Εν αναμονή των εκλογικών αποτελεσμάτων σε Τουρκία και Ελλάδα – Συγκρίσεις και σημασία
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Σε Τουρκία και Ελλάδα, δύο όμορες χώρες, με συμβίωση αιώνων των δύο λαών, αλλά με οδυνηρές ιστορικές σχέσεις, διεξάγονται εκλογές σε απόσταση μόλις μίας εβδομάδος, στην πρώτη προεδρικές και στη δεύτερη κοινοβουλευτικές. Ασφαλώς, η ταυτόχρονη, σχεδόν, διεξαγωγή είναι συμπτωματική, χωρίς καμιά αλληλεπίδραση. Διαφέρουν δε τόσο στο τυπικό όσο και στο ουσιαστικό μέρος. Επίσης, και ως προς το ενδιαφέρον που προκαλούν στην ευρύτερη διεθνή κοινωνία. Βασικοί υποψήφιοι και ανταγωνιστές για το Προεδρικό αξίωμα στην Τουρκία είναι ο νυν Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν και ο αρχηγός του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου.
Ο Ερντογάν ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα ως Δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, στη συνέχεια ίδρυσε δικό του κόμμα, μετά εξελέγη πρωθυπουργός και έπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας, την οποία μετέτρεψε από Προεδρευόμενη σε Προεδρική, αναλαμβάνοντας και τις αρμοδιότητες της εκτελεστικής εξουσίας, τις οποίες άσκησε σχεδόν απολυταρχικά. Σε πολλά θέματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής επέδειξε αποφασιστικότητα, φιλοδοξώντας να αναβιώσει το μεγαλείο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (νεοοθωμανισμός) και συγχρόνως να καταστήσει την Τουρκία
μεγάλη περιφερειακή Δύναμη. Στο πνεύμα αυτό, δεν δίστασε να διαφοροποιηθεί από τους δυτικούς και τους νατοϊκούς συμμάχους σε πολλά θέματα διεθνούς ενδιαφέροντος, καθώς σύναψε στενές σχέσεις με τη Ρωσία του Πούτιν και προμηθεύτηκε ρωσικό πολεμικό υλικό (S-400).
Η μεγαλύτερη διαφοροποίηση όμως επήλθε στο Ουκρανικό, καθώς κατήγγειλε μεν τη ρωσική εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου 2022, αλλά απέφυγε να επιβάλει τα κυρωτικά μέτρα κατά της Ρωσίας, που αποφασίσθηκαν σε νατοϊκό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Επίσης, εξακολουθεί να αρνείται να συναινέσει στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ –γεγονός που τη διαφοροποιεί από όλα τα άλλα κράτη-μέλη της Συμμαχίας– με το επιχείρημα ότι η Σουηδία παρέχει φιλοξενία και αρνείται να εκδώσει τούρκους πολίτες, οπαδούς του ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν, τους οποίους αποκαλεί τρομοκράτες. Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με την Ελλάδα, η στάση του είναι ανακόλουθη και με διακυμάνσεις. Από διάθεση για διάλογο έως τη δημιουργία τεχνητών εντάσεων και από την αμφισβήτηση κυριαρχικών ελληνικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο μέχρι την εκτόξευση άμεσων απειλών του τύπου «θα έρθουμε μια νύχτα ξαφνικά». Επί Προεδρίας Ερντογάν οξύνθηκε ο τουρκικός αναθεωρητισμός για το status quo στο Αιγαίο και η αμφισβήτηση κυριαρχικών ελληνικών δικαιωμάτων που έχουν καθιερωθεί με διεθνείς συμβάσεις και συμφωνίες.
Εν όψει των εκλογών της προσεχούς Κυριακής, ξένοι ανταποκριτές έγκυρων ειδησεογραφικών πρακτορείων εκτιμούν ότι το «καντήλι» του τούρκου Προέδρου αρχίζει να τρεμοσβήνει. Αξιοσημείωτο δε είναι το γεγονός ότι εφημερίδες και περιοδικά διεθνούς κύρους, όπως το «Economist», η «Washington Post», η γερμανική «Frankfurter Allgemeine Zeitung» («FAZ») κ.ά., χρησιμοποίησαν τελευταίως βαρείς χαρακτηρισμούς για την Προεδρία του, αποκαλώντας τον Ερντογάν δικτάτορα. Τον συνέκριναν δε με άλλα πολιτικά πρόσωπα που εξελέγησαν δημοκρατικά, αλλά στη συνέχεια εξελίχθηκαν σε δικτάτορες. Βέβαια, είναι πιθανό οι χαρακτηρισμοί να υπαγορεύονται και από πολιτικές σκοπιμότητες, καθώς στη Δύση επικρατεί δυσαρέσκεια για τη στενή συνεργασία του τούρκου Προέδρου με τη Ρωσία του Πούτιν, όπως και για την άρνησή του να συναινέσει στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ για περαιτέρω διεύρυνση της Συμμαχίας. Τα αποτελέσματα της Κυριακής θα δείξουν αν οι επικρίσεις κατά του Ερντογάν είχαν κάποια επίδραση στην ψήφο των πολιτών ή προκάλεσαν τα εντελώς αντίθετα.
