Αντιμέτωποι πλέον με τη νέα Τουρκία του πανίσχυρου Ερντογάν
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Ο ένας εκλογικός κύκλος, στην Τουρκία, κλείνει σήμερα με την αναμενόμενη, μεγάλη νίκη του Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος θα συνεχίσει να κυβερνά τη χώρα του όντας πανίσχυρος, ενώ στις 25 Ιουνίου, όπως όλα δείχνουν, θα κλείσει ο εκλογικός κύκλος και στην Αθήνα, με νέα θητεία του κ. Μητσοτάκη.
Το ερωτηματικό όλων είναι αν μια τόσο μεγάλη νίκη και πολιτική κυριαρχία θα συνετίσει τον κ. Ερντογάν, ώστε να επανεξετάσει τον διεθνή προσανατολισμό αλλά και τον εκδημοκρατισμό της χώρας του, ή απλώς θα πυροδοτηθεί αυτή η ταυτοτική επιλογή που φαίνεται να κάνει, μετατρέποντας την Τουρκία σε μια ισλαμική, εθνικιστική δύναμη που θα έχει το βλέμμα στην Ανατολή και θα πατάει και το ένα πόδι στη Δύση.
Η μέχρι τώρα πορεία του Ερντογάν συνηγορεί υπέρ της δεύτερης εκδοχής.
Ο Ταγίπ Ερντογάν ξεπερνά τον δυσκολότερο ίσως κάβο της εικοσαετούς παρουσίας του στο τιμόνι της Τουρκίας και πλέον, ως απόλυτος κυρίαρχος στο εσωτερικό, θα εμπεδώσει το καθεστώς του, εξαφανίζοντας την αντιπολίτευση. Ο αυταρχισμός είναι σύμφυτος με το καθεστώς το οποίο έχει επιβάλει στην Τουρκία και είναι μαζί με τον εθνικισμό το πολιτικό οξυγόνο του τούρκου ηγέτη.
Το μεγάλο του πρόβλημα θα παραμένει η οικονομία, καθώς, όσο κι αν έχει αναζητήσει εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης στις χώρες του Κόλπου και στη Ρωσία, γνωρίζει ότι δεν θα μπορεί για μεγάλο διάστημα να πηγαίνει κόντρα στη λογική της οικονομικής θεωρίας με τα χαμηλά επιτόκια και τον εξωφρενικό πληθωρισμό και να στερείται μάλιστα την οικονομική στήριξη από τη Δύση.
Μετά τις σημερινές εκλογές, ο ίδιος ο Ερντογάν και η Τουρκία αναδεικνύονται όμως σε ένα σοβαρότατο πρόβλημα και για την ίδια τη Δύση. Οι ηγέτες της ΕΕ αλλά και ο ίδιος ο Πρόεδρος Μπάιντεν είχαν στηρίξει τις ελπίδες τους σε μια αλλαγή σκυτάλης στην Τουρκία, αλλά τώρα θα πρέπει να προσαρμοστούν και να προετοιμασθούν για μια δύσκολη συμβίωση με τον τούρκο ηγέτη, ο οποίος σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου καταφέρθηκε με σφοδρότητα εναντίον της Δύσης.
Οι προκλήσεις είναι ακόμη μεγαλύτερες για την Ελλάδα.
Η νίκη του Ερντογάν στηρίχθηκε στο εθνικιστικό αφήγημα και βρήκε πρόσφορο έδαφος, καθώς τα ακραία εθνικιστικά κόμματα συγκέντρωσαν το 25% των ψήφων, ενώ στις εθνικιστικές δυνάμεις θα πρέπει να συνυπολογισθεί και μεγάλο μέρος των οπαδών της αντιπολίτευσης και του κόμματος CHP. Αποφεύγοντας ευθείες απειλές εναντίον της Ελλάδας, το στρατόπεδο Ερντογάν φρόντισε να στείλει σαφή μηνύματα προειδοποίησης στην Αθήνα.
Στη διαρκή αντιδυτική ρητορική η Ελλάδα εμφανιζόταν διαρκώς ως ένας από τους «μοχλούς», τα «υποχείρια» που χρησιμοποιούν διαχρονικά οι «ιμπεριαλιστές» για να πλήξουν την Τουρκία. Και αυτά λέγονταν παραπέμποντας στη Μικρασιατική Καταστροφή. Η μετατροπή της Αγια-Σοφιάς σε τζαμί ήταν ένα από τα βασικά αφηγήματα του Ταγίπ Ερντογάν, με το οποίο όχι απλώς χάιδευε τα αυτιά των ισλαμιστών, αλλά στρεφόταν και εναντίον της Δύσης και της Χριστιανοσύνης, και φυσικά της Ελλάδας.
