Τι έγινε στις εκλογές; Η ήττα της Αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ και το μέλλον της πραγματικής Αριστεράς (Μέρος 1ο) – Του Ν. Στραβελάκη

Τι έγινε στις εκλογές; Η ήττα της Αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ και το μέλλον της πραγματικής Αριστεράς (Μέρος 1ο) – Του Ν. Στραβελάκη


Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών


Τις εκλογές της 21ης Μαΐου 2023 δεν τις κέρδισε η ΝΔ, τις έχασε κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν αμφισβητώ ότι η μικρή άνοδος της ΝΔ τόσο σε ποσοστά όσο και σε ψήφους, όντας κυβέρνηση, συνιστά μεγάλη εκλογική επιτυχία. Όμως αυτό που καθόρισε την εκλογική αναμέτρηση ήταν η απώλεια πάνω από 10% των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ. Απώλεια που μεταφράζεται σε μείωση κατά 600.000 ψήφους περίπου σε σχέση με τις εκλογές του 2019. Είναι μια πολιτική ανακατάταξη τεραστίων διαστάσεων και πολιτικής σημασίας, όχι μόνο για την Αριστερά αλλά και για την κοινωνία στο σύνολό της.

Το αποτέλεσμα μπορεί να ερμηνευθεί, κατά τη γνώμη μου, από ακαδημαϊκές μελέτες για την ταυτότητα των ψηφοφόρων της Αριστεράς αλλά και την εκλογική συμπεριφορά της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Αναφέρομαι στη συζήτηση για τις «πολιτικές διαχωριστικές γραμμές», που παρουσιάζεται σε πρόσφατο βιβλίο του γάλλου οικονομολόγου Τομά Πικετί και των συνεργατών του Κλάρα Μαρτίνεζ και Αμορί Γεκτίν. Η έρευνα έχει γίνει ήδη σε 50 χώρες και σύντομα θα επεκταθεί και στην Ελλάδα.

Το βασικό της εύρημα είναι ότι σε όλες τις χώρες μετά το 1980 η πλειοψηφία των ανώτερων μορφωτικών στρωμάτων ψηφίζει αριστερά κόμματα (ως Αριστερά ορίζουν όλα τα κόμματα από τη σοσιαλδημοκρατία μέχρι τη κομμουνιστική Αριστερά). Είναι ένα ενδιαφέρον στοιχείο που μας λέει ότι η Αριστερά δεν ψηφίζεται πλέον μόνο από χαμηλής μόρφωσης – χαμηλού εισοδήματος εργατικά στρώματα, όπως συνέβαινε την τριακονταετία 1950 – 1980.

Οι Πικετί, Μαρτίνεζ και Γκετίν θεωρούν ότι αυτή η εξέλιξη έχει μετατοπίσει την ατζέντα των αριστερών κομμάτων από τα ζητήματα της ανισότητας, της διανομής του εισοδήματος και των εργασιακών σχέσεων στα θέματα των δικαιωμάτων και των θεσμών. Στην Ελλάδα, βέβαια, η ένταση της οικονομικής κρίσης ανέτρεψε αυτήν την τάση μετά το 2008 και ανέδειξε τον ΣΥΡΙΖΑ ως βασικό αντίπαλο της Δεξιάς.

Όμως και ο ΣΥΡΙΖΑ σύντομα έκανε στροφή στην ατζέντα του, όταν υπέγραψε το τρίτο Μνημόνιο τον Ιούνιο του 2015. Περιέργως, δε, η προς τα δεξιά μετατόπισή του έγινε περισσότερο έντονη όταν βρέθηκε στην αντιπολίτευση, το 2019. Συγκεκριμένα, μέχρι και λίγο πριν από τις εκλογές της περασμένης Κυριακής, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης εξαφάνισε την οικονομία από την ατζέντα του και ψήφισε κοντά στο 70% των νομοσχεδίων της Νέας Δημοκρατίας. Όταν, λίγο πριν από τις εκλογές, επανάφερε κάποια οικονομικά ζητήματα (κυρίως ένα σχέδιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας), το έκανε με σπασμωδικό τρόπο, χωρίς να πείθει κανέναν.

