Ιστορικές οι καταβολές της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία

Ιστορικές οι καταβολές της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία

–Ο σεβασμός των δικαιωμάτων της κριτήριο για την ευρωπαϊκή προοπτική των Τιράνων


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Η σύλληψη και η προφυλάκιση του υποψηφίου δημάρχου της ιστορικής πόλης της Χειμάρρας Φρέντι Μπελέρη, ο οποίος ανήκει στην εκεί ελληνική μειονότητα, μόλις δύο μέρες πριν από τη διεξαγωγή των δημοτικών εκλογών (14/5/2023), δικαίως προκάλεσαν θύ­ελλα αντιδράσεων, όπως και ερωτηματικά για το αν αυτή η ενέργεια των Αλβανικών Αρχών συνάδει με τις αρχές και τις αξίες του κράτους δικαίου, ειδικά όταν τελείται από τις υπηρεσίες μιας χώρας που φιλοδοξεί και επιδιώκει να καταστεί πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).

Ως γνωστόν, ο Φρέντι Μπελέρης ε­ξελέγη πανηγυρικά δήμαρχος Χειμάρρας, αλλά εξακολουθεί να παραμένει έγκλειστος στη φυλακή, έως ότου οι Δικαστικές Αρχές αποφανθούν για το αν είναι ένοχος ή όχι για τις κατηγορίες που του προσάπτονται και αφορούν χρηματική εξαγορά ψηφοφόρων! Η αρμόδια Εισαγγελική Αρχή δεν έχει ακόμα περατώσει το ανακριτικό της έργο, για να προβεί σε σχετικές προτάσεις για παραπομπή του σε δίκη ή αποφυλάκιση. Μέχρι τότε ο εκλεγείς από τους ψηφοφόρους δήμαρχος θα εξακολουθεί να παραμένει φυλακισμένος και να ασκεί τα καθήκοντά του από τη φυλακή. Δεν γνωρίζω αν υπάρχει ανάλογη περίπτωση σε ευρωπαϊκή χώρα ή και σε άλλη ήπειρο.

Όπως αναμενόταν, η ελληνική κυβέρνηση, στα πλαίσια των προβλέψεων των διεθνών κανόνων για την προστασία των δικαιωμάτων των εθνικών μειονοτήτων και λόγω του ότι ο εκλεγείς δήμαρχος κατέχει και την ελληνική υπηκοότητα, προέβη διά της ελληνικής Πρεσβείας στα Τίρανα σε σχετικό διάβημα προς το υπουργείο Εξωτερικών, τονίζοντας τις σχετικές υποχρεώσεις που αναφέρονται σε πολιτικά και ατομικά δικαιώματα και συναφείς διαδικασίες. Σε ανάλογη ενημέρωση και καταγγελία προέβησαν οι ελληνικές διπλωματικές αρχές προς τους κοινοτικούς εταίρους στις Βρυξέλλες και στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Οι Αλβανικές Αρχές, από όσα έγιναν γνωστά, περιορίστηκαν να επικαλεστούν την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και εξέφρασαν επίσης την ευχή το γεγονός να μην επηρεάσει τις διμερείς σχέσεις. Όμως, πόσο πιστευτή μπορεί να γίνει αυτή η τοποθέτηση, όταν παραλείπεται η ουσία και πόσο ανταποκρίνεται προς την πραγματικότητα;

Βάσιμη είναι –και παραμένει– η υποψία και η εκτίμηση ότι η πιθανή εκλογή δημάρχου στη Χειμάρρα προερχόμενου από την ελληνική μειονότητα προκαλούσε πολλαπλές ανησυχίες. Προεξοφλούσαν ότι θα αντιστεκόταν σε σχεδιασμούς και προθέσεις κυβερνητικών και μη φορέων για αναγκαστικούς πλειστηριασμούς κατοικιών και περιουσιών που ανήκουν σε μειονοτικούς ιδιοκτήτες, με πρόσχημα το δημόσιο όφελος για τουριστική αξιοποίηση των εν λόγω περιοχών. Συγχρόνως, το μέτρο θα απομείωνε τη βαρύτητα και τη σημασία της παρουσίας της ελληνικής μειονότητας στην πόλη της Χειμάρρας σε περιοχές με πλεονεκτική θέση και οικονομική αξία.

Οι Αλβανικές Αρχές ανέκαθεν επιδείκνυαν φοβία και προκατάληψη έναντι του ελληνικού μειονοτικού στοιχείου της Νότιας Αλβανίας ή Βορείου Ηπείρου, όπως, επίσης, αποκαλείται, το οποίο συνέδεαν με ελληνικές διεκδικήσεις με το γνωστό βορειοηπειρωτικό ζήτημα. Η παρουσία του Ελληνισμού στη Νότια Αλβανία –όποιου έχει απομείνει ακόμα– δεν ήταν συμπτωματική. Έχει αρχέγονες ιστορικές καταβολές. Το μαρτυρούν τα γραπτά κείμενα μεγάλων ιστορικών της αρχαιότητας, οι ονομασίες πολλών πόλεων και περιοχών ακόμα και σήμερα, ενώ το επιβεβαιώνουν και οι αρχαιολογικές σκαπάνες. Όμως αυτά τα στοιχεία και οι μαρτυρίες ανήκουν πλέον στην Ιστορία.

