Τα κυβερνητικά παραμύθια περί μείωσης του αριθμού των πολιτών που είναι στο όριο της φτώχειας – Του Ν. Στραβελάκη
– Έφτασαν να θεωρούν φτωχούς μόνον όσους έχουν εισόδημα χαμηλότερο από 5.700 ευρώ τον χρόνο
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Το κυβερνητικό αφήγημα για την οικονομία καταρρέει. Αυτό έχει ενοχλήσει την κυβέρνηση, η οποία έχει επιδοθεί σε μια απέλπιδα προσπάθεια να μας πείσει ότι δεν περνάμε δύσκολα και είναι απλά ιδέα μας.
Έτσι, λίγες μέρες μετά την έκθεση του ΟΟΣΑ, που μας πληροφόρησε ότι ο μέσος μισθός το 2022 μειώθηκε 7,4%, οι υπουργοί Εργασίας και Οικονομικών επικαλέστηκαν την έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ (8/5/2023) για τον κίνδυνο της φτώχειας. Προφανώς, θεώρησαν ότι ο περιορισμός του δείκτη κατά 2% περίπου θα διασκεδάσει τις εντυπώσεις. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το ποσοστό του πληθυσμού που αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας περιορίστηκε από 28% το 2020 σε 26% το 2021.
Αφού υποβάθμισαν το γεγονός ότι η έκθεση αφορά τα εισοδήματα του 2021 σε σχέση με το 2020 και όχι του 2022 σε σχέση με το 2021 που αφορά η έκθεση του ΟΟΣΑ, εξέδωσαν Δελτίο Τύπου την ημέρα δημοσιοποίησης της έκθεσης (8/5), με το οποίο, κοντολογίς, ευλογούσαν τα γένια τους. Μια προσεκτικότερη ματιά, όμως, θα δείξει και το αβάσιμο των κυβερνητικών ισχυρισμών και την εξοργιστική αδιαφορία της κυβέρνησης της ΝΔ για τις τραγικές συνθήκες διαβίωσης μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας.
Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Το ετήσιο ατομικό εισόδημα με το οποίο, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, θεωρείσαι ότι κινδυνεύεις να είσαι φτωχός είναι 5.712 ευρώ ετησίως (σελ. 9 του Δελτίου Τύπου της ΕΛΣΤΑΤ, 8/5/2023). Κύριοι υπουργοί της ΝΔ, που βγάζετε και Δελτία Τύπου, με 5.700 ευρώ ετήσιο εισόδημα δεν κινδυνεύεις να γίνεις φτωχός, είσαι φτωχός.
Βέβαια ο ευρωπαϊκός δείκτης κινδύνου φτώχειας είναι προβληματικός από τη φύση του. Και αυτό διότι υπολογίζεται στη βάση ενός αυθαίρετου ποσοστού, του 60% επί του διάμεσου ισοδύναμου (υπολογισμένου σε όρους ισοδυναμίας αγοραστικής δύναμης) εισοδήματος της κάθε χώρας (Δελτίο Τύπου ΕΛΣΤΑΤ, 8/5/2023, σελ. 15).
Το προφανές πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει ένα απόλυτο μέτρο φτώχειας, ένα ποσό που σε όρους ισοδυναμίας αγοραστικής δύναμης ορίζει αν κάποιος/α στερείται βασικά στοιχεία της σύγχρονης ποιότητας ζωής. Αυτό φυσικά έχει επιπτώσεις και στην ποιότητα των χρονολογικών σειρών που υπολογίζονται, αφού υπολογίζονται στη βάση ενός διαφορετικού διάμεσου εισοδήματος. Άλλο ήταν το εισόδημα εκείνου που βρισκόταν στο όριο της φτώχειας το 2010 και άλλο το 2021. Δεδομένου δε ότι το ΑΕΠ στην Ελλάδα είναι τουλάχιστον 20% χαμηλότερα από ό,τι το 2010, ο φτωχός του 2010 ήταν κατά πολύ πλουσιότερος του φτωχού του 2021.
Δεν θα σταθώ, λόγω περιορισμένου χώρου, στη μεθοδολογία υπολογισμού του τμήματος του πληθυσμού που βρίσκεται στο όριο της φτώχειας, παρόλο που βασίζεται σε δειγματοληψία (ΕΛΣΤΑΤ, 8/5/2023, σελ. 15). Θα επισημάνω μόνο ότι στα οικονομικά της ανισότητας χρησιμοποιούμε πλέον δεδομένα από τις φορολογικές αρχές για να ορίσουμε τις εισοδηματικές ομάδες δεν στέλνουμε ερωτηματολόγια. Με άλλα λόγια, δεν γίνεται σε αυτήν τη χώρα να υπολογίζουμε τα πάντα στη βάση δημοσκοπήσεων.
Το βασικό είναι ότι, αν πάμε σε αντικειμενικό προσδιορισμό των εισοδημάτων και του πλούτου, η εικόνα είναι πολύ διαφορετική από τους υπολογισμούς της ΕΛΣΤΑΤ και πολύ πιο κοντά στην πραγματικότητα. Συγκεκριμένα, στο «World Inequality Report» του 2022 (το εκδίδει το εργαστήριο των Thoma Piketty, Gabriel Zucman και Emmanuel Saez στο Παρίσι), που επίσης έχει χρονιά αναφοράς το 2021, υπολογίζει την φτώχεια με αντικειμενικούς όρους, στη σελίδα 40, αναφέρεται ότι τα νοικοκυριά που βρίσκονται στο κατώτερο 50% στην πυραμίδα του πλούτου στη Ελλάδα είναι -2%. Με άλλα λόγια, οι μισοί Έλληνες έχουν περισσότερα χρέη από την αξία των περιουσιακών τους στοιχείων.
Για αυτήν την κοινωνία, που οι μισοί είναι στο όριο της πτώχευσης και βρίσκονται μπροστά στο φάσμα μαζικών πλειστηριασμών, βρήκαν να πανηγυρίσουν οι υπουργοί Εργασίας και Οικονομικών. Ο λόγος είναι ότι αδιαφορούν για το πρόβλημα και το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η εντύπωση της στιγμής.
Δεν θα κουραστώ να λέω ότι απέναντι στις συνέπειες της κρίσης του 2008, που μάλιστα μπαίνει σε μια νέα φάση όξυνσης, ο κόσμος έχει να ελπίζει μόνο στη συλλογική δράση και στην αλληλεγγύη. Το μόνο θετικό που μπορεί να προκύψει από τις εκλογές είναι η όποια κυβέρνηση να είναι αδύναμη. Αυτό θα συμβεί με την ενίσχυση των δυνάμεων της πραγματικής Αριστεράς και την αποδυνάμωση της επίσημης πολιτικής.