Όμως και ο κ. Τσαβούσογλου επανειλημμένα φρόντισε να θέσει τη γνωστή ατζέντα, η οποία βεβαίως επικαιροποιείται, ώστε να μην υπάρχει καμιά αμφιβολία για το ποιες είναι οι προϋποθέσεις που θέτει η Τουρκία προκειμένου να υπάρξει διάλογος μεταξύ των δύο χωρών. Και αυτή είναι η απάντηση στη χείρα φιλίας και διαλόγου που έτειναν προεκλογικά οι κ. Μητσοτάκης και Δένδιας.
Η Άγκυρα επιμένει ότι θα πρέπει να συζητηθούν υπό μορφή πακέτου όλες οι διεκδικήσεις της έναντι της Ελλάδας: Οι θαλάσσιες ζώνες (στις οποίες θεωρεί ως προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα παραιτηθεί του δικαιώματός της για επέκταση χωρικών υδάτων έως τα 12 ν.μ.), χωρίς να δέχεται βεβαίως το δικαίωμα των νησιών σε υφαλοκρηπίδα, ο εναέριος χώρος, οι δικαιοδοσίες για Έρευνα και Διάσωση. Και βεβαίως ο ελέφαντας στο δωμάτιο είναι οι γκρίζες ζώνες, τις οποίες έχει διευρύνει πλέον με πρόσχημα την υποτιθέμενη υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης των νησιών. Ο κ. Τσαβούσογλου, με μειλίχιο τρόπο μάλιστα, εκτόξευσε και συγκεκαλυμμένες απειλές, καθώς είπε ότι, αν δεν μπει στο τραπέζι αυτή η ατζέντα και δεν επιλυθούν όλα αυτά τα «προβλήματα», η ένταση θα επιστρέψει.
Είδαμε όλοι τις τελευταίες ημέρες το πώς διατηρεί η Τουρκία θέμα «τουρκικής μειονότητας» με τις επιλογές που έκανε το τουρκικό προξενείο, στηρίζοντας βουλευτές οι οποίοι προωθούν την «τουρκική» ατζέντα στη Θράκη και αποκτούν έτσι επιρροή και στο Ελληνικό Κοινοβούλιο…
Το γεγονός το οποίο δεν πρέπει να υποβαθμίζεται είναι η αλματώδης πρόοδος της πολεμικής βιομηχανίας της Τουρκίας, η οποία της προσφέρει μια σημαντική αυτονομία κινήσεων και σταδιακή απεξάρτηση από τις ευρωπαϊκές και αμερικανικές αγορές αμυντικού υλικού. Ακόμη και αν η Τουρκία είναι μερικά χρόνια μακριά από την κατασκευή δικού της μαχητικού 4ης ή 5ης γενιάς, έχει δυνατότητα ναυπήγησης δικών της σκαφών, δοκιμάζει δικά της πυραυλικά συστήματα, ενώ την περασμένη εβδομάδα έγινε γνωστό ότι προετοιμάζει με εντατικούς ρυθμούς δικό της σύστημα αναβάθμισης των F-16.
Μέχρι τώρα, η εξάρτησή της από Αμερικανούς και Ευρωπαίους, σε ό,τι αφορά το αμυντικό υλικό και τους εξοπλισμούς, προσέφερε ένα όπλο άσκησης πίεσης προς το καθεστώς Ερντογάν, το οποίο όμως σταδιακά θα αρχίσει να αποδυναμώνεται και αυτό θα πρέπει να το λάβουν σοβαρά υπόψη και στην Αθήνα.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη (και αυτό ήταν στα θετικά) προχώρησε στη σύναψη μιας σειράς εξοπλιστικών προγραμμάτων που έδωσαν ανάσα στις Ένοπλες Δυνάμεις και ενίσχυσαν την αποτρεπτική ικανότητα της χώρας, αλλά ακόμη απαιτούνται πολλά στον τομέα της Άμυνας, όχι μόνο στους εξοπλισμούς αλλά και στην ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού των Ενόπλων Δυνάμεων.
Μόλις ολοκληρωθεί η εκλογική διαδικασία και στην Αθήνα, μπαίνουμε σε μια νέα φάση των ελληνοτουρκικών και με τη λήξη του μορατόριουμ ασκήσεων τον Σεπτέμβριο θα επιστρέψουμε στο κλίμα έντασης (αν αυτό δεν συμβεί και νωρίτερα).
Η Τουρκία δείχνει ότι θα επιμείνει, με απειλές και εκβιασμούς, να αποσπάσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης όσα δεν θα μπορούσε να κερδίσει ούτε με πόλεμο.
Και αυτό είναι το εθνικό βάρος που πρέπει να σηκώσει η νέα ελληνική κυβέρνηση, έχοντας, ελπίζουμε, στο πλευρό της και όλες τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: pontosnews.gr