Θεόδωρος Τσούχλος στο “Π”: Οι εκπαιδευτικοί απαιτούν άμεσες λύσεις
Του
ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΣΟΥΧΛΟΥ
Προέδρου ΟΛΜΕ
Πολλά θέματα συνεχίζουν να προβληματίζουν τον κλάδο των εκπαιδευτικών, παραμένοντας άλυτα από τις αρχές της δεκαετίας του ’10. Τα Μνημόνια ταλάνισαν το σύνολο του λαού μας και στον ευαίσθητο χώρο της Παιδείας υπήρξαν τεκτονικές συγκρούσεις και ανακατατάξεις.
Πλέον, όπως δηλώνουν κυβερνώντες αλλά και αντιπολιτευόμενοι, ο βραχνάς αυτός αποτελεί παρελθόν. Οι 200.000 εκπαιδευτικοί, όμως, στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα αναμένουν συγκεκριμένες λύσεις από την επόμενη κυβέρνηση, η οποία διαφαίνεται ότι θα σχηματιστεί το αργότερο στις αρχές Ιουλίου. Ιδιαίτερα στο Δημόσιο Σχολείο υπηρετούν 180.000 ως μόνιμοι, δόκιμοι και αναπληρωτές, ενώ οφείλουμε να συμπαρασταθούμε και στους σκληρά πιεζόμενους συναδέλφους μας της Ιδιωτικής Εκπαίδευσης. Όσον αφορά τον μεγάλο αριθμό των πτυχιούχων καθηγητικών σχολών που παραμένουν άνεργοι, υποαπασχολούμενοι και ετεροαπασχολούμενοι, έχουμε την υποχρέωση να ζητήσουμε και για αυτούς τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων από την Πολιτεία.
Τα οικονομικά προβλήματα έχουν οξυνθεί. Έχουμε να λάβουμε πραγματικές αυξήσεις από το 2010. Αντίθετα, οι μειώσεις ήταν πολύ σημαντικές. Κάθε εκπαιδευτικός έχει απολέσει δεκάδες χιλιάδες ευρώ και η αρνητική αυτή κατάσταση οφείλει, επιτέλους, να αντιστραφεί. Το ίδιο, φυσικά, ισχύει και για τις συντάξεις, οι οποίες αυξήθηκαν μετά την πάροδο πολλών ετών, αλλά παραμένουν χαμηλές και σε αρκετές από αυτές συνεχίζει να υπάρχει η προσωπική διαφορά. Η λύση θα είναι η ολοκληρωτική κατάργηση του «νόμου Κατρούγκαλου» και ο επανασχεδιασμός προς όφελος όσων συνταξιοδοτούνται.
Απαραίτητη η διεκδίκηση από την Ομοσπονδία της επανεξέτασης των δυσβάστακτων ορίων ηλικίας. Η πρότασή μας για αφυπηρέτηση στην ηλικία των 60 ετών, με υπηρεσία 30 ετών, είναι η αρχή για την εκκίνηση ενός ουσιαστικού διαλόγου με τα αρμόδια υπουργεία. Όσον αφορά τους μισθούς, άμεση απαίτηση είναι να υπάρξουν αυξήσεις στο ύψος του πραγματικού πληθωρισμού και να επανέλθουν τα δώρα και το απολεσθέν κλιμάκιο της προηγούμενης δεκαετίας. Στη συνέχεια, απαιτείται ένα νέο μισθολόγιο με θετικό πρόσημο για τους δημοσίους υπαλλήλους. Αξίζει η Ομοσπονδία να επεξεργαστεί μέσα από μια Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και το εκπαιδευτικό μισθολόγιο.
