Τα μετά τις εκλογές
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Θα γίνουν γνωστά σήμερα το βράδυ τα αποτελέσματα και των δεύτερων εκλογών. Δεν αναμένεται να αλλάξει ουσιαστικά ο συσχετισμός μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου κόμματος, ο οποίος αποτυπώθηκε στις πρώτες εκλογές, με όλα τα μηνύματα που περιέχει. Αυτό που δεν είναι γνωστό ακόμα είναι το ποια από τα μικρά κόμματα θα κατορθώσουν να κόψουν το νήμα του 3% και να μπουν στη Βουλή.
Με βάση τα δεδομένα αυτά, το πρώτο κόμμα φαίνεται να εξασφαλίζει την ποθητή αυτοδυναμία που επιδίωκε και τη συνεπαγόμενη άνεση κινήσεων στο μετεκλογικό σκηνικό. Η κάθετη πτώση του δεύτερου κόμματος προκάλεσε έκπληξη. Εάν δει όμως κανείς βαθύτερα την πολιτική συμπεριφορά του, ως κόμματος της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως, αλλά και την επίδοσή του προηγουμένως ως κόμματος εξουσίας, δεν μπορεί λογικά να εκπλήττεται κανείς.
Ένα τελευταίο δείγμα αυτής της συμπεριφοράς είναι η πολιτική του στο θέμα της Μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη. Ασφαλώς δεν είναι μόνο οι υποψήφιοι του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν σχέσεις με το Τουρκικό προξενείο Κομοτηνής. Οι σχέσεις όμως αυτές συνδυάσθηκαν με μια ουσιαστική αλλαγή της θέσεως του κόμματος στο θέμα της ταυτότητας της μειονότητας, Μουσουλμανικής ή Τουρκικής, με πρόσχημα το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού.
Δεν είναι ατομικός αυτοπροσδιορισμός η κάθοδος στις εκλογές με συνθήματα και θέσεις περί Τουρκικής μειονότητας. Εάν λάβει επίσης κανείς υπ’ όψιν τη γνωστή ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ που διαμορφώνει την πολιτική του στο θέμα της Μουσουλμανικής μειονότητας, εκλεκτό μέλος της οποίας είναι και η Μαρία Ρεπούση, αλλά και άλλοι πολύ γνωστοί αναθεωρητές των Ελληνικών θέσεων στο θέμα αυτό, καθίσταται εξόφθαλμο ότι υπάρχει πολύ σοβαρό πρόβλημα με την πολιτική ΣΥΡΙΖΑ για τη Θράκη.
Ένα άλλο δείγμα ενός παράδοξου παραλογισμού που διαπνέει την πολιτική του κόμματος της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως είναι τα όσα επαναλαμβάνονται, ως ένα ιδιότυπο είδος κομματικής ψαλμωδίας, για την παράνομη μετανάστευση και την πρόσφατη τραγωδία κοντά στην Πύλο. Είναι γνωστό ότι οι δουλέμποροι αναζητούν συνεχώς νέους τρόπους για τη μεταφορά στην Ευρώπη παρανόμων μεταναστών και τη διατήρηση ανοικτών δρόμων για την εγκληματική δραστηριότητα που ασκούν.
Για τον σκοπό αυτό, δεν διστάζουν να προκαλούν πολλές φορές ακόμη και οι ίδιοι ναυάγια, στις πόρτες της Ευρώπης, για να ενοχοποιούν την Ευρώπη και να κρατούν ανοικτά τα σύνορα για την υποδοχή των παρανόμων μεταναστών που μεταφέρουν. Ο συνηθέστερος όμως τρόπος δράσεώς τους είναι αυτός που είδαμε στην τραγωδία της Πύλου. Να φορτώνουν ασφυκτικά σαπιοκάραβα και να «πείθουν» τα θύματα να μη ανησυχούν, γιατί, εάν υπάρξει πρόβλημα, θα τους σώσει το Λιμενικό ή η Ακτοφυλακή της πιο κοντινής Ευρωπαϊκής χώρας και γιατί, ούτως ή άλλως, «η διάσωση» είναι ο αναγκαίος τρόπος για την είσοδο στην Ευρώπη και την επίκληση μετά του ασύλου.
