Κάλπες-φωτιά με την απλή αναλογική
Σε κλίμα πόλωσης και διχασμού η χώρα
–Θα χρειαστούν τρία κόμματα για να σχηματιστεί κυβέρνηση
–«Θα πάμε μπροστά ή θα γυρίσουμε πίσω;» το δίλημμα του Μαξίμου
–Αλ. Τσίπρας: «Σταθερότητα ή Μητσοτάκης;»
Καθώς μπαίνουμε όλο και πιο βαθιά στην προεκλογική περίοδο, ανεβαίνουν οι τόνοι της αντιπαράθεσης μεταξύ των κομμάτων. Η πόλωση και ο διχασμός κυριαρχούν στο πολιτικό σκηνικό της χώρας και υπερκαλύπτουν προγράμματα και θέσεις για την επόμενη ημέρα.
Το διακύβευμα των εκλογών της 21ης Μαΐου είναι σημαντικό, εξ ου και από όλα σχεδόν τα κόμματα αντιμετωπίζονται ως η «μητέρα των μαχών» και… αναμέτρηση χωρίς αύριο. Ακόμη και ο Κυρ. Μητσοτάκης, που μέχρι πρότινος μιλούσε κυρίως για τις… δεύτερες εκλογές, τις τελευταίες ημέρες άλλαξε γραμμή πλεύσης και πλέον ρίχνει το βάρος των προσπαθειών του στην πρώτη κάλπη.
Δεδομένου ότι, λόγω (και) της απλής αναλογικής, θέμα αυτοδυναμίας δεν υφίσταται, τα δύο μεγάλα κόμματα έχουν επιδοθεί σε έναν αγώνα δρόμου με στόχο τη νίκη και την πρωτιά. Με διαφορετικό προσανατολισμό ωστόσο: Η μεν Νέα Δημοκρατία προκειμένου να βάλει τις βάσεις για την αυτοδυναμία στις επαναληπτικές εκλογές, ο δε ΣΥΡΙΖΑ για να προχωρήσει στη συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας από τις προοδευτικές δυνάμεις. Ωστόσο, επειδή με την απλή αναλογική θα υπάρχει μια διασπορά των εδρών, είναι πολύ πιθανό να χρειαστεί η σύμπραξη τριών κομμάτων προκειμένου να σχηματιστεί κυβέρνηση με την αναγκαία κοινοβουλευτική πλειοψηφία 151 εδρών και πάνω.
Προϊόντος του χρόνου, οι πολιτικοί ανεβάζουν και την ένταση των διλημμάτων που θέτουν προς τους πολίτες-ψηφοφόρους. «Θα πάμε μπροστά ή θα γυρίσουμε πίσω;», υπογραμμίζει ο Κυρ. Μητσοτάκης, θέλοντας με τον τρόπο αυτό να τονίσει ότι ο ίδιος και η Νέα Δημοκρατία εκπροσωπούν το μέλλον, ενώ ο Αλ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ το παρελθόν. Επιχειρεί δε να το στοιχειοθετήσει όλο αυτό μέσα από την αντιπαραβολή του έργου της κυβέρνησης με τα πεπραγμένα της τετραετίας 2015 – 2019. Με τη… βεβαιότητα (προσδοκία) ότι οι πολίτες θα κάνουν την απαραίτητη σύγκριση και θα εμπιστευτούν τη Νέα Δημοκρατία για μια δεύτερη τετραετία. Από την πλευρά του, ο Αλ. Τσίπρας, έχοντας ως κεντρικό στόχο τη νίκη στις πρώτες εκλογές και τον σχηματισμό προοδευτικής κυβέρνησης, θέτει το δικό του πολιτικό δίλημμα: «Σταθερότητα ή Μητσοτάκης;». Με την τρόπο αυτό επιδιώκει να καταδείξει στους πολίτες ότι αν εμπιστευτούν τον ΣΥΡΙΖΑ και τον αναδείξουν πρώτο κόμμα, η χώρα θα αποκτήσει κυβέρνηση μετά τις πρώτες κάλπες, ενώ σε περίπτωση νίκης της Νέας Δημοκρατίας η χώρα θα οδηγηθεί σε αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις και θα μπει σε μια μακρά περίοδο ακυβερνησίας και αστάθειας.
Η προσπάθεια του κ. Τσίπρα να κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών εξελίσσεται σε δύο επίπεδα:
Αφενός καταθέτει ένα λεπτομερές κυβερνητικό πρόγραμμα με όλα όσα πρόκειται να κάνει στα μείζονος σημασίας ζητήματα, αν κι εφόσον αναλάβει την εξουσία, εξαγγέλλει μέτρα με φιλολαϊκό πρόσημο και παράλληλα προαναγγέλλει κατάργηση νόμων και διατάξεων που ψήφισε η σημερινή κυβέρνηση.
Αφετέρου κάνει σημαία τα κακώς κείμενα της τετραετίας 2019 – 2023, από την αποτυχία στη διαχείριση της πανδημίας, της ακρίβειας και την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών μέχρι τις υποκλοπές, τα Τέμπη και τις παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη.
Με απώτερο σκοπό να επισημάνει ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν ήταν απλά μια… αποτυχημένη κυβέρνηση, αλλά ταυτόχρονα παραβίασε τους νόμους και το Σύνταγμα, έδρασε εξωθεσμικά και κόντρα στους κανόνες που διέπουν το δημοκρατικό μας σύστημα.