Οι «ακάλυπτες επιταγές» της κυβέρνησης στην εξωτερική πολιτική

Οι «ακάλυπτες επιταγές» της κυβέρνησης στην εξωτερική πολιτική

Τι «κληροδοτεί» στη διάδοχό της

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


«Ανεκπλήρωτα γραμμάτια» αφήνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη στη διάδοχό της όσον αφορά τα μείζονα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, με πρώτο βεβαίως τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, όπου έχει δημιουργήσει την πλασματική εντύπωση ότι «όλα βαίνουν καλώς», αλλά και εκκρεμότητες στις σχέσεις με την Αλβανία, τη Λιβύη, τη Βόρεια Μακεδονία αλλά και αυτήν ακόμη την Αίγυπτο.

Προφανώς, αυτήν τη στιγμή κανείς δεν γνωρίζει ποια θα είναι η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές στη χώρα μας, αλλά οπωσδήποτε θα έχει να χειριστεί μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση, που ειδικά στην περίπτωση της Τουρκίας θα έχει επείγοντα χαρακτήρα.

Μετά τους σεισμούς, η Αθήνα έσπευσε να υποδεχθεί πανηγυρικά την υποτιθέμενη αποκλιμάκωση, καθώς έκανε λόγο για «χείρα φιλίας που τείνει η Τουρκία», ερμηνεύοντας έτσι αποσπασματικά και για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης την υποχρεωτική εκ μέρους της Τουρκίας διακοπή της επιθετικής ρητορικής και πρακτικής στον εναέριο χώρο του Αιγαίου.

Αυτή η πλασματική εικόνα αξιοποιείται στο έπακρο από την Άγκυρα προκειμένου να εξωραΐσει την εικόνα της κυρίως στην Ουάσινγκτον αλλά και για τη δημιουργία τετελεσμένων, τα οποία θα σπεύσει να εκμεταλλευθεί εν ευθέτω χρόνω.

Η Τουρκία, μη έχοντας βεβαίως μετακινηθεί ούτε εκατοστό από τις πάγιες διεκδικήσεις εναντίον της χώρας μας και επιμένοντας ότι για να διατηρηθεί η αποκλιμάκωση θα πρέπει να υπάρξει λύση-πακέτο στα ελληνοτουρκικά προβλήματα, στα οποία συμπεριλαμβάνει όλο το πακέτο των τουρκικών διεκδικήσεων της ελληνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων, έχει ουσιαστικά θέσει το πλαίσιο στο οποίο θα εξελιχθεί, με την πίεση και των Αμερικανών, το επόμενο βήμα στα ελληνοτουρκικά, μετά τις εκλογές στις δύο χώρες.

Επιπλέον, ο κ. Τσαβούσογλου τόνισε για δεύτερη φορά ότι προέχει η επίλυση του θέματος της κυριαρχίας ελληνικών νησιών που η Τουρκία θεωρεί… τουρκικά! Δηλαδή, η Τουρκία δεν κάνει λόγο πια για «γκρίζες ζώνες», αφού ο τούρκος υπουργός ομιλεί για νησιά τα οποία «μας ανήκουν», είναι δηλαδή… τουρκικά.

Τα «ήρεμα νερά» στο Αιγαίο, που εξασφάλισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη προκειμένου να αποφύγει μια επανάληψη των Τεμπών, αλλά αυτήν τη φορά στο Αιγαίο, μεσούσης της προεκλογικής περιόδου, έχουν σοβαρό κόστος για τη χώρα. Η διαφήμιση των καλών διαθέσεων της Τουρκίας και οι σοβαρές υποχωρήσεις της ελληνικής πλευράς (στήριξη του τούρκου υποψηφίου για τη θέση του ΓΓ του ΙΜΟ, μη αποστολή υπουργών και ανώτατων στρατιωτικών παραγόντων στα νησιά το Πάσχα και ανοχή στις προκλήσεις του προέδρου της Τουρκικής Βουλής στη Θράκη) είναι ζητήματα τα οποία θα βρει μπροστά της η επόμενη κυβέρνηση και η επόμενη ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών.

Ταυτόχρονα υπάρχει προβληματισμός για το ενδεχόμενο, υπό αυτές τις συνθήκες, να αποφασίσει η Άγκυρα να προκαλέσει τετελεσμένα την περίοδο που η τύχη της χώρας θα είναι στα χέρια μιας υπηρεσιακής κυβέρνησης, η οποία δεν θα έχει βεβαίως τη δυνατότητα, ούτε την ικανότητα να χειριστεί τέτοιας κρίσιμης σημασίας θέματα.

Όμως, αμέσως μετά τον σχηματισμό κυβέρνησης, ο τότε υπουργός Εξωτερικών θα πρέπει να ξαναπιάσει τον μίτο των ελληνοτουρκικών από ένα πλασματικό σημείο, καθώς η εικόνα που υπάρχει πλέον διεθνώς είναι ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν μπει σε νέα τροχιά. Ενώ στην πραγματικότητα τίποτε δεν έχει αλλάξει. Και μια νέα κυβέρνηση θα πρέπει να εξηγήσει σε εταίρους και συμμάχους για ποιον λόγο δεν δέχεται τη συνέχιση της «αποκλιμάκωσης», προχωρώντας σε έναν… απευθείας διάλογο με την Τουρκία για όλο το πακέτο των προβλημάτων.