Παράλληλα, υπάρχουν και άλλα αξιομνημόνευτα στοιχεία στην πορεία του ΣΥΡΙΖΑ την τελευταία δεκαετία. Είναι εντυπωσιακό ότι από το 2012, όταν και για πρώτη φορά αναδείχθηκε σε σημαντική πολιτική δύναμη, μέχρι σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κατορθώσει να συγκροτήσει συνδικαλιστική παράταξη που να λαμβάνει ποσοστά ανάλογα της κοινοβουλευτικής του δύναμης. Το ίδιο ισχύει και για την επιρροή της νεολαίας του στους φοιτητικούς συλλόγους, που δεν ξεπερνά το 2,5%. Προφανώς, η απουσία παρέμβασης στους μαζικούς χώρους είναι επιλογή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, που θέλει να έχει τα χέρια της ελεύθερα να ακολουθεί όποια επιλογή εκείνη κρίνει.

Η βασική πεποίθηση που στήριξε αυτήν την επιλογή είναι ότι τα φτωχά λαϊκά στρώματα, δηλαδή οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι της Αριστεράς, είναι δεδομένα. Δηλαδή, πίστευαν ότι θα τους ψηφίσουν ούτως ή άλλως, λόγω απουσίας εναλλακτικής κυβερνητικής επιλογής. Έτσι έστρεψαν το ενδιαφέρον τους στη διείσδυση στο κεντρώο ακροατήριο του ΠΑΣΟΚ. Θεώρησαν ότι ήταν η κρίσιμη μάζα που θα τους έδινε την εκλογική νίκη ή έστω μια διαχειρίσιμη ήττα.

Αυτό ήταν, κατά τη γνώμη μου, το μεγάλο τους λάθος. Όπως έχει δείξει μια δεύτερη κατηγορία ακαδημαϊκών μελετών (Jones, Siriani και Fu), το λεγόμενο «θεώρημα του διάμεσου ψηφοφόρου» δεν ισχύει στις σύγχρονες κοινωνίες της εισοδηματικής πόλωσης. Δεν υπάρχει πλέον ο ιδανικός υποψήφιος που, σε ένα δικομματικό σύστημα, θα βρεθεί κοντά στις προτιμήσεις του μεσαίου χώρου και θα προσφέρει στο κόμμα του το κάτι παραπάνω για την εκλογική νίκη. Ο λόγος είναι απλός. Οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι, ιδιαίτερα αν πρόκειται για φτωχά εργατικά και αγροτικά στρώματα, εύκολα στρέφονται σε άλλα, μικρότερα κόμματα ή και στην αποχή. Αυτό εξηγεί την κατάρρευση των εκλογικών ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ.

Συγκεκριμένα, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχασε 200.000 ψήφους προς το ΠΑΣΟΚ, 300.000 (αθροιστικά) προς το ΚΚΕ, την Πλεύση Ελευθερίας και άλλα κόμματα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, ενώ οι υπόλοιποι ψήφοι που απώλεσε (κάπου 100.000) μάλλον επέλεξαν την αποχή. Το πιο ανησυχητικό όμως, όχι για τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για την πραγματική Αριστερά (εννοώ το ΚΚΕ και δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς), που επιδιώκει να προσεταιριστεί αυτόν τον κόσμο, είναι ότι αυτοί οι 100.000 ψηφοφόροι ήρθαν να προστεθούν στους 400.000 ψηφοφόρους του Ιανουαρίου του 2015 που δεν ξαναψήφισαν στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.

Η απελευθέρωση ενός σημαντικού αριστερού δυναμικού από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πρόκληση και ευθύνη για την πραγματική Αριστερά. Πρέπει να κινητοποιήσει και να εκφράσει αυτόν τον κόσμο, αρχής γενομένης από τις επικείμενες δεύτερες εκλογές. Θα επιχειρήσω να συμβάλω στο πώς θα το κάνει την επόμενη Κυριακή, στο δεύτερο μέρος αυτού του άρθρου.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