Οι διορισμοί αποτελούν το επόμενο ακανθώδες πρόβλημα. Προσεγγίζουν πλέον τον αριθμό των 50.000 οι προσλήψεις των αναπληρωτών. Μολονότι κατά την τελευταία τριετία διορίστηκαν επιτέλους 25.000, οι συνταξιοδοτήσεις των προηγούμενων ετών κρατούν αδιάλειπτα τον αριθμό των αναπληρωτών σε υψηλότατο επίπεδο. Οι αναμενόμενοι 3.800 διορισμοί τον Αύγουστο ισοδυναμούν με τις φετινές αφυπηρετήσεις. Αλλά και η εξαγγελία του ΣΥΡΙΖΑ για 20.000 διορισμούς σε βάθος τετραετίας δεν αντιμετωπίζει σε καμία περίπτωση το μείζον αυτό πρόβλημα. Απαιτείται η άμεση κάλυψη των υπαρχόντων οργανικών κενών, η σύσταση νέων αλλά και η πραγματοποίηση μόνιμων προσλήψεων σε τμήματα ένταξης. Εάν μετά το 2024 επιταχυνθεί η διαδικασία, θα υπάρξει δικαίωση όλων αυτών που επί σειρά ετών στηρίζουν το Δημόσιο Σχολείο, υπό δυσμενείς συνθήκες και με χαμηλότατους μισθούς, μακράν των εστιών τους, σε δυσπρόσιτες και απομακρυσμένες περιοχές. Το επόμενο βήμα είναι να δοθεί η δυνατότητα στους νεότερους συναδέλφους να διεκδικήσουν μια θέση στη Δημόσια Εκπαίδευση.
Το 2013 υπήρξε ξαφνική και αναίτια αύξηση του διδακτικού μας ωραρίου. Ο τότε υπουργός είχε δηλώσει ότι μετά το τέλος των Μνημονίων θα επιστρέφαμε στην προγενέστερη κατάσταση. Δυστυχώς, οι δύο τελευταίοι υπουργοί δεν λειτούργησαν με βάση την αρχή ότι το κράτος έχει συνέπεια και συνέχεια. Η σημερινή πραγματικότητα έχει καταστεί αφόρητη. Πολύ μεγάλη πίεση των συναδέλφων εξαιτίας των υπερβολικών αρμοδιοτήτων που έχουν αναλάβει. Πέρα από τους καινοφανείς «θεσμούς» και τη νεοφιλελεύθερη λογική που επιχειρούν να μας επιβάλουν, έχουμε επιφορτιστεί και με την απόλυτα γραφειοκρατική και αναποτελεσματική «αυτοαξιολόγηση». Η ΟΛΜΕ είναι υπέρ της αποτίμησης των σχολικών μονάδων από τον προηγούμενο αιώνα και επικαιροποίησε τη θέση της τον περασμένο Ιούλιο στο 20ό Συνέδριό της.
Η επαγγελματική εξουθένωση μας οδηγεί σε υψηλή ή μεσαία συναισθηματική εξάντληση και μας απομακρύνει από το εκπαιδευτικό μας λειτούργημα. Οι κακές εργασιακές σχέσεις και η αίσθηση ότι δεν λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις μας, σε ένα ανασφαλές περιβάλλον, έχουν αποτέλεσμα να εκτελούμε μηχανικά τις όποιες εντολές δίδονται.
Όσον αφορά τη σκοταδιστική εισαγωγική επιμόρφωση και την καταπάτηση των εργασιακών μας δικαιωμάτων, η αναστάτωση, η αγανάκτηση και ο θυμός χιλιάδων νεοδιόριστων είναι ένα πραγματικό γεγονός. Το υλικό είναι παρωχημένο, αντιπαιδαγωγικό και σε ορισμένες περιπτώσεις επικίνδυνο. Είμαστε υπέρ της επιμόρφωσης του συνόλου των εκπαιδευτικών.
Οι αποσπασματικές κινήσεις, οι εκτός εργασιακού ωραρίου συνεδρίες, ακόμη και τα Σαββατοκύριακα ή τις αργίες, δημιουργούν μια νοσηρή πραγματικότητα. Η ΟΛΜΕ απαιτεί, εκτός από την εισαγωγική επιμόρφωση, και περιοδική επιμόρφωση, που θα βασίζεται στον σεβασμό των εκπαιδευτικών, αλλά και ετήσια, που θα στηρίζεται στα επιστημονικά δεδομένα της παιδαγωγικής θεωρίας και θα λαμβάνει υπόψη τα σύγχρονα προβλήματα και τις ανάγκες της εκπαιδευτικής πράξης.