Η περίπτωση του αλιευτικού σαπιοκάραβου της Πύλου είναι δείγμα, σε υπερθετικό βαθμό, αυτής της πρακτικής. Το σκάφος, υπό τις συνθήκες αυτές, ήταν από μόνο του μια πλωτή βόμβα, που θα μπορούσε να εκραγεί κάθε στιγμή. Εάν το Λιμενικό επενέβαινε, χωρίς εκπομπή από το σκάφος σήματος κινδύνου και εκκλήσεως για βοήθεια, θα ανελάμβανε από μόνο του μια τεράστια ευθύνη, με βαρύτατες συνέπειες για τη χώρα.
Με το να κατηγορεί κανείς εύκολα το Λιμενικό και να επιτίθεται κατά της χώρας συμπαρατάσσεται στην ουσία με όλους αυτούς που υποστηρίζουν, με πρόσχημα τις τραγωδίες στη Μεσόγειο, τα ανοικτά σύνορα και την ελεύθερη μετανάστευση. Δεν άντεξε και το είπε, για μια ακόμη φορά, ο πρώην υπουργός για θέματα Μεταναστεύσεως και Ασύλου του ΣΥΡΙΖΑ Μουζάλας. «Θα ένιωθα», είπε «την ίδια χαρά, όταν πέσει το τείχος στον Έβρο, που ένιωσα όταν έπεσε το τείχος του Βερολίνου».
Ποια πολιτική και ιδεολογική σχέση έχει το τείχος του Βερολίνου, σύμβολο του Ψυχρού Πολέμου και του χωρισμού του κόσμου σε δύο ανταγωνιστικούς συνασπισμούς, με τον φράχτη στον Έβρο, με τον οποίο η Ελλάδα προσπαθεί να ελέγξει τα σύνορά της και να αμυνθεί ενάντια στην εργαλειοποίηση της παράνομης μεταναστεύσεως από την Άγκυρα;
Το θέμα της παράνομης μεταναστεύσεως, λόγω της γεωγραφικής θέσεως της χώρας και της γνωστής Τουρκικής κακοβουλίας, που το εργαλειοποιεί, είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της χώρας. Απειλεί ευθέως την εθνική συνοχή και την πολιτιστική της ταυτότητα και αποτελεί, ταυτοχρόνως, καίριο πρόβλημα εθνικής ασφάλειας.
Η Νέα Δημοκρατία βελτίωσε τους όρους της τεχνικής διαχειρίσεως του θέματος, αλλά απέχει πολύ από τη διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης πολιτικής και στρατηγικής σ’ αυτό το θέμα. Είναι αρκετά πρόσφατες ακόμη οι δηλώσεις του πρώην πρωθυπουργού για την υποτιθέμενη επίλυση του δημογραφικού προβλήματος της χώρας με τους παράνομους μετανάστες. Είναι δυνατόν όμως το κόμμα της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως να παραμένει ακόμη εγκλωβισμένο στα ιδεολογήματα τύπου Σόρος για ανοικτά σύνορα, ελεύθερη μετανάστευση, εθνική αποδόμηση και άκρατο δικαιωματισμό κάθε είδους;
Η ανασυγκρότηση της αντιπολιτεύσεως είναι τόσο σημαντική όσο και η συγκρότηση κυβερνήσεως. Η αναμενόμενη κυβέρνηση έχει πολλές υποθήκες για τα μεγάλα θέματα της χώρας και είναι κυριολεκτικά επικίνδυνο η αντιπολίτευση να μην είναι σε θέση, όχι απλώς αριθμητικά, αλλά πολιτικά, να ασκήσει μια θετική επιρροή και έναν ουσιαστικό αντίλογο, που θα μπορούσε να συμβάλει στη διαμόρφωση εθνικών πολιτικών και στρατηγικών στα μεγάλα, τουλάχιστον, θέματα.