Βασικός αντίπαλος του Ερντογάν για την Προεδρία είναι ο αρχηγός του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού κόμματος Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, που εμφανίζεται αισιόδοξος για το εκλογικό αποτέλεσμα, υποσχόμενος επαναφορά της δημοκρατικής διακυβέρνησης και λειτουργίας των θεσμών και αποκατάστασης της διεθνούς εικόνας της χώρας. Έναντι της Ελλάδος έχει αποφύγει να εκφρασθεί ειδικότερα. Αν όμως κρίνουμε από τοποθετήσεις του στη Βουλή, θα σημειώναμε τη στήριξη των γνωστών θέσεων του Ερντογάν και τον υπερθεματισμό του για τις «γκρίζες ζώνες», με αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας σε νησίδες και βραχονησίδες στο Ανατολικό Αιγαίο. Σε περίπτωση που ο Κιλιτσντάρογλου αναδειχθεί νικητής των εκλογών, δεν αποκλείεται ορισμένες δυτικές χώρες, και κυρίως οι ΗΠΑ, να υπερθεματίσουν σε παροχές και υποστήριξη στον νέο Πρόεδρο και την Τουρκία, με στόχο να διασπάσουν τη συνεργασία και τις στενές σχέσεις με τη Ρωσία. Η στήριξη μπορεί να αφορά και τις ελληνοτουρκικές διαφορές. Από την πλευρά μας, δεν πρέπει να υπεραισιοδοξούμε ότι με ένα νέο πρόσωπο στη Προεδρία της Τουρκικής Δημοκρατίας θα επέλθει και ραγδαία αλλαγή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Η αναθεωρητική πολιτική για το Αιγαίο και οι λοιπές αμφισβητήσεις ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο δεν γεννήθηκαν επί θητείας Ερντογάν. Άρχισαν με τον διωγμό των Ελλήνων της Πόλης και θεμελιώθηκαν με την εισβολή στην Κύπρο το 1974. Η ελληνική διπλωματία πρέπει να είναι ιδιαίτερα επιφυλακτική σε τυχόν παραινέσεις, προτάσεις, ακόμη και πιέσεις για έναρξη διαπραγματεύσεων προς επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών με αμοιβαίες υποχωρήσεις και συμβιβαστικές θέσεις. Επιπλέον, δεν πρέπει να επιδείξουμε προθυμία και να συναινέσουμε στην επανέναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας με την ΕΕ, αν δεν υπάρξουν ουσιαστικές δεσμεύσεις της Άγκυρας έναντι της Ελλάδος για επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών με βάση τις προβλέψεις των διατάξεων του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συνθηκών. Δεν επιτρέπονται ούτε ενθουσιασμοί ούτε, όμως, και αστόχαστες αρνήσεις. Ακολουθητέα αρχή για την εξωτερική μας πολιτική έναντι της Τουρκίας και των αντιδράσεων μας σε παραινέσεις εισηγήσεις και υποδείξεις πρέπει να είναι εκείνη του «DO UT DES».
Σε αντίθεση με τις τουρκικές προεδρικές εκλογές, οι ελληνικές κοινοβουλευτικές εκλογές, που ακολουθούν, έχουν πρωτίστως εσωτερικό χαρακτήρα, με σχετικό το ενδιαφέρον των διεθνών παραγόντων. Η Ελλάδα είναι μεσογειακή, ευρωπαϊκή χώρα, με δεδομένη δημοκρατική διακυβέρνηση, και σταθερό μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Στην εκλογική αναμέτρηση συζητούνται περισσότερο τα θέματα εσωτερικού ενδιαφέροντος, κυρίως η οικονομική κατάσταση και ό,τι σχετίζεται και εξαρτάται από αυτήν. Τα θέματα εξωτερικής πολιτικής και ό,τι αφορά τη διεθνή κοινωνία δεν θίγονται ιδιαιτέρως. Ουδείς όμως αμφισβητεί τη σημασία και κρισιμότητα αυτών των εκλογών, κυρίως όσον αφορά τη δυνατότητα σχηματισμού σταθερής κυβέρνησης. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει εσωτερικές και σοβαρές εξωτερικές προκλήσεις και δεν έχει την πολυτέλεια για πολιτική αστάθεια και συνεχείς, επαναληπτικές εκλογές.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Κρίσιμες για τον προσανατολισμό της Τουρκίας οι σημερινές εκλογές