Βαγ. Αποστόλου στο “Π”: Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναζητεί από τους αγρότες μας, με τελεσίδικη απόφαση, 812 εκατ. ευρώ
Του
ΒΑΓΓΕΛΗ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Υποψήφιου Βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ Ευβοίας,
πρώην Υπουργού ΑΑΤ
Σε δημοσίευμα καθημερινής εφημερίδας πριν από έναν χρόνο (13/4/2022) αναφερόταν ότι η κυβέρνηση θα προβεί σε διαγραφές χρεών συνεταιρισμών και αγροτών, ύψους 812 εκατ. ευρώ. Με την πρόβλεψη, μάλιστα, ότι έτσι θα μπορούν μελλοντικά να λάβουν κι άλλες ευρωπαϊκές ενισχύσεις.
Ουσιαστικά, όμως, το συγκεκριμένο δημοσίευμα αφορούσε ανακτήσεις καταλογισμών που μας είχε επιβάλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή από το 1992 μέχρι το 2009 για τα λάθη και τις παραλείψεις των τότε κυβερνήσεων στα ζητήματα ρύθμισης οφειλών των αγροτικών συνεταιρισμών και ενίσχυσης των πυρόπληκτων του 2007.
Ειδικότερα, γιατί βάπτιζαν τις ενισχύσεις ως διαγραφές χρεών, λάθη που επαναλαμβάνονται μέχρι και σήμερα, σε μια περίοδο που οι ανάγκες τόσο των αγροτών όσο και των συνεταιρισμών απαιτούν όχι κατασυκοφάντηση αλλά έμπρακτη στήριξη για να επιβιώσουν και να διασφαλίσουν την επισιτιστική επάρκεια της χώρας μας.
Έχοντας πληροφορηθεί ότι η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να αντιμετωπίσει αυτούς τους καταλογισμούς με τη διαδικασία του συμψηφισμού τους με τις ενισχύσεις Covid, αντέδρασα.
Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι υπήρχε ελληνική κυβέρνηση που δεν γνώριζε τη σχετική οδηγία (2019/2235) με την οποία έπρεπε να προσεγγίσει τις ανακτήσεις. Η επιπολαιότητά της να προχωρήσει με δική της ρύθμιση (ν.4920/22) την εξέθεσε ανεπανόρθωτα. Γι’ αυτό και αναγκάστηκε σε υπαναχώρηση.
Ήταν αδιανόητο, επίσης, το ότι στη συγκεκριμένη ρύθμιση συμπεριελήφθη ακόμη και η ονομαζόμενη, από τον πρώην υπουργό κ. Λιβανό, εποποιία της Ηλείας, όταν έπρεπε να γνωρίζουν ότι πρόσφατα εκδικάστηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο η υπόθεση των πυρόπληκτων του 2007 και αναμενόταν η έκδοση της απόφασης, που τελικά ήταν καταδικαστική.
Εμείς τους καταλογισμούς που επιβλήθηκαν στη χώρα μας, εξαιτίας της ανικανότητας να τους διαχειριστούν αυτοί που τους προξένησαν, δεν τους κρύψαμε το 2015 κάτω από το χαλί.
Ήταν από τα πρώτα θέματα που διαπραγματευτήκαμε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και μάλιστα σε συνεργασία με τους ενδιαφερόμενους συνεταιριστές.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε πρώτη φάση, μας αντιμετώπισε με δυσπιστία, λόγω της αδιαφορίας που είχαν δείξει οι προηγούμενες κυβερνήσεις (υπάρχει σχετική επιστολή), και επέμενε να επιστραφούν τα συγκεκριμένα χρήματα έντοκα.
Αυτή, λοιπόν, τη δυσάρεστη πραγματικότητα βρήκαμε και αποφασίσαμε να τη διαχειριστούμε άμεσα. Παραδώσαμε δρομολογημένες διαδικασίες που μείωναν αυτούς τους καταλογισμούς από το 1,1 δισ. που τους βρήκαμε στα 345 εκατ.
Μάλιστα, για την κάλυψη του υπολειπόμενου ποσού είχαμε ξεκινήσει τη διαπραγμάτευση για τη χρήση του «De Minimis», που λόγω δημοσιονομικών δυσκολιών δεν μπορέσαμε να υλοποιήσουμε μέχρι την έξοδο από τα Μνημόνια.
Τελικά, ποια είναι τα ακριβή ποσά των συνεταιρισμών σήμερα και με ποια έγγραφα αποδεικνύονται, κανείς δεν γνωρίζει.
Βαπτίζουν τις σχετικές ανακτήσεις ως διαγραφές χρεών των συνεταιρισμών και των αγροτών μας, όταν γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι καταλογισμοί προήλθαν από λάθη και παραλείψεις των δικών τους κυβερνήσεων, τα οποία επαναλαμβάνουν και σήμερα.
Είναι απορίας άξιο γιατί συνεχίζουν την ίδια τακτική και τα ίδια λάθη στην αντιμετώπιση τέτοιων σοβαρών θεμάτων. Όταν, μάλιστα, τα λάθη αυτά έχουν ως συνέπεια τη διαφαινόμενη νέα εκτροπή, που θα οδηγήσει τον πιο ευαίσθητο τομέα της χώρας μας, τον αγροτικό, σε καταστροφή. Οι ευθύνες τους είναι πολύ μεγάλες.
Τώρα, δε, με την ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής οδηγίας κληροδοτούν στην επόμενη κυβέρνηση ένα τεράστιο θέμα, με οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Αν είχαν ακολουθήσει το δρομολόγιο που είχαμε χαράξει εμείς, θα ήμαστε σε πολύ καλύτερη θέση σήμερα.
Το ερώτημα, όμως, τι θα γίνει με τα 812 εκατ. που αναζητούνται από τους συνεταιρισμούς και τους πυρόπληκτους του 2007 παραμένει.