Συγκεκριμένα, η χώρα θα κληθεί να αντιμετωπίσει, μετά τις εκλογές, το αιώνιο πρόβλημα με την Τουρκία, με τα γνωστά υποβαλλόμενα διλήμματα για διάλογο και ύφεση ή επιστροφή στην ένταση και στους κινδύνους συρράξεως. Το δίλημμα είναι πλαστό, γιατί η Τουρκία χρησιμοποιεί την ένταση και την κρίση για να προωθήσει αυτά που επιδιώκει. Την αποδοχή δηλαδή από την Ελλάδα συζητήσεως πάνω στις αυθαίρετες και παράνομες αξιώσεις που προβάλλει.
Οποιαδήποτε, επομένως, συζήτηση δεν πρέπει να υπερβεί τα όρια του πολιτικού πλαισίου και το οποίο είναι το διεθνές δίκαιο και οι ισχύουσες διεθνείς Συνθήκες. Γνωρίζουμε, βεβαίως, ότι η Άγκυρα επιτίθεται κατά του πλαισίου αυτού και επιδιώκει να το αναιρέσει, αμφισβητώντας διεθνείς Συνθήκες, όπως η Συνθήκη της Λωζάννης, και μη αποδεχόμενη το διεθνές θαλάσσιο δίκαιο. Αυτό δεν είναι όμως λόγος για να εγκαταλείψει και η Ελλάδα το στέρεο έδαφος του διεθνούς δικαίου που κατοχυρώνει τα δικαιώματα και τα συμφέροντά της.
Γνωρίζουμε επίσης ότι η Τουρκία διακηρύσσει ως στρατηγικό εθνικό στόχο την ιδέα μιας μεγάλης αυτοκρατορικής Τουρκίας, με ιδεολογικό υπόβαθρο το Ισλάμ και τον Τουρκισμό.
Οι διακηρύξεις αυτές, στον βαθμό που μεταφράζονται σε συγκεκριμένες πρακτικές πολιτικές, δεν είναι έπεα πτερόεντα και δεν πρέπει να υποτιμούνται, παρά τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Τουρκία.
Το πρώτο αντικείμενο ανταγωνισμού είναι η στρατιωτική ισορροπία και η εθνική ικανότητα αμυντικής βιομηχανίας και παραγωγής. Δεν είναι όμως το μόνο. Καθοριστικής σημασίας επίσης είναι η οικονομία, η τεχνολογία και η καινοτομία. Δεν πρέπει στους τομείς αυτούς, με κανέναν τρόπο, να υποσκελισθεί στρατηγικά η Ελλάδα από την Τουρκία.
Η Ελλάδα έχει βεβαίως και το άλλο μεγάλο πρόβλημα. Να αντιμετωπίσει το δημογραφικό της πρόβλημα και να διαφυλάξει την εθνική της συνοχή και ταυτότητα. Να επιτύχει, επιπλέον, μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο που δημιούργησαν τα μνημόνια, υψηλούς ρυθμούς αναπτύξεως, που θα στηρίξουν την πορεία της προς μια σύγκλιση με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο και μια σχετική χαλάρωση του καταθλιπτικού βάρους του δημοσίου χρέους. Όλ’ αυτά υπό την αβεβαιότητα της διεθνούς και της Ευρωπαϊκής συγκυρίας που δημιουργούν ο πόλεμος στην Ουκρανία και η διεθνής οικονομική κατάσταση. Αυτά δεν είναι μόνο ευθύνη της κυβερνήσεως. Αφορούν τους πάντες, γιατί συνδέονται με το εθνικό μέλλον της χώρας.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: radiolasithi.gr