Στη σημερινή εποχή, τα σύνορα μεταξύ κρατών και λαών έχουν παγιωθεί και είναι αμετάβλητα. Τα δικαιώματα –συλλογικά ή ατομικά– των ιστορικών μειονοτήτων που έμειναν εκτός των εθνικών συνόρων προστατεύονται από διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες και συμβάσεις. Προς χάριν της Ιστορίας υπενθυμίζεται ότι όταν άρχισαν οι Βαλκανικοί Αγώνες για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού και την απόκτηση εθνικής ανεξαρτησίας (οι Έλληνες είχαν αρχίσει τον αγώνα ένα αιώνα νωρίτερα), η Ελλάδα διεκδίκησε την υπαγωγή της περιοχής της Βορείου Ηπείρου στην ελληνική επικράτεια και η Αλβανία –με τη διπλωματική συνδρομή της Ιταλίας– την υπαγωγή ελληνικών περιοχών μέχρι και τον Νομό Πρεβέζης. Δεν ικανοποιήθηκαν οι διεκδικήσεις ούτε της μιας ούτε της άλλης χώρας. Όμως, για την προστασία των δικαιωμάτων των ελληνικών πληθυσμών της Νοτίου Αλβανίας υπεγράφησαν τα Πρωτόκολλα της Φλωρεντίας (17 Οκτωβρίου 1913) και της Κερκύρας (17 Μαΐου 1914). Αμφότερα τα διεθνή κείμενα αναγνώριζαν μειονοτικά δικαιώματα στους ελληνικούς πληθυσμούς σε σχέση με τη χρήση της γλώσσας στον δημόσιο βίο, την παιδεία και τη θρησκεία.

Ο Β’ Πα­γκόσμιος Πόλεμος και η ταύτιση της Αλβανίας με την Ιταλία του Μουσολίνι συνετέλεσαν στο να διατηρηθεί –τυπικά– και μετά το τέλος του πολέμου η εμπόλεμος κατάσταση μεταξύ Ελλάδος και Αλβανίας, η οποία ήρθη με τη Συμφωνία Φιλίας, Συνεργασίας και Ασφάλειας που υπεγράφη στα Τίρανα (Μάρτιος 1996) από τον τότε υπουργό Εξωτερικών Κάρολο Παπούλια. Τότε εκφράστηκε και η ελπίδα ότι οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών εισέρχονταν σε μια νέα φάση, εκείνη της φιλίας, της συνεργασίας και της καλής γειτονίας. Όμως η καχυποψία των Τιράνων έναντι της Ελλάδος δεν εξαλείφθηκε. Επιβεβαιώθηκε και με την κωλυσιεργία των Τιράνων για την υπογραφή συμφωνίας για οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, υποκύπτοντας, προφανώς, και σε κελεύσματα της Άγκυρας.

Τα δικαιώματα της ελληνικής μειονότητας δεν προστατεύονται πλέον από τα Πρωτόκολλα Φλωρεντίας και Κερκύρας, αλλά από γενικότερα διεθνή κείμενα, όπως ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) και αντίστοιχες προβλέψεις κειμένων της ΕΕ. Ελπίζουμε πως η πολιτική ηγεσία της γειτονικής χώρας γνωρίζει ότι η προώθηση της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας τους εξαρτάται και από τον σεβασμό των κειμένων που αφορούν τα δικαιώματα των εθνικών μειονοτήτων. Επεισόδια όπως η προφυλάκιση του εκλεγμένου πλέον δημάρχου της Χειμάρρας δεν βοηθούν στην προώθηση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ.

Ανάλογη κατάσταση είχε αντιμετωπίσει η Σλοβενία από αντιδράσεις της Ιταλίας, που ήρθησαν μετά από ικανοποίηση των αιτημάτων της που σχετίζονταν με τις απέναντι δαλματικές ακτές. Από το τέλος της εποχής του Εμβέρ Χότζα, με την πλήρη απομόνωση της Αλβανίας που χαρακτήριζε το καθεστώς του, έχουν επέλθει σημαντικές αλλαγές στο διεθνές καθεστώς της, καθώς ήδη είναι μέλος του ΝΑΤΟ.

Δεκάδες χιλιάδες αλβανοί πολίτες έχουν καταφύγει στην Ελλάδα τα τελευταία πολλά χρόνια, πολλοί εκ των οποίων έχουν ήδη αποκτήσει την ελληνική υπηκοότητα. Η αλβανική κυβέρνηση και οι εκάστοτε πολιτικοί της ηγέτες οφείλουν να αντιληφθούν τις αλλαγές που έχουν επέλθει στην Ιστορία και στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών και λαών και να αποβάλουν τις καχυποψίες του παρελθόντος. Το μέλλον είναι κοινό.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