Τόνια Αντωνίου στο “Π”: Οι εκλογές του Ιουνίου και το διακύβευμά τους
Της
ΤΟΝΙΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ
Υποψήφιας Βουλευτού ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ Β3 Νότιου Τομέα Αθηνών
Το αποτέλεσμα των εκλογών της 21ης Μαΐου, με το επίτευγμα της Νέας Δημοκρατίας, η οποία ξεπέρασε το 40%, και την ταυτόχρονη καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ στο 20%, εξέπληξε σίγουρα όλους όσοι, με βάση τις δημοσκοπήσεις, ανέμεναν μια διαφορετική έκβαση.
Ενδεχομένως το αποτέλεσμα να ήταν πολύ διαφορετικό, αν οι δημοσκοπήσεις είχαν αποτυπώσει την πραγματική διαφορά μεταξύ των δύο κομμάτων αλλά και την ανοδική δυναμική του ΠΑΣΟΚ. Και ο λόγος είναι ότι η Νέα Δημοκρατία έχτισε μεθοδικά ολόκληρη την επικοινωνιακή της εκστρατεία πάνω στον φόβο επιστροφής του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση και στο εκβιαστικό δίλημμα «Μητσοτάκης ή χάος».
Το υπόβαθρο άλλωστε υπήρχε, αφού το 2019 η ψήφος των πολιτών ήταν τιμωρητική απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ για ολόκληρη την τετραετία της διακυβέρνησής του. Σε αυτό ήρθε να προστεθεί η τραγική απουσία του ως αξιωματική αντιπολίτευση επί τέσσερα χρόνια και η αδυναμία του να προβάλει μια αξιόπιστη πρόταση διακυβέρνησης απέναντι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Έτσι, οι πολίτες έστειλαν τελικά στον ΣΥΡΙΖΑ τον συνολικό λογαριασμό μιας ολόκληρης οκταετίας.
Από την άλλη πλευρά, η Νέα Δημοκρατία στα τέσσερα χρόνια της διακυβέρνησής της κατάφερε να ελέγξει όλους τους αρμούς της εξουσίας και κυρίως το σύστημα των Μέσων Ενημέρωσης, εξαφανίζοντας κάθε κριτική και οποιαδήποτε είδηση ήταν ενοχλητική γι’ αυτήν. Παράλληλα, δημιούργησε ένα ψηφιακό παρακράτος που όχι μόνο παρακολουθούσε τους πολιτικούς της αντιπάλους αλλά και διαστρέβλωνε ή επέβαλε σιγή στη φωνή της αντιπολίτευσης, ακόμα και στα social media. Την ίδια περίοδο, η αναξιοκρατία, η αδιαφάνεια και η διαφθορά έγιναν εργαλεία πολιτικής κυριαρχίας, σε συνδυασμό με την αξιοποίηση των τεράστιων πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, μέσω των απευθείας αναθέσεων, που άγγιξαν τα 10 δισ. Το αποκορύφωμα ήταν η προεκλογική παροχολογία της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που δεν είχε προηγούμενο στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, με τα χρήματα, ωστόσο, να προέρχονται από την άδικη υπερφορολόγηση των πολιτών μέσω των έμμεσων φόρων και όχι από την –ανύπαρκτη– παραγωγική ανάπτυξη.
Ύστερα από όλα αυτά, αλλά κυρίως λόγω της αποτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ να αναδειχθεί σε σοβαρή και αξιόπιστη εναλλακτική επιλογή για τους πολίτες, ούτε και η κατάρρευση του επιτελικού κράτους στα Τέμπη δεν στάθηκε ικανή να ανατρέψει την κυριαρχία του συστήματος Μητσοτάκη.
Όμως, μετά τις εκλογές του Μαΐου το πολιτικό τοπίο δεν είναι πια ίδιο. Τον φόβο που πρόβαλε η Νέα Δημοκρατία για την ενδεχόμενη επαναφορά του ΣΥΡΙΖΑ διαδέχεται πλέον ένας άλλος φόβος, που αφορά την ίδια. Γιατί πολλοί πλέον ανησυχούν –όχι μόνο το 60% της ελληνικής κοινωνίας που δεν την ψήφισε τον Μάιο αλλά και πολλοί από όσους την ψήφισαν–, βλέποντας να περνά η χώρα σε ένα πολιτικό σύστημα με ένα μόνο παντοδύναμο κόμμα, ακόμη πιο αλαζονικό, ακόμη πιο ανεξέλεγκτο.
Απέναντι στα νέα αυτά δεδομένα, η σημαντική ανοδική δυναμική που ανέπτυξε το ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του Μαΐου αποτελεί μια νέα αφετηρία προκειμένου στις εκλογές του Ιουνίου να αναδειχθεί ένας νέος, ισχυρός και αξιόπιστος πολιτικός πόλος αντιπαράθεσης με τις συντηρητικές πολιτικές. Να γίνει το ΠΑΣΟΚ ξανά η πραγματική προοδευτική παράταξη που χρειάζεται η χώρα, με ένα πρόγραμμα που βασίζεται στο τρίπτυχο Ανθεκτική Ανάπτυξη – Δίκαιο Φορολογικό Σύστημα – Ισχυρό Κοινωνικό Κράτος. Ώστε να μπορέσουν η ελληνική οικονομία και η ελληνική κοινωνία να θωρακιστούν απέναντι στις μελλοντικές, διεθνείς οικονομικές, κλιματικές και υγειονομικές κρίσεις, ώστε να προστατευθούν και να νιώσουν ασφαλείς η μεσαία τάξη και οι πιο αδύναμοι συμπολίτες μας.
Είναι πλέον στο χέρι των πολιτών, με τη συμμετοχή τους, να αναδείξουν το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής στη δική τους ισχυρή φωνή εκπροσώπησης, απέναντι στα ισχυρά συμφέροντα και στους ολιγάρχες που εκπροσωπεί η Νέα Δημοκρατία. Αυτό είναι σήμερα και το πιο σημαντικό διακύβευμα των εκλογών του Ιουνίου για τη δημοκρατία μας. Αυτό ακριβώς γνωρίζει και αυτό ακριβώς θέλει να αποφύγει η Νέα Δημοκρατία στοχοποιώντας πλέον το ΠΑΣΟΚ.