Όμως, τα ανοικτά μέτωπα δεν σταματούν στα ελληνοτουρκικά. Η κυβέρνηση, ο Κυρ. Μητσοτάκης και ο Ν. Δένδιας δημιούργησαν ένα αφήγημα σύμφωνα με το οποίο υποτίθεται έχει προχωρήσει και είναι προ των πυλών η συμφωνία με την Αλβανία για την παραπομπή στη Χάγη της διαφοράς οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών. Βεβαίως, όπως γνωρίζουν όσοι παρακολουθούν το ζήτημα, ο Έντι Ράμα απλώς δουλεύει την ελληνική πλευρά και δεν έχει καμιά τέτοια πρόθεση. Απλώς κερδίζει χρόνο και πόντους, καθώς η Αθήνα στηρίζει ολόπλευρα την Αλβανία στην ευρωπαϊκή πορεία της, δεν την πιέζει για τα θέματα της ελληνικής εθνικής μειονότητας, ούτε διαμηνύει στον αλβανό πρωθυπουργό ότι δεν μπορεί ανέξοδα να μετατρέπει τη χώρα του σε σφαίρα επιρροής της Τουρκίας.

Όμως, η νέα κυβέρνηση θα παραλάβει μια βόμβα στα χέρια της, καθώς ο κ. Ράμα θα έχει αποσπάσει ό,τι μπορεί από την Αθήνα και τότε θα φανεί ότι οι δήθεν δεσμεύσεις του στην κυβέρνηση Μητσοτάκη αποτελούν φούμαρα.

Όσον αφορά την Αίγυπτο, παρά το γεγονός ότι επιφανειακά οι σχέσεις είναι καλές και στρατηγικού χαρακτήρα, όλοι γνωρίζουν ότι η συνέχιση και η εμπέδωση της διαδικασίας αποκατάστασης των σχέσεων του Καΐρου με την Άγκυρα θα έχει μεσοπρόθεσμες επιπτώσεις στην περιοχή. Παρά τον ανταγωνισμό των δύο χωρών, υπάρχει αλληλεξάρτηση λόγω του μεγέθους της οικονομικής και εμπορικής αλληλεξάρτησης αλλά και της ανάγκης να υπάρξει συνεννόηση μεταξύ τους για τον έλεγχο περιφερειακών συγκρούσεων, όπως αυτή της Λιβύης. Η ενίσχυση των τουρκοαιγυπτιακών σχέσεων διαμορφώνει νέα δεδομένα, καθώς η νέα ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να κρατήσει τη σχέση με την Αίγυπτο, συγχρόνως όμως θα πρέπει να πείσει το Κάιρο να μην προχωρήσει σε μια καταστροφική για τα ελληνικά συμφέροντα συμφωνία οριοθέτησης με την Τουρκία, η οποία θα διαμοιράζει την ελληνική και κυπριακή υφαλοκρηπίδα της Ανατολικής Μεσογείου μεταξύ των δύο χωρών.

Όμως, αρνητική είναι η παρακαταθήκη που αφήνει η κυβέρνηση και στο θέμα της Βόρειας Μακεδονίας. Έχοντας αφήσει στον αυτόματο πιλότο την εφαρμογή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, η νέα κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη, σε ένα αρνητικό για τα ελληνικά συμφέροντα διεθνές περιβάλλον, να ζητήσει την πλήρη εφαρμογή της Συμφωνίας σε ό,τι αφορά τις θετικές για την Ελλάδα ρυθμίσεις, κάτι που δεν έκανε για τέσσερα χρόνια η κυβέρνηση Μητσοτάκη, η οποία μάλιστα είχε κηρύξει «ιερό πόλεμο» εναντίον της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ό­μως, πλέον, αυτή η μάχη θα δοθεί υπό δυσμενέστερες συνθήκες, καθώς τα Σκόπια έχουν βρει την πατημασιά τους στην ευρωατλαντική προοπτική τους και κανείς στη διεθνή κοινότητα δεν θα ήθελε να ανοίξουν πάλι τα παλιά μέτωπα στα Βαλκάνια.

Όσο για τη Λιβύη, όλες πλέον οι χώρες της ΕΕ κάνουν μπίζνες και προωθούν τα συμφέροντά τους στη Λιβύη και η Ελλάδα έχει αυτοαποκλεισθεί από κάθε είδους παρέμβαση, περιμένοντας να γίνουν εκλογές στη γειτονική χώρα. Αυτές βεβαίως κάθε άλλο παρά σίγουρο είναι ότι θα αλλάξουν τα δεδομένα, ενώ η επιρροή της Άγκυρας παραμένει ισχυρή και φυσικά το τουρκολιβυκό μνημόνιο παραμένει ζωντανό.

Αυτά είναι τα «γραμμάτια» που θα αναλάβει να ξεπληρώσει και να διαχειρισθεί η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές και αυτό δεν αφορά μόνο το ενδεχόμενο η νέα κυβέρνηση να προέρχεται από την αντιπολίτευση, αλλά ακόμη και αν πρόκειται για μια νέα κυβέρνηση Μητσοτάκη.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Σχολιάστε εδώ