνεται μεγαλύτερο σε περιόδους χρηματοπιστωτικών κρίσεων.
Η αφελής υπόθεση του Μερς είναι ότι τα προβλήματα των εμπορικών τραπεζών σε συνθήκες κρίσης οφείλονται στην έλλειψη τραπεζογραμματίων. Άρα το πρόβλημα θα λυθεί με τη θέσπιση του ψηφιακού νομίσματος. Με άλλα λόγια, η ΕΚΤ θα μπορεί να θεσπίζει περιορισμούς στις αναλήψεις τραπεζογραμματίων και την ίδια ώρα θα μπορούν να πραγματοποιούνται απεριόριστες συναλλαγές με το ψηφιακό νόμισμα. Ευελπιστούν ότι έτσι θα βάλουν τέλος στην ανάγκη για «helicopter money» (χρήμα εκτάκτου ανάγκης) του Φρίντμαν, που θεωρούνταν απάντηση σε κάθε καπιταλιστική κρίση. Τώρα τα πράγματα απλουστεύονται, αφού μια μετατροπή σε ψηφιακό ευρώ θα καλύπτει τη ζήτηση τραπεζογραμματίων.
Παρά τα περί του αντιθέτου γραφόμενα, δεν πιστεύω ότι οι τραπεζικές αρχές παγκοσμίως έχουν μια τόσο επιφανειακή εικόνα των κρίσεων, και μάλιστα στο τέλος μιας δεκαπενταετίας που σημαδεύτηκε και σημαδεύεται από την πρώτη μεγάλη κρίση του νέου αιώνα. Γνωρίζουν ότι τα τρισεκατομμύρια του δημόσιου χρέους, που χρηματοδοτήθηκε από τις Κεντρικές Τράπεζες, δεν αφορούσαν την κάλυψη αυξημένης ζήτησης τραπεζογραμματίων. Την κάλυψη ιδιωτικών ζημιών αφορούσαν, και αυτές δεν είναι αποτέλεσμα πιστωτικής ασφυξίας αλλά περιορισμένης κερδοφορίας.
Το πιθανότερο, λοιπόν, είναι ότι η θέσπιση του ψηφιακού ευρώ σηματοδοτεί μια διαφορετική πολιτική του κράτους απέναντι στις τράπεζες. Φαίνεται ότι τα κράτη είναι πλέον απρόθυμα να αναχρηματοδοτήσουν τραπεζικές ζημίες στον νέο γύρο της κρίσης που ξεκίνησε με τον επίμονο πληθωρισμό και την αύξηση των επιτοκίων. Θέλουν να έχουν τη δυνατότητα να μεταφέρουν τις ιδιωτικές καταθέσεις στον ισολογισμό τους και να αφήσουν τις εμπορικές τράπεζες να χρεοκοπήσουν αν οι μέτοχοι αρνηθούν να βάλουν λεφτά.
Βέβαια, αυτό δεν είναι μια επιλογή χωρίς παρενέργειες. Η θέσπιση του ψηφιακού ευρώ ενδέχεται να αποστερήσει τις εμπορικές τράπεζες από τα έσοδα που έχουν από τη διαχείριση του «χρηματεμπορικού κεφαλαίου», που έλεγε και ο Μαρξ. Δηλαδή, τα έσοδα από εμβάσματα, κάρτες κ.λπ. Αν κάποιος μπορεί να μεταφέρει ένα υπόλοιπο ψηφιακού ευρώ στο κινητό του τηλέφωνο (όπως υπόσχεται η ΕΚΤ) και να κάνει από εκεί τις πληρωμές του, οι τράπεζες αναμένεται να χάσουν σημαντικά έσοδα από αυτές τις δραστηριότητες. Ενδέχεται, επιπλέον, να χάσουν και καταθέσεις, αφού κάποιοι μπορεί απλά να μετατρέπουν τα χαρτονομίσματά τους σε ψηφιακό ευρώ χωρίς να τα περνούν από τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των καταθετικών και δανειστικών επιτοκίων, αφού θα επηρεάσει και το «τοκοφόρο κεφάλαιο», που έλεγε και ο Μαρξ. Ειδικότερα για την Ελλάδα, τα έσοδα από «χρηματεμπορικές δραστηριότητες» ήταν και παραμένουν τα βασικά έσοδα των τραπεζών όλη τη δεκαπενταετία της κρίσης.
Είναι βέβαιο ότι μπαίνουμε σε μια περίοδο ξεκαθαρίσματος των αποτελεσμάτων και των επιπλοκών της κρίσης. Αυτό θα έχει επιπτώσεις και σε επίπεδο τραπεζών και σε επίπεδο επιχειρήσεων. Είναι καιρός, λοιπόν, να πάμε πίσω από τους αφορισμούς των διαφόρων «ιερατείων» του συστήματος και να δούμε τα όρια αλλά και τις επιπτώσεις των εφαρμοζόμενων πολιτικών.