Αντιμετώπιση του Μεταναστευτικού – Προσφυγικού: Μέτρα και ημίμετρα – Ανάγκη αναθεώρησης θεσμών και πρακτικών

Αντιμετώπιση του Μεταναστευτικού – Προσφυγικού: Μέτρα και ημίμετρα – Ανάγκη αναθεώρησης θεσμών και πρακτικών


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Tο Μεταναστευτικό – Προσφυγικό μάς έχει απασχολήσει πολλές φορές στο παρελθόν, αλλά και πρόσφατα. Είναι από τα πλέον φλέγοντα φαινόμενα που επηρεάζουν βαθύτατα την κοινωνική ζωή και τα συναισθήματά μας. Βασική διαφορά των πρώτων από τους δεύτερους είναι ότι οι οικονομικοί μετανάστες, για το ακριβέστερο λαθρομετανάστες, εγκαταλείπουν τις πατρίδες τους οικειοθελώς, προς αναζήτηση καλύτερης τύχης και ευκαιριών επιβίωσης, που δεν τους προσφέρονται στις χώρες τους. Αντίθετα, οι πρόσφυγες αναγκάζονται να εκπατρισθούν λόγω εσωτερικών ταραχών, πολεμικών συρράξεων, εμφυλίων πολέμων ή και πολιτικών κατατρεγμών και διώξεων.

Στις περισσότερες των περιπτώσεων, η διαφορά μεταξύ των δύο κατηγοριών είναι δυσδιάκριτη. Πολλοί οικονομικοί μετανάστες επικαλούνται την κατάσταση του πολιτικού πρόσφυγα, επειδή οι τελευταίοι τυγχάνουν ευμενέστερης αποδοχής και μεταχείρισης και προστατεύονται από διεθνή κείμενα και συμφωνίες.

Τελευταίως, τα μεγαλύτερα προσφυγικά κύματα καταγράφονται μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου 2022. Υπολογίζεται ότι μόνο στην όμορη Πολωνία κατέφυγαν και εγκαταστάθηκαν προσωρινά 4 εκατ. ουκρανοί πρόσφυγες, που έχουν διανεμηθεί σε διάφορες γεωγραφικές περιοχές και πόλεις, με την Πολωνία να ενισχύεται με σημαντικά ποσά από την ΕΕ. Ικανός αριθμός κατέφυγε και στη χώρα μας, είτε λόγω καταμερισμού μεταξύ των κοινοτικών χωρών είτε επειδή είχαν συγγενείς που είχαν ήδη εγκατασταθεί στην Ελλάδα μετά την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων στις χώρες-μέλη της τότε Σοβιετικής Ένωσης. Μεγάλο κύμα οικονομικών μεταναστών προκλήθηκε και με τη διεθνή οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2008, όπως και κύμα προσφύγων από ασιατικές χώρες, στους οποίους προστέθηκαν και Αφρικανοί, λόγω του εμφυλίου στο Σουδάν και εθνοτικών πολέμων σε χώρες της Υποσαχάριας Αφρικής.

Βασικός προορισμός αμφότερων των κατηγοριών –οικονομικών μεταναστών και πολιτικών προσφύγων– οι χώ­ρες της Δύσης, κυριότατα οι ευρωπαϊκές, με σαφή προτίμηση εκείνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όταν οι ηγεσίες των θεσμικών οργάνων της ΕΕ αντιλήφθηκαν και διαπίστωσαν ότι το Προσφυγικό – Μεταναστευτικό δεν είναι παροδικό φαινόμενο, αλλά θα συνεχιστεί, προσπάθησαν να θεσμοθετήσουν κοινή αντιμετώπιση από όλα τα κράτη-μέλη λαμβάνοντας μέτρα, τα οποία στη συνέχεια αποδείχτηκαν αναποτελεσματικά και ατελέσφορα. Ειδικότερα οι Συμφωνίες Δουβλίνο Ι και ΙΙ, που χρεώνουν το βάρος παραμονής στις χώρες εισόδου έως ότου εξετασθούν τα αιτήματα χορήγησης ασύλου και περαιτέρω, αν η επιστροφή στις πατρίδες τους είναι ανέφικτη και όταν χώρες-μέλη δεν δείχνουν προθυμία να δεχτούν ορισμένο αριθμό. Χαρακτηριστική είναι η μόνιμη άρνηση των χωρών της Ομάδας VISEGRAD, και ιδιαίτερα της Ουγγαρίας και της Πολωνίας, να επιμερισθούν το βάρος και τις ευθύνες που αναλογεί σε κάθε χώρα-μέλος της Ένωσης. Ως αποτέλεσμα, οικονομικοί μετανάστες και πολιτικοί πρόσφυγες εγκλωβίζονται στις χώρες εισόδου (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Μάλτα) με τις γνωστές συνέπειες και για τις τοπικές κοινωνίες.

Ένα ερώτημα που είχα θέσει και παλαιότερα και αφορούσε το αν η χώρα μας και οι άλλες που αναφέρονται παραπάνω συμμετείχαν στις ομάδες εργασίας για τη σύνταξη των δύο κειμένων και αν αντιλήφθηκαν τα αρνητικά στοιχεία των προβλέψεων και των βαρών που επιμερίζονταν στις χώρες εισόδου έμεινε αναπάντητο. Στη συνέχεια προβλέφθηκε και η σύσταση της Frontex, που εδρεύει στην Πολωνία, με ειδικευμένο προσωπικό για να συνδράμει τις χώρες εισόδου στη φύλαξη και στον εντοπισμό στις θαλάσσιες κυρίως περιοχές παράνομων μετακινήσεων οικονομικών μεταναστών και διακινητών ή και ναυαγών. Αρωγοί στην αντιμετώπιση και στην παραμονή τους στα ειδικά κέντρα υποδοχής και οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ), που αρκετά συχνά ήρθαν σε ρήξη με τις τοπικές αρχές, ιδίως όταν κατάγγελλαν παραβιάσεις στη μεταχείριση και στις συνθήκες διαβίωσης των μεταναστών.

Δέκτης σφοδρών επικρίσεων έχει γίνει και η Τουρκία, καθώς έχει κατηγορηθεί για το ότι οι επίσημες κρατικές αρχές ανέχονται ή και υποθάλπουν την παράνομη διακίνηση μεταναστών και προσφύγων, παρά τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει βάσει των συμφωνιών με την ΕΕ, έναντι γενναίων οικονομικών παροχών και ενισχύσεων. Το τραγικό γεγονός με το ναυάγιο στα ανοιχτά της Πύλου και τον πνιγμό δεκάδων οικονομικών μεταναστών και προσφύγων –ανάλογο επεισόδιο είχε συμβεί προ δεκαετίας περίπου στην Λαμπεδούσα της Ιταλίας, νοτίως της Σικελίας, που συντάραξε τη διεθνή κοινωνία– κατέστησε επείγουσα την ανάγκη για αναθεώρηση θεσμών και συνεργασιών για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

Παρά ταύτα, στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επιβεβαιώθηκε η α­ντιδραστική στάση Πολωνίας και Ουγγαρίας, οι οποίες αρνήθηκαν να συναινέσουν σε αναφορά στο Κείμενο Συμπερασμάτων του Συμβουλίου που αφορούσε μέτρα για το Μεταναστευτικό. Οι κυβερνήσεις των δύο αυτών χωρών, που διακρίνονται για τις ακραίες θέσεις και συμπεριφορές, θα είναι δύσκολο να τηρήσουν την ίδια στάση όταν θα περατωθούν οι εργασίες που διεξάγονται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με αντικείμενο τη Δικαιοσύνη και τις Εσωτερικές Υποθέσεις, που θα συμπεριλαμβάνουν και θέματα που αφορούν το Μεταναστευτικό. Οι σχετικές αποφάσεις θα ληφθούν με βάση την πλειοψηφία και όχι με συναίνεση.

Το Μεταναστευτικό – Προσφυγικό, ασφαλώς, δεν είναι φαινόμενο μόνο του σύγχρονου κόσμου. Στην αντιμετώπισή του συγκρούονται οι αρχές του ανθρωπισμού, του δικαίου και του πολιτισμού, με τις κυνικές θέσεις του εθνικισμού και της περιχαράκωσης γύρω από τα στενά εθνικά συμφέροντα, που αγνοούν και περιφρονούν τον άνθρωπο και την αλληλεγγύη που πρέπει να επιδεικνύεται στους έχοντες ανάγκη συμπαράστασης και βοήθειας. Προτάσσουν μόνο το εθνικό συμφέρον, επικαλούμενοι εθνικούς κινδύνους, όπως την αλλοίωση της κοινωνικής συνοχής και των παραδόσεών τους.

Υπάρχει όμως και τρίτη προσέγγιση, η ρεαλιστική, που δεν παραβλέπει, ούτε αγνοεί την πραγματικότητα. Εκείνη που εξετάζει και πρέπει να εξετάζει τα αίτια που προκαλούν τη λαθρομετανάστευση και την προσφυγιά, επιμερίζοντας και τις ευθύνες σε όσους τις προκαλούν. Επιτακτική καθίσταται η ανάγκη για επανεξέταση και μεταρρύθμιση όλων των κειμένων, διεθνών και κοινοτικών, που αφορούν το Μεταναστευτικό – Προσφυγικό, η πρόβλεψη ποινών κατά των διακινητών και όσων τους χρηματοδοτούν, όπως και κυρώσεων κατά των χωρών που αποδεδειγμένα εργαλειοποιούν τους μετανάστες προς εξυπηρέτηση πολιτικών επιδιώξεων.

Κάποια μέρα, συγγραφείς, ποιητές, σκηνοθέτες και άλλοι διανοούμενοι θα σταθούν και θα περιγράψουν το δράμα του Μεταναστευτικού – Προσφυγικού σε όλες του τις διαστάσεις. Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς Ευριπίδης ή Σαίξπηρ